Είναι αδύνατο να αντέξουμε να κάνουμε επί ώρες το ίδιο πράγμα χωρίς ένα διάλειμμα στο ενδιάμεσο. Άλλοι επιλέγουν να περπατήσουν για μερικά λεπτά ώστε να ξεπιαστούν, άλλοι πίνουν στα γρήγορα ένα καφέ και άλλοι διαβάζουν τα νέα της ημέρας.
Οι επιστήμονες εξέτασαν ποια είναι η ιδανική «στρατηγική» που πρέπει να ακολουθήσουμε ώστε να επωφεληθούμε από το διάλειμμα στο μέγιστο βαθμό.
Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Applied Psychology, ως διάλειμμα ορίζεται ως «ο χρόνος που, επίσημα ή ανεπίσημα, κατά τη διάρκεια μιας εργάσιμης ημέρας ένας εργαζόμενος δεν απαιτείται ή αναμένεται να ασχοληθεί με δραστηριότητες που άπτονται του εργασιακού του αντικειμένου, όπως ένα διάλειμμα για φαγητό, καφέ, ανταλλαγή προσωπικών e-mail ή κοινωνικές συναναστροφές με συναδέλφους, χωρίς να περιλαμβάνεται το διάλειμμα για επίσκεψη στην τουαλέτα».
Οι Αμερικανοί επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Μπέιλορ ανέλυσαν 959 παλαιότερες δημοσκοπήσεις και διαπίστωσαν ότι η καλύτερη ώρα να κάνει κανείς διάλειμμα από τη δουλειά είναι κάποια στιγμή αργά το πρωί προς το μεσημέρι. Η διακοπή της εργασίας κάποια στιγμή το πρωί βοηθά να αναπληρωθούν τα επίπεδα ενέργειας, να ενισχυθεί η συγκέντρωση και να επιστρέψει πιο κινητοποιημένος ο εργαζόμενος στη δουλειά του.
Το διάλειμμα πρέπει επίσης να είναι ποιοτικό, σημειώνουν οι ερευνητές, δηλαδή να το αφιερώνουμε σε κάποια δραστηριότητα που απολαμβάνουμε. Έσπευσαν βέβαια να υπογραμμίσουν ότι σε καμία περίπτωση αυτό δε σημαίνει πως ένας εργαζόμενος δεν μπορεί να απολαμβάνει την ίδια τη δουλειά του, καθώς διαπιστώθηκε ότι ένα διάλειμμα που σχετίζεται κατά οποιοδήποτε τρόπο με τα εργασιακά καθήκοντα μπορεί επίσης να θεωρηθεί αναζωογονητικό. Ένα ποιοτικό διάλειμμα από τη δουλειά φάνηκε να συνδέεται με λιγότερα σωματικά συμπτώματα (π.χ. πονοκέφαλος, πόνος στα μάτια, πόνος στη μέση και τον αυχένα) αλλά και με αυξημένη ικανοποίηση από τη δουλειά.