Αν δεν μετάσχουν οι καναλάρχες στη διαδικασία αδειοδότησης, η κυβέρνηση θα πρέπει να διακόψει τη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών δημιουργώντας «μερικές ΕΡΤ του ιδιωτικού τομέα που θα διακόψουν ταυτόχρονα το πρόγραμμά τους και θα πέσει μαύρο στις οθόνες», αναφέρει στέλεχος τηλεοπτικού σταθμού.
Μαζικά ετοιμάζονται να στρέψουν την πλάτη οι ιδιοκτήτες των μεγάλων τηλεοπτικών σταθμών στον διαγωνισμό που δρομολογεί η κυβέρνηση για τις άδειες τηλεοπτικού περιεχομένου. Το θερμόμετρο μεταξύ κυβέρνησης και βασικών μετόχων των καναλιών ανεβαίνει σταθερά και οι δύο πλευρές, σιωπηλά, χωρίς να τραβούν την προσοχή, έχουν ήδη πάρει θέσεις μάχης. Οι πρόσφατες δηλώσεις που έκανε ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς, σύμφωνα με τις οποίες η κυβέρνηση δεν μπορεί να αγνοήσει ότι η ελληνική αγορά έχει μικρύνει, όπως και η διαφημιστική αγορά και «άρα θα έχουμε μικρότερο αριθμό αδειών», σε συνδυασμό με την κυβερνητική πρόθεση να μην υιοθετήσει ένα πλαίσιο μοριοδότησης των υφιστάμενων σταθμών, θεωρήθηκε από την άλλη πλευρά ότι δυναμιτίζουν το κλίμα.
Οι καναλάρχες, σύμφωνα με πληροφορίες, σχεδόν σε καθολική βάση έχουν αποφασίσει να αγνοήσουν τη διαγωνιστική διαδικασία που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση για τις άδειες.
Θεωρούν ότι πρόκειται για παράτυπη διαδικασία από την πλευρά του Δημοσίου, η οποία στερείται νομικής βάσης. Είναι βέβαιοι για τη νομική κατοχύρωση της λειτουργίας των εταιρειών τους και, όπως λένε, είναι έτοιμοι να προσφύγουν και στα ευρωπαϊκά δικαστήρια ζητώντας την προστασία των επιχειρηματικών τους συμφερόντων. Οσον αφορά στο θέμα της μη μοριοδότησης των υφιστάμενων σταθμών, ανοίγει ο ασκός του Αιόλου, καθώς αγνοούνται επιχειρήσεις που ασκούν επί πολλά χρόνια τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, πληρώνουν φόρους, ασφαλιστικές εισφορές κ.ά. Είναι γεγονός ότι η χορήγηση αδειών από μηδενική βάση δημιουργεί τον κίνδυνο οι επιχειρηματίες να εγκαταλείψουν τις υφιστάμενες επιχειρήσεις στην τύχη τους ώστε να «σκάσουν» και να διεκδικήσουν νέες άδειες για σταθμούς οι οποίοι θα ξεκινήσουν χωρίς να επιβαρύνονται από δάνεια, προσωπικό με συγκεκριμένες σχέσεις εργασίας κ.λπ.
Με την αποχή από τη διαδικασία των αδειών, οι υφιστάμενοι τηλεοπτικοί σταθμοί περνούν την μπάλα στο γήπεδο της κυβέρνησης, προκειμένου να αναλάβει το βάρος των αποφάσεων για την πολιτική που τηρεί απέναντί τους. Αν δεν μετάσχουν στη διαδικασία αδειοδότησης, η κυβέρνηση θα πρέπει να διακόψει τη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών, κάτι το οποίο σημαίνει ότι αρκετές εκατοντάδες δημοσιογράφοι, τεχνικοί, διοικητικοί υπάλληλοι κ.ά. θα μείνουν χωρίς δουλειά. «Ας έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ να τα κλείσει και να αφήσει τους δημοσιογράφους άνεργους», λένε χαρακτηριστικά στελέχη τηλεοπτικών σταθμών. Ταυτόχρονα, όμως, θα δημιουργηθεί και θέμα δημοσιογραφικού πλουραλισμού, καθώς σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα έχουμε «μερικές ΕΡΤ του ιδιωτικού τομέα που θα διακόψουν ταυτόχρονα το πρόγραμμά τους και θα πέσει μαύρο στις οθόνες», όπως αναφέρει στέλεχος τηλεοπτικού σταθμού που παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Ούτως ή άλλως, όμως, αν η κυβέρνηση πράγματι αποφασίσει να περιορίσει τον αριθμό των νέων αδειών -όπως φημολογείται- σε μόλις τέσσερις, επειδή τα πανελλαδικής εμβέλειας κανάλια είναι σήμερα οκτώ, τα λουκέτα και οι συγχωνεύσεις είναι αναπόφευκτα.
Οι βασικοί μέτοχοι των καναλιών θεωρούν ότι η κυβέρνηση εγείρει σε βάρος τους αδικαιολόγητες οικονομικές απαιτήσεις σε μια ιδιαίτερα δυσμενή συγκυρία για την οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων. Πιστεύουν ότι η συγκεκριμένη προσπάθεια γίνεται συστηματικά και μεθοδικά προκειμένου οι τηλεοπτικές επιχειρήσεις να είναι -στην καλύτερη περίπτωση- σε καθεστώς ιδιότυπης ομηρίας. Γυρνώντας την πλάτη στον διαγωνισμό για τις άδειες, θα μεταφέρουν την ευθύνη για το βάρος των εξελίξεων στις κυβερνητικές αποφάσεις και τους χειρισμούς.
Αστήρικτες απαιτήσεις
Πέραν της δικαστικής έρευνας που είναι σε εξέλιξη σε σχέση με τον δανεισμό των μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι διαθέσεις της κυβέρνησης απέναντι στους τηλεοπτικούς σταθμούς έγιναν εμφανείς και από την πρόσφατη πρότασή της που κατατέθηκε στους δανειστές.
Σε αυτήν, συνολικά προϋπολογίζονται έσοδα 440 εκατ. ευρώ από τους τηλεοπτικούς σταθμούς.
Ειδικότερα, 100 εκατ. ευρώ αναφέρεται ότι θα προέλθουν από την εφαρμογή του φόρου 20% επί των διαφημίσεων. Είναι απορίας άξιο πώς θα επιτευχθεί ο στόχος των 100 εκατ. ευρώ, όταν ο ετήσιος τζίρος των διαφημίσεων στην τηλεόραση είναι σήμερα της τάξης των 200 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον ποσό 120 εκατ. ευρώ προϋπολογίζεται ότι θα εισπραχθεί από τις άδειες τηλεοπτικού περιεχομένου των σταθμών. Επίσης, ποσό 220 εκατ. ευρώ υποστηρίζει η κυβέρνηση ότι θα εισπραχθεί από τα καθυστερημένα τέλη συχνοτήτων της αναλογικής περιόδου, που είναι 2% επί του τζίρου. Δεδομένου ότι τα εθνικής εμβέλειας κανάλια έχουν εξοφλήσει τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις, προφανώς φαίνεται ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να πιέσει τους ιδιοκτήτες των 105 περιφερειακών καναλιών να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη.
Υπάρχει και το θέμα που συνδέεται με τις αποφάσεις του υπουργού Επικρατείας να διεκδικήσει αναδρομικά τα τέλη χρήσης συχνοτήτων από το 2011 έως και το 2014, συνολικού ύψους 24.150.633,93 ευρώ από τα πανεθνικής εμβέλειας κανάλια. Ηδη το πρώτο θερμό επεισόδιο διαδραματίστηκε στις δικαστικές αίθουσες, όπου οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας κατέθεσαν και κέρδισαν αίτηση αναστολής πληρωμής των συγκεκριμένων τελών μέχρι και την οριστική εκδίκαση της υπόθεσης. Το αίτημα των καναλιών υποστήριξαν στο δικαστήριο δύο καθηγητές του Διοικητικού Δικαίου που προσέλαβε γι’ αυτόν τον λόγο η Ενωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ), οι κύριοι Πάνος Λαζαράτος και Χαράλαμπος Χρυσανθάκης.