«Σε επίπεδο οικονομίας, τα σημάδια ανάκαμψης είναι πλέον ορατά», τόνισε ο Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας μιλώντας στο 19o ετήσιο συνέδριο του Capital Link, που πραγματοποιείται στη Νέα Υόρκη.
Ο κύριος Φραγκιαδάκης μεταξύ άλλων τόνισε σχετικά:
«Πέραν του απόλυτου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ έχει ιδιαίτερη σημασία η ευρεία συμμετοχή εταιριών όλων των μεγεθών και τομέων της οικονομίας σε αυτή την ανάκαμψη, ώστε να μπορούν τα οφέλη να διαχυθούν στην οικονομία.
Για τις τράπεζες, η επιστροφή στην κανονικότητα σηματοδοτείται από δυο χαρακτηριστικά: αύξηση εσόδων μέσω πιστωτικής επέκτασης και αύξηση της κερδοφορίας από την αποκλιμάκωση των προβλέψεων», τόνισε.
«Το τραπεζικό σύστημα έχει διανύσει μια πορεία ανάκαμψης και σταθεροποίησης.
Η επίτευξη σταθερής κερδοφορίας, η συνεχής βελτίωση της ποιότητας χαρτοφυλακίου και η πρόσβαση στις διεθνείς αγορές είναι στοιχεία απαραίτητα αλλά και αρκετά για να βεβαιώσουν και να συνεχίσουν την επιτυχημένη πορεία του κλάδου έως τώρα»
Σε επιταχυνόμενη τροχιά εξομάλυνσης έχουν εισέλθει οι ελληνικές τράπεζες, καταγράφοντας σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και σταθερή επαναφορά των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα, τόνισε, μεταξύ άλλων και ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου, μιλώντας επίσης στο 19o ετήσιο συνέδριο του Capital Link, στη Νέα Υόρκη.
Η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών είναι ισχυρή και ενισχύεται περαιτέρω μέσω κινήσεων ενεργούς διαχείρισης των κινδύνων ισολογισμού, ενώ παράλληλα και η ρευστότητα βελτιώνεται, καθώς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα ανακτά την πρόσβαση στις αγορές και μειώνει τη χρηματοδότησή του από το ευρωσύστημα, σημείωσε ο κ. Μεγάλου.
Όπως εξήγησε, οι επιδόσεις αυτές επιτεύχθηκαν κυρίως λόγω της πολιτικής σταθερότητας, της βελτίωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και των αποφασιστικών κινήσεων που πραγματοποίησαν οι νέες διοικητικές ομάδες των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
[irp posts=”164743″ name=”Oι Eλληνικές τράπεζες έχουν επιστρέψει σε οργανική κερδοφορία δηλώνει από την Νέα Υόρκη ο Νίκος Καραμούζης”]
Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς υπογράμμισε ότι οι προκλήσεις παραμένουν ενόψει των επικείμενων εποπτικών ασκήσεων, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του προτύπου IFRS9, την ίδια στιγμή που τα υπόλοιπα των προβληματικών δανείων παραμένουν υψηλά και το πρόγραμμα αποεπενδύσεων μη κύριων στοιχείων ενεργητικού απαιτητικό.
Σε κάθε περίπτωση, οι προοπτικές των τραπεζών στην Ελλάδα, σε ευθυγράμμιση με την πορεία της οικονομίας, είναι τώρα στο πιο ευνοϊκό σημείο από την έναρξη της κρίσης, τόνισε ο κ. Μεγάλου.
Η Τράπεζα Πειραιώς υλοποιεί την Agenda 2020, ένα στρατηγικό σχέδιο με όραμα «να είναι η πλέον αξιόπιστη τράπεζα στην Ελλάδα, δημιουργώντας αξία για τους μετόχους, τους πελάτες και τους εργαζομένους της» και με βάση, όπως σημείωσε ο κ. Μεγάλου, τέσσερις στρατηγικές προτεραιότητες: εστίαση στον πελάτη, διοικητική υπευθυνότητα, κουλτούρα επιδόσεων, επιχειρηματική αειφορία.
Ο CEO του Ομίλου Πειραιώς αναφέρθηκε εκτενώς στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο χαρακτήρισε ως τη «μεγαλύτερη πρόκληση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος».
Σύμφωνα με την Agenda 2020, η Τράπεζα Πειραιώς επιδιώκει τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από τα 20 δισ. ευρώ και των μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από 10 δισ. ευρώ ως το τέλος του 2020, από 34 και 22 δισ. ευρώ αντιστοίχως.
Πρόκειται για στόχους που είναι εναρμονισμένοι με τις δεσμεύσεις έναντι του SSM, και είναι «επιτεύξιμοι και ρεαλιστικοί», όπως εκτίμησε ο κ. Μεγάλου.
Tα αποθέματα των NPEs και των NPLs της Πειραιώς βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 24 μηνών, και οι επιδόσεις αυτές ενισχύονται από χαμηλότερες εισροές νέων δανείων σε καθυστέρηση, και υψηλότερη κάλυψη από προβλέψεις.
Όπως ανέφερε ο επικεφαλής του Ομίλου Πειραιώς, καταγράφεται βελτίωση στην ποιότητα του ενεργητικού σε όλα τα επίπεδα: μικρότερες εισροές νέων καθυστερήσεων, αύξηση των εισπράξεων και της «θεραπείας», ενίσχυση των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων, υποχώρηση της επαναθέτησης.
Ο κ. Μεγάλου τόνισε ότι η επιτυχία του σχεδιασμού εξαρτάται από τον συνδυασμό των εργαλείων διαχείρισης, και στην κατεύθυνση αυτή η τράπεζα θα δώσει έμφαση σε πιο δραστικές αναδιαρθρώσεις, ενώ προχωρά και σε πωλήσεις δανείων.
Οι πρώτες δύο συναλλαγές, περίπου συνολικού ύψους 3 δισ. ευρώ, θα πραγματοποιηθούν στο πρώτο εξάμηνο του 2018 και ήδη καταγράφεται σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον.