Παρέμβαση για την Ελλάδα, μέσω άρθρου του στους Financial Times, έκανε ο Τόνι Μπλερ, σημειώνοντας ότι έχει μεν δίκιο ότι η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη, αλλά αυτό που προτείνει η ελληνική κυβέρνηση είναι λάθος.
Στο άρθρο του, με τίτλο «Δύο λάθος μονοπάτια για την Ευρώπη και ένας νέος τρίτος δρόμος», ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας τονίζει ότι δεν πρέπει να προσφέρονται λιτότητα και μεταρρυθμίσεις, αλλά ανάπτυξη και μεταρρυθμίσεις, ενώ αναφέρει ότι το ελληνικό ζήτημα είναι μέρος ενός μεγαλύτερου προβλήματος.
«Η Ευρώπη, ως ενότητα και ως ιδανικό, είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Οι χώρες χρειάζονται τη συλλογική δύναμη της Ευρώπης για να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους, την επιρροή και τις αξίες τους. Ομως, όπως δείχνει το αδιέξοδο με την Ελλάδα, η ήπειρος είναι σε κρίση. Κάποιοι βλέπουν στον ορίζοντα κάποιας μορφής συμβιβασμό.
Η ελληνική κυβέρνηση θα λυγίσει, η Τρόικα θα λυγίσει και κάπου στη μέση θα συμφωνήσουν», συνεχίζει ο Βρετανός, αλλά προσθέτει ότι ο ίδιος έχει διαφορετική άποψη. Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Η Ελλάδα είναι μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος. Η Αθήνα έχει δίκιο να λέει ότι η κατάσταση είναι μη βιώσιμη. Αλλά η λύση που προτείνει είναι λάθος.
Η υπόλοιπη Ευρώπη έχει επιβάλει ένα βάρος στην Ελλάδα, το οποίο δεν είναι δυνατό να επωμιστεί κανείς για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν ξέρω τι θα συνέβαινε στη Βρετανία αν η οικονομία μας συρρικνωνόταν κατά 25%, αλλά υποψιάζομαι ότι θα ήταν μία επανάσταση».
Το δίλημμα της Ελλάδας, αντικατοπτρίζει το δίλημμα της Ευρώπης, σημειώνει ο Μπλερ. «Η χώρα ξέρει ότι η αποχώρηση από το ευρώ θα ήταν- τουλάχιστον άμεσα- καταστροφική. Αλλά ο πόνος της διατήρησης των περιορισμών είναι αφόρητος. Ομως, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που επιθυμεί η υπόλοιπη Ευρώπη είναι πράγματι αναγκαίες. Για αυτό το πρόβλημα με την ελληνική κυβέρνηση δεν είναι απλά η αποπληρωμή του χρέους. Είναι η αντίθεσή της στη μεταρρύθμιση», τονίζει.
«Σε διαφορετική περίπτωση, η Ευρώπη είναι σε δύσκολη θέση με την Ελλάδα. Είτε κάνει μία συμφωνία που αντιμετωπίζεται ως σημαντική παραχώρηση προς την ελληνική κυβέρνηση και στη συνέχεια αποτελεί σημείο αναφοράς για άλλους υπονομεύοντας εκείνες τις κυβερνήσεις που έχουν προσπαθήσει να συμμορφωθούν με τους όρους της Ευρώπης, είτε η Ελλάδα υποχωρήσει, είτε εγκαταλείψει την Ευρωζώνη».