Η υπνική παράλυση περιγράφεται από όσους την έχουν βιώσει ως η τρομακτική αίσθηση ότι δεν μπορούν να κινηθούν ενώ διατηρούν τις αισθήσεις τους.
Πρόκειται για μια διαταραχή του ύπνου που έχει αποδοθεί ανά τους αιώνες, σχεδόν σε όλους τους πολιτισμούς, στην παρουσία «δαιμόνων» και «σκοτεινών» νυκτόβιων πλασμάτων.
Τα συμπτώματα της υπνικής παράλυσης ποικίλλουν τόσο ως προς τη φύση τους όσο και ως προς την έντασή τους από άτομο σε άτομο, κοινός παρονομαστής είναι όμως η αδυναμία κίνησης, η πλήρης συνειδητότητα και το αίσθημα του φόβου.
Οι επιστήμονες που μελετούν τον ύπνο έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η υπνική παράλυση αποτελεί ένδειξη ότι η μετάβαση από το ένα στάδιο του ύπνου στο άλλο δεν πραγματοποιείται ομαλά. Σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις η υπνική παράλυση έχει συνδεθεί με υποκείμενη ψυχιατρική διαταραχή.
Το φαινόμενο της υπνικής παράλυσης εκδηλώνεται κατά τη μετάβαση από τα στάδια του ύπνου στα στάδια της συνειδητότητας. Κατά τη μετάβαση αυτή, το άτομο αδυνατεί να κουνηθεί και/ή να μιλήσει για διάστημα μερικών δευτερολέπτων έως μερικών λεπτών. Ορισμένα άτομα αισθάνονται επίσης πίεση στο στήθος τους ή νιώθουν ότι πνίγονται.
Η υπνική παράλυση χωρίζεται σε δύο τύπους, ανάλογα με τη χρονική στιγμή στην οποία εκδηλώνεται: Ο πρώτος τύπος είναι η υπναγωγική υπνική παράλυση, η οποία εκδηλώνεται ενώ περνάμε από το στάδιο της συνειδητότητας στο στάδιο του ύπνου και ο δεύτερος τύπος είναι η υπνοπομπική υπνική παράλυση, η οποία εκδηλώνεται κατά την αφύπνιση, όταν δηλαδή περνάμε από το στάδιο του ύπνου στο στάδιο της συνειδητότητας.
Η υπνική παράλυση είναι συχνότερη απ” ό,τι θα περίμενε κανείς. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, εκδηλώνεται σε ποσοστό έως και 40% του γενικού πληθυσμού, με τα πρώτα επεισόδια να καταγράφονται συνήθως στην εφηβεία. Παράγοντες που έχουν συνδεθεί με τη διαταραχή του ύπνου είναι οι εξής:
– έλλειψη ύπνου
– ακανόνιστο πρόγραμμα ύπνου
– αυξημένο στρες
– άλλες διαταραχές του ύπνου, όπως ναρκοληψία
– κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών