Μετά από μία πετυχημένη δοκιμή ενός πρωτοποριακού κινητήρα, στις 18 Μαΐου στην Αυστραλία, ο οποίος θα μπορεί να πετύχει τελική ταχύτητα 7 Mach, δηλαδή επταπλάσια από την ταχύτητα του ήχου, ήρθε πιο κοντά η εποχή μιας νέας «γενιάς» αεροσκαφών που θα καλύπτουν την απόσταση Λονδίνο – Νεα Υόρκη σε μόλις 35 λεπτά.
Ο λόγος είναι πως ο κινητήρας, τεχνολογίας scramjet, χρησιμοποιεί το οξυγόνο της ατμόσφαιρας, σε αντίθεση με τους πυραύλους. Ο κινητήρας έχει κατασκευασθεί από τα ερευνητικά τμήματα των ενόπλων δυνάμεων της Αυστραλίας και των ΗΠΑ, στο πλαίσιο του προγράμματος HIFiRE (Hypersonic International Flight Research Experimentation). Στο πρόγραμμα συμμετέχουν επίσης το πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ στην Αυστραλία, η Boeing και η γερμανική εταιρεία αεροδιαστημικής DLR.
Οι δοκιμές έχουν ξεκινήσει από το 2009 και αναμένεται να συνεχιστούν το 2018, με την ελπίδα πως θα ολοκληρωθούν με επιτυχία, ώστε ο κινητήρας να κάνει την εμφάνισή του σε επιβατικά αεροπλάνα που θα μειώσουν δραστικά τη διάρκεια των πτήσεων. Στην προχθεσινή δοκιμή, ο κινητήρας είχε προσαρτηθεί σε έναν πυραυλικό προωθητήρα, φθάνοντας σε υψόμετρο 278 χιλιομέτρων και πετυχαίνοντας ταχύτητα 7,5 Mach.
Η επίδοση αυτή ξεπερνά κατά πολύ τις ταχύτητες του γαλλικού Concorde και σημαίνει πως ένα αεροσκάφος με έναν τέτοιο κινητήρα δεν θα χρειαζόταν περισσότερο από 2 ώρες για να φθάσει ακόμη και στο πιο απομακρυσμένο σημείο του πλανήτη. «Εκτός από το ότι θα μπορεί κανείς να καλύψει μεγάλες αποστάσεις εξαιρετικά γρήγορα, η τεχνολογία είναι επίσης χρήσιμη ως μία εναλλακτική λύση για την εκτόξευση δορυφόρων στο διάστημα», σημειώνει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μάικλ Σμαρτ από το πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ, ο οποίος συμμετέχει στο HIFiRE.
Ο λόγος είναι πως ο κινητήρας, τεχνολογίας scramjet, χρησιμοποιεί το οξυγόνο της ατμόσφαιρας, σε αντίθεση με τους πυραύλους. Επομένως, υπόσχεται οχήματα εκτόξευσης τα οποία θα είναι ελαφρύτερα και ταχύτερα από τους πυραύλους, μειώνοντας επίσης το κόστος μεταφοράς ενός δορυφόρου στο διάστημα. Εκτός από τη λειτουργία της τεχνολογίας σε πραγματικές συνθήκες, στην πρόσφατη δοκιμή ελέγχθηκε κατά πόσο η θερμότητα που αναπτύσσεται στο σκάφος θα μπορούσε να παραμορφώσει το κέλυφός του. Η επόμενη δοκιμή προγραμματίζεται για το 2017.