Νομική φόρμουλα για να «ξηλωθεί» η Βασιλική Θάνου, από την Επιτροπή Ανταγωνισμού βρήκε η κυβέρνηση: διάταξη του πολυνομοσχεδίου που κατατέθηκε χθες στη Βουλή καθιερώνει -και μάλιστα αναδρομικά- αυστηρούς κανόνες για το ασυμβίβαστο ανάμεσα στη θέση του επικεφαλής της Επιτροπής και σε οποιαδήποτε ιδιότητα σχετιζόμενη με την κυβέρνηση.
Η διαδρομή της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου μετά τη συνταξιοδότησή της είχε προκαλέσει θυελλώδη αντιπαράθεση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με την τότε αξιωματική αντιπολίτευση της ΝΔ, καθώς αρχικά κατέλαβε την άμισθη θέση της προϊσταμένης του Νομικού Γραφείου του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, ενώ τον περασμένο Δεκέμβριο ανέλαβε τη θέση της προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Από τότε, η ΝΔ είχε προειδοποιήσει ότι, εάν καταλάμβανε την εξουσία, θα απομάκρυνε την κ. Θάνου από αυτή τη θέση, ενώ η ίδια, μετά τη θυελλώδη συζήτηση επί της υποψηφιότητάς της στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, είχε τονίσει χαρακτηριστικά, μιλώντας σε δημοσιογράφους: «Δεν μπορεί να με διώξει κανείς. Μόνο αν παραιτηθώ».
Η κ. Θάνου δεν παραιτήθηκε και η κυβέρνηση, με τη διάταξη του άρθρου 101 (κεφάλαιο Θ’) του πολυνομοσχεδίου που κατατέθηκε χθες στη Βουλή, ουσιαστικά την οδηγεί εκτός Επιτροπής Ανταγωνισμού καθώς και την Αντιπρόεδρο, Άννα Νάκου.
Όπως αναφέρει η εισηγητική έκθεση, «οι επικεφαλής και τα μέλη διοίκησης των εν λόγω Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν κατέχουν και δεν κατείχαν για ικανό χρονικό διάστημα πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους, με οιονδήποτε τρόπο, θέση ιδίως σε γραφεία ή πολιτικά γραφεία του Πρωθυπουργού, μελών της κυβέρνησης ή κυβερνητικών οργάνων (…)».
Ειδικά για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, αναθεωρούνται διατάξεις του ν. 3959/2011 περί προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού και ορίζεται με αναλυτικό τρόπο το ασυμβίβαστο που καθιερώνεται, μεταξύ άλλων και για όσους έχουν διατελέσει έμμισθοι ή άμισθοι προϊστάμενοι σε γραφεία του πρωθυπουργού. Πρόκειται για μια αναφορά που καλύπτει απόλυτα την περίπτωση της κ. Θάνου.
Επιπλέον, η προτεινόμενη ρύθμιση αποσαφηνίζεται ότι δεν θα ισχύσει μόνο για τα μελλοντικά μέλη της Επιτροπής, αλλά «και για τα ήδη υπηρετούντα μέλη αυτής», κάτι που σημαίνει ότι, αμέσως μόλις ψηφισθεί η διάταξη, θα κινηθεί η διαδικασία για την απομάκρυνση της κ. Θάνου και για την πρόταση του αντικαταστάτη της από τη σημερινή κυβέρνηση.
Πληροφορίες αναφέρουν πως τα ασυμβίβαστα που εισάγονται με την συγκεκριμένη διάταξη επηρεάζουν και τη θέση των εισηγητών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Νικόλαο Ζευγώλη καθώς και τον Ιωάννη Παύλοβιτς, οι οποίοι εφόσον ψηφιστεί η συγκεκριμένη προτεινόμενη διάταξη θα αποχωρήσουν αυτοδίκαια από την Επιτροπή Ανταγωνισμού
Άρθρο-κόλαφος για την κομματικοποίηση της Eπιτροπής Aνταγωνισμού από την προηγούμενη κυβέρνηση της έγκυρης ιστοσελίδας Neweurope.eu.
Συγκεκριμένα το άρθρο αναφέρεται στην τοποθέτηση της Bασιλικής Θάνου ως επικεφαλής της Ανεξάρτης ρυθμιστικής Αρχής, χαρακτηρίζοντας μάλιστα αυτή την κίνηση του πρώην πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, ως πράδειγμα προς αποφυγήν.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο του «New Europe»:
Όταν κομματικοποιείται μια ανεξάρτητη αρχή ανταγωνισμού
Το ανησυχητικό παράδειγμα της Ελλάδας
Τους τελευταίους μήνες επικρατεί αναταραχή στην ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού με αφορμή το διορισμό της κας Βασιλικής Θάνου στο τιμόνι της Αρχής, εν μέσω έντονης κριτικής ότι η επιλογή της είχε κομματικά κίνητρα.
Αν και αρχικά τα πράγματα φαίνονταν να πηγαίνουν ομαλά – απλώς επειδή κυβέρνηση και ρυθμιστής ήταν υπό την ίδια πολιτική σημαία – οι ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να μπορούν να υπερβαίνουν τον εκλογικό κύκλο και να εγγυώνται τη συνέχεια μακριά από συμφέροντα.
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για μια παντοδύναμη αρχή ανταγωνισμού που μπορεί να φτιάξει ή να γκρεμίσει αγορές, ή ακόμη και να λειτουργήσει ως πολιτικό εργαλείο για κυβέρνηση και αντιπολίτευση.
Οι επικριτές επικεντρώνουν ιδίως στις στενές πολιτικές σχέσεις της κας Θάνου με τον τέως Πρωθυπουργό Α. Τσίπρα και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, επισημαίνοντας ότι και η επιλογή της Αντιπροέδρου, κας Νάκου, στις αρχές του 2017 ήταν επίσης κομματικά καθοδηγούμενη.
Ως αποτέλεσμα, αναφέρουν οι ίδιοι επικριτές, έχει διαρραγεί η εμπιστοσύνη ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να επιτελέσει το έργο της με αμερόληπτο και αποτελεσματικό τρόπο.
Αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε μία διερευνητική άσκηση, βασιζόμενοι σε δημόσια αρχεία, για να διαπιστώσουμε εάν οι ανησυχίες αυτές έχουν βάση.
Η κα Θάνου ισχυρίζεται ότι τόσο η ίδια όσο και τα υπόλοιπα μέλη της αρχής λειτουργούν ανεξάρτητα στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ωστόσο, η έρευνά μας αποκαλύπτει μια ανησυχητική αλληλουχία διορισμών στην Αρχή τους τελευταίους μήνες (τόσο σε επίπεδο Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει για τις υποθέσεις, όσο και σε επίπεδο Γενικής Διεύθυνσης, η οποία διερευνά τις υποθέσεις) που δικαιολογεί το βαθύ σκεπτικισμό που εκφράζεται για την ανεξαρτησία, αμεροληψία και αποτελεσματικότητα της Ελληνικής αρχής ανταγωνισμού.
Οι πρόσφατα διορισμένοι στη διοικητική ιεραρχία της αρχής ανταγωνισμού προκύπτει πράγματι ότι διατηρούσαν στενούς πολιτικούς δεσμούς με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και ότι πολλοί από αυτούς είχαν σχετικά περιορισμένη ή δεν είχαν καθόλου προηγούμενη διοικητική εμπειρία σε θέσεις ευθύνης πριν το διορισμό τους.
Τα ευρήματά μας επίσης εγείρουν αμφιβολίες για το εάν η πρόσφατη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι επαρκής και ικανή να προστατεύσει την ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητα των αρχών ανταγωνισμού στην Ευρώπη.
Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Ανταγωνισμού που διορίσθηκαν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ
Η κα Βασιλική Θάνου, πρώην επικεφαλής δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, διορίσθηκε Πρόεδρος της ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού στις 3 Ιανουαρίου 2019, προκαλώντας διαμαρτυρίες από αντιπολιτευόμενους πολιτικούς και σχολιαστές ότι εμπλεκόταν πολύ με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να είναι σε θέση να επιτελεί τα καθήκοντά της ανεξάρτητα και αμερόληπτα.
Σε επιστολή του προς την Ευρωπαία Επίτροπο Vestager τη εποχή που προτάθηκε για υποψήφια, ο ηγέτης του κεντροδεξιού κόμματος, κος Κυριάκος Μητσοτάκης, νυν Προωθυπουργός, προειδοποίησε ότι η υποψηφιότητα της κας Θάνου είναι απολύτως ασύμβατη με το ρόλο και την αποστολή της ανεξάρτητης αρχής.
Η Διεθνής Διαφάνεια άσκησε επίσης κριτική στην ελληνική κυβέρνηση την ίδια εποχή, διαπιστώνοντας ότι ο διορισμός της θέτει εντέλει σε αμφισβήτηση την ανεξαρτησία του οργάνου.
O Πρωθυπουργός A. Tσίπρας, έχει διορίσει πράγματι την κ. Θάνου σε μια σειρά σημαντικών θέσεων από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ ανήλθε στην εξουσία το 2015, προκαλώντας κάθε φορά έντονη κριτική ως προς τις περιστάσεις που οδήγησαν τελικώς στην επιλογή της.
Αφότου διορίστηκε επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστηρίου – έχοντας επιλεγεί μεταξύ αρχαιότερων συνυποψηφίων, γεγονός που επίσης είχε προκαλέσει επίσης αντιδράσεις – υπηρέτησε ως υπηρεσιακή Πρωθυπουργός από τις 27 Αυγούστου έως τις 21 Σεπτεμβρίου 2015, δηλαδή έως τις πρόωρες εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015.
Στην ύστερη δικαστική της καριέρα κατακρίθηκε για υποτιθέμενες παρεμβάσεις σε εν εξελίξει έρευνες. Μετά την αποχώρησή της λόγω συνταξιοδότησης, ο Πρωθυπουργός Α. Τσίπρας (ΣΥΡΙΖΑ) την διόρισε στις 11 Ιουλίου 2017 ως επικεφαλής του Νομικού του Γραφείου (Νομικό Γραφείο της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης), θέση από την οποία αποχώρησε για να αναλάβει το νέο της ρόλο ως Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Ήδη τον Απρίλιο του 2017, η κα Άννα Νάκου είχε επιλεγεί και διοριστεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως Αντιπρόεδρος της Αρχής. Η κα Νάκου μπήκε στην Υπηρεσία της ΕΑ το 2011 και δεν έχει ποτέ καταλάβει θέση ευθύνης (λ.χ. θέση Προϊσταμένης ή Διευθύντριας) στη Γενική Διεύθυνση της Αρχής.
Ο διορισμός της στην κορυφαία διοικητική θέση προκάλεσε σημαντικές πολιτικές αντιδράσεις εκείνη την περίοδο, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης να ισχυρίζονται ότι τα μόνα διαπιστευτήριά της για τη θέση αφορούν στις στενές πολιτικές της σχέσεις με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και, κυρίως, με τον τότε Υπουργό Ν. Παππά.
Και αυτό επειδή, πριν αναλάβει τα καθήκοντά της, είχε αποσπαστεί για αρκετά έτη στο πολιτικό γραφείο του Υπουργού Ν. Παππά ως σύμβουλός του:
Στις 13 Μαΐου 2015, λίγους μόνο μήνες αφότου ανέλαβε τη διακυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, η κ. Νάκου αποσπάστηκε στο πολιτικό γραφείο του Υπουργού Ν. Παππά, τότε Υπουργού Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, αποσπάστηκε εκ νέου (12 Οκτωβρίου 2015), στο πολιτικό γραφείο του Υπουργού Ν. Παππά, που ήταν και πάλι Υπουργός Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Μετά τον ανασχηματισμό του 2016, η κ. Νάκου αποσπάστηκε ξανά (1 Δεκεμβρίου 2016) στο γραφείο του Ν. Παππά, τότε Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Εξακολούθησε να είναι αποσπασμένη σύμβουλος του Υπουργού Ν. Παππά μέχρι και το διορισμό της ως Αντιπροέδρου της ΕΑ στις 6 Απριλίου 2017 – ενώ και η απόσπασή της πρακτικά ήρθη δύο μήνες μετά το διορισμό της στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΑ, στις 2 Ιουνίου 2017, με αναδρομική ισχύ.
Ενόσω ήταν αποσπασμένη στο γραφείο του Υπουργού Ν. Παππά, εργάσθηκε σε μία αμφιλεγόμενη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τους διαγωνισμούς για τις τηλεοπτικές άδειες, η οποία πρακτικά περιόριζε τον αριθμό των αδειών εθνικής εμβέλειας μόλις σε τέσσερις. Τελικώς, ο νόμος προσβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, και κρίθηκε αντισυνταγματικός.
Πρόσφατα, η συμμετοχή της κας Νάκου σε υποθέσεις μέσων μαζικής ενημέρωσης έγινε αντικείμενο κριτικής, διότι το πρώην αφεντικό της, ο Υπουργός Ν. Παππάς, ήταν αρμόδιος για την εποπτεία των μέσων μαζικής ενημέρωσης κατά το χρόνο μάλιστα που η κα Νάκου ήταν αποσπασμένη στο γραφείο του.
Περαιτέρω, ο κος Ιωάννης Παύλοβιτς, επίσης διορισμένος από το ΣΥΡΙΖΑ, κατείχε αμέσως πριν το διορισμό του στο Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής στις 7 Ιανουαρίου 2019, διάφορες θέσεις συμβούλου στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης:
Στις 6 Μαρτίου 2015, λίγους μόνο μήνες μετά την άνοδο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, διορίσθηκε από τον τότε Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, ως ειδικός σύμβουλος στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης.
Στις 7 Οκτωβρίου 2015, διορίσθηκε από τον τότε Πρωθυπουργό Προϊστάμενος του Γραφείου Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, θέση την οποία κατείχε έως στις 4 Ιανουαρίου 2019.
Την ίδια μέρα, ο τότε Πρωθυπουργός αποδέχθηκε την παραίτησή του και τον απάλλαξε από τα καθήκοντά του, για να διορισθεί ελάχιστες μέρες αργότερα, στις 7 Ιανουαρίου 2019, μέλος της Επιτροπής από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κο Δραγασάκη.
Ο κος Παύλοβιτς δεν φαίνεται να είχε γνώσεις ούτε και οποιαδήποτε εμπειρία στο δίκαιο ή τα οικονομικά του ανταγωνισμού.
Μεταγενέστεροι διορισμοί στην ιεραρχία της Γενικής Διεύθυνσης
Τους τελευταίους 5 μήνες, έγιναν τρεις διορισμοί σε κενωθείσες ανώτερες θέσεις της ιεραρχίας της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού: μία θέση του Γενικού Διευθυντή και δύο θέσεις Διευθυντών(σε σύνολο τεσσάρων).
Οι τοποθετήσεις αυτές μαρτυρούν την πολιτικοποίηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και εντείνουν τις ανησυχίες για την αμεροληψία και την αποτελεσματικότητά της. Συγκεκριμένα, τουλάχιστον δύο από τα διορισθέντα πρόσωπα ήταν τοποθετημένα μέχρι πρόσφατα ως σύμβουλοι υπουργών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ή άλλων ανώτατων στελεχών αυτής.
Η μέθοδος είναι η ίδια: ήταν και οι δύο στελέχη της Αρχής που είχαν αποσπαστεί στην κυβέρνηση μετά την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015 επέστρεψαν στην Αρχή για αναλάβουν ανώτατες θέσεις.
Δεν είχαν καθόλου ή είχαν περιορισμένη μόνο εμπειρία σε θέσεις ευθύνης στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού – παραγκωνίζοντας, εντωμεταξύ, στελέχη με περισσότερα χρόνια διοικητικής εμπειρίας και ευδόκιμη υπηρεσία σε θέσεις ευθύνης ως Προϊστάμενοι ή Διευθυντές. Σύμφωνα με πληροφορίες, και το πρόσωπο που διορίσθηκε στην τρίτη θέση συνδέεται με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Τα ευρήματα αυτά ρίχνουν πολιτικές σκιές στις πρόσφατες αλλαγές στη διοικητική ιεραρχία της ανεξάρτητης αρχής.
Ανεξάρτητα από το εάν οι αλλαγές αυτές μπορούν να επηρεάσουν την έρευνα ή το αποτέλεσμα εκκρεμών υποθέσεων, οι εντυπώσεις μετράνε. Το παράδειγμα τέτοιων τοποθετήσεων στην ιεραρχία μπορεί να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών και της κοινωνίας εν γένει ότι η αρχή ανταγωνισμού επιτελεί τα καθήκοντά της με αμερόληπτο και αποτελεσματικό τρόπο.
Είναι ανηφορικός ο δρόμος για τον νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει δεκαετίες τέτοιων μοντέλων διακυβέρνησης στην Ελλάδα.
Η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας τέτοιων ρυθμιστικών αρχών, για το μακροπρόθεσμο καλό της χώρας και του κόμματός του, είναι μια δύσκολη μάχη που αργά ή γρήγορα θα πρέπει να δώσει, εάν θέλει να ξαναδημιουργήσει πρότυπα δημοκρατικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα και να φτάσει στο ευρωπαϊκό επίπεδο λειτουργικότητας και αποτελεσματικότητας της διοίκησης.