Ο Προφήτης Ηλίας, ο μεγάλος αυτός προφήτης τιμάται από την Εκκλησία στις 20 Ιουλίου.
Με τη γιορτή αυτή έχουν συνδεθεί πολλές παραδόσεις και έθιμα της πατρίδος μας. Νοσταλγικοί περίπατοι και εκδρομές για να επισκεφθούν τα εκκλησάκια που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι τοποθετημένα στις κορυφές βουνών, λαϊκά προσκυνήματα και πανηγύρια.
Πολύς κόσμος το έχει μάλιστα «τάμα» να κάνει την διαδρομή με τα πόδια ενώ πολλοί ασθενείς επικαλούνται την βοήθειά του για θεραπεία των ασθενειών τους.
Σε πολλές περιοχές, ιδιαίτερα στη Θράκη και τη Μακεδονία, ο προφήτης Ηλίας θεωρούνταν κύριος της βροχής, των βροντών και των κεραυνών.
Αυτό εξηγείται από τα γεγονότα που εξιστορούνται στην Παλαιά Διαθήκη για την ξηρασία που επέβαλε ο Ηλίας και το μετά τριετία άνοιγμα του ουρανού για να ξαναπέσει βροχή.
Οι χωρικοί μάλιστα της Βόρειας Θράκης, πού ήρθαν στην Ελλάδα το 1923 και εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Μακεδονία, πρόσφεραν στον άγιο «κουρμπάνι».
Ο κίνδυνος από την κάψα του ηλίου, αλλά και από την καλοκαιρινή νεροποντή, συνδέθηκε με τον προφήτη Ηλία.
Σε αλλά μέρη της Μακεδονίας η δοξασία για την καταδίωξη του διαβόλου από τον προφήτη συναντάται παραλλαγμένη:
Ο Ηλίας δεν κυνηγάει το διάβολο αλλά τη «λάμια», η οποία καταστρέφει τις καλλιέργειες του ανθρώπου.
Οι χριστιανοί στη Βουλγαρία πίστευαν ότι ὁ άγιος κυνηγάει τη «λάμια» καθισμένος πάνω σε χρυσό άρμα και καταδιώκει το δράκο που τρώει τα γεννήματά τους στα χωράφια. Μόλις ο προφήτης τον δει, ρίχνει εναντίον του τους κεραυνούς.
O προφήτης Ηλίας τιμάται στην κορυφή λόφων, υψωμάτων και βουνών («στα ψηλώματα»).
Πολλές κορυφές φέρουν το όνομα του και οι περισσότερες έχουν εκκλησάκια ή εικονοστάσια αφιερωμένα σ’ αυτόν γι’ αυτό τον λόγο. Η εξήγηση για την τιμή αυτή «στα ψηλώματα» συνδέεται με διάφορες κατά περιοχές παραδόσεις του λαού.
Στην Αχαΐα διηγούνται ότι «ο Άι Λιας ήταν ναύτης, και επειδή έπαθε πολλά στη θάλασσα και πολλές φορές κόντεψε να πνιγεί, βαρέθηκε τα ταξίδια και αποφάσισε να πάει σε μέρος που να μη ξέρουν τι είναι θάλασσα και τι είναι καράβια.
Βάζει το λοιπόν στον ώμο το κουπί του και βγαίνει στη στεριά.
Όποιον συναντούσε τον ρωτούσε τι είναι αυτό πού βαστάει. Όσο του έλεγαν “κουπί” τραβούσε ψηλότερα, ώσπου έφτασε στην κορυφή του βουνού.
Ρωτάει τους ανθρώπους που βρήκε εκεί τι είναι, και του λένε “ξύλο”. Κατάλαβε λοιπόν πως αυτοί δεν είχαν δει ποτέ τους κουπί και έμεινε μαζί τους εκεί στα ψηλά».
Σύμφωνα με παραλλαγή της παράδοσης αυτής στην Κεφαλονιά, ο άγιος είναι στις κορυφές, γιατί δεν πάτησε ποτέ στον κάμπο, ούτε σε χώμα τον θάψανε. Γυρίζει με το άρμα του στον ουρανό και μονάχα στις κορυφές στέκει και ανασαίνει. Κι όταν ζούσε, έτσι του άρεσε να βρίσκεται στα βουνά».
Η ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ
Ο Ιερεύς: Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε, νύν καί αεί καί εις τούς αιώνας τών αιώνων. Ο Αναγνώστης: Αμήν. Ψαλμός ρμβ΄ (142) Κύριε, εισάκουσον τής προσευχής μου, ενώτισαι τήν δέησίν μου εν τή αληθεία σου, εισάκουσόν μου εν τή δικαιοσύνη σου καί μή εισέλθης εις κρίσιν μετά τού δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πάς ζών. ότι κατεδίωξεν ο εχθρός τήν ψυχήν μου, εταπείνωσεν εις γήν τήν ζωήν μου, εκάθισε μέ εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνος καί ηκηδίασεν έπ εμέ τό πνεύμά μου, εν εμοί εταράχθη η καρδία μου. Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοίς έργοις σου, εν ποιήμασι τών χειρών σου εμελέτων. διεπέτασα πρός σέ τάς χείράς μου, η ψυχή μου ως γή άνυδρος σοί. Ταχύ εισάκουσόν μου, Κύριε, εξέλιπε τό πνεύμά μου μή αποστρέψης τό πρόσωπόν σου άπ εμού, καί ομοιωθήσομαι τοίς καταβαίνουσιν εις λάκκον. ακουστόν ποίησον μοί τό πρωΐ τό έλεός σου, ότι επί σοί ήλπισα γνώρισον μοί, Κύριε, οδόν, εν ή πορεύσομαι, ότι πρός σέ ήρα τήν ψυχήν μου εξελού μέ εκ τών εχθρών μου, Κύριε, ότι πρός σέ κατέφυγον. δίδαξον μέ τού ποιείν τό θέλημά σου, ότι σύ ει ο Θεός μου τό πνεύμά σου τό αγαθόν οδηγήσει μέ εν γή ευθεία.
Παρακλητικός Κανών Προφήτη Ηλία
Ένεκεν τού ονόματός σου, Κύριε, ζήσεις μέ, εν τή δικαιοσύνη σου εξάξεις εκ θλίψεως τήν ψυχήν μου καί εν τώ ελέει σου εξολοθρεύσεις τούς εχθρούς μου καί απολείς πάντας τούς θλίβοντας τήν ψυχήν μου, ότι εγώ δούλός σου ειμι.
Θεός Κύριος, καί επέφανεν ημίν, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Στίχος ά΄. Εξομολογείσθε τώ Κυρίω, καί επικαλείσθε τό όνομα τό άγιον αυτού.
Θεός Κύριος, καί επέφανεν ημίν, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Στίχος β΄. Πάντα τά έθνη εκύκλωσαν μέ, καί τώ ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς.
Θεός Κύριος, καί επέφανεν ημίν, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Στίχος γ΄. Παρά Κυρίου εγένετο αύτη, καί έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών.
Θεός Κύριος, καί επέφανεν ημίν, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.
Είτα τά παρόντα Τροπάρια.
Ήχος δ΄ Τή Θεοτόκω
Τόν τών αρρήτων μυστηρίων επόπτην, καί ζηλωτήν Θεού τού ζώντος προφήτην, ανευφημούντες κράξωμεν εκ βάθους ψυχής, Ηλία μεγαλώνυμε, ταίς πρεσβείαις σου ρύσαι, εκ τών αναγκών ημάς, καί παντοίων κινδύνων, μή πάσης άλλης βλάβης καί φθοράς, τούς προσφυγόντας, θεόπτα, τή σκέπη σου.
Δόξα Πατρί καί Υιώ καί Αγίω Πνεύματι.
Καί νύν καί αεί καί εις τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν.
Θεοτοκίον.
Ου σιωπήσομεν πότε Θεοτόκε, τάς δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι, ει μή γάρ σύ προΐστατο πρεσβεύουσα, τίς ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων; τίς δέ διεφύλαξεν έως νύν ελευθέρους; ουκ αποστώμεν Δέσποινα έκ σού, σούς γάρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.
Ψαλμός ν΄ (50)
Ελέησον μέ, ο Θεός, κατά τό μέγα έλεός σου καί κατά τό πλήθος τών οικτιρμών σου εξάλειψον τό ανόμημά μουεπί πλείον πλύνον μέ από τής ανομίας μου καί από τής αμαρτίας μου καθάρισον μέ. Ότι τήν ανομίαν μου εγώ γινώσκω, καί η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστι διαπαντός. Σοί μόνω ήμαρτον καί τό πονηρόν ενώπιόν σου εποίησα, όπως άν δικαιωθής εν τοίς λόγοις σου, καί νικήσης εν τώ κρίνεσθαι σέ. Ιδού γάρ εν ανομίαις συνελήφθην, καί εν αμαρτίαις εκίσσησε μέ η μήτηρ μου. Ιδού γάρ αλήθειαν ηγάπησας, τά άδηλα καί τά κρύφια της σοφίας σου εδήλωσας μοί.
Ραντιείς μέ υσσώπω, καί καθαρισθήσομαι, πλυνείς μέ, καί υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοί αγαλλίασιν καί ευφροσύνην, αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα. Αποστρεψον τό πρόσωπόν σου από τών αμαρτιών μου καί πάσας τάς ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός, καί πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοίς εγκάτοις μου.
Μή απορρίψης μέ από τού προσώπου σου καί τό πνεύμά σου τό άγιον μή αντανέλης άπ εμού. Απόδος μοί τήν αγαλλίασιν τού σωτηρίου σου καί πνεύματι ηγεμονικώ στήριξον μέ. Διδάξω ανόμους τάς οδούς σου, καί ασεβείς επί σέ επιστρέψουσι.
Ρύσαι μέ εξ αιμάτων ο Θεός, ο Θεός τής σωτηρίας μουαγαλλιάσεται η γλώσσά μου τήν δικαιοσύνην σου. Κύριε, τά χείλη μου ανοίξεις, καί τό στόμα μου αναγγελεί τήν αίνεσίν σου.
Ότι ει ηθέλησας θυσίαν, έδωκα άνολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις. Θυσία τώ Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει. Αγάθυνον, Κύριε, εν τή ευδοκία σου τήν Σιών, καί οικοδομηθήτω τά τείχη Ιερουσαλήμ τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν καί ολοκαυτώματα τότε ανοίσουσιν επί τό θυσιαστήριόν σου μόσχους.
Καί ο Κανών τού Κυρίου Ιωσήφ, φιορθωθείς, ού η ακροστιχίς. Νέμοις μάκας μοί θείαν Ηλιού χάριν. Ιωσήφ.
Ωδή ά΄. Ήχος πλ. δ΄. Αρματηλάτην Φαραώ.
Νενεκρωμένην τήν ψυχήν μου ζώωσον, ως τόν τήν χήρας υιόν, καί αρεταίς θείαις, μάκαρ καταλάμπρυνον, καί πρός ζωήν οδήγησον, καί τής αιωνιζούσης, τρυφής αναδείξον μέτοχον, σού κατατρυφάν εφιέμενον.
Εν τώ σέ τίκτεσθαι ο σός μεμύηται, γεννήτωρ μέγιστον, ως αληθώς θαύμα, πύρ γάρ σιτιζόμενο, φλογί τέ σπαργανούμενον, σέ τεθέαται μάκαρ, διό ταίς σαίς παρακλήσεσι, ρύσαι μέ πυρός αιωνίζοντος.
Μεγαλυνθείς ταίς πρός Θεόν σου νεύσεσι, ζηλών εζήλωσας, ως αληθώς μάκαρ, τώ Κυρίω πάντοτε, διό μέ ενδυνάμωσον, ζήλου θείου πλησθέντα, τό ένθεον πράττειν βούλημα, ίνα σέ γεραίρω σωζόμενος.
Θεοτοκίον.
Ο υπερούσιος Θεός, Πανάμωμε, έκ σού σεσάρκωται, καί δί ημάς ώφθη, καθ ημάς ως άνθρωπος, όν εκτενώς ικέτευε, υπέρ πάντας ανθρώπους, ημαρτηκότα μέ, Παναγνέ, σώσαι καί κολάσεως ρύσασθαι.
Ωδή γ. Ουρανίας αψίδος
Ιερείς τής αισχύνης, ως δυσμενείς έκτεινας, ένδοξε προφήτα ζήλω, Θεού πυρπολούμενος, όθεν κραυγάζω σοί, τών τής αισχύνης μέ έργων, καί διαιωνίζοντος πυρός εξάρπασον.
Σέ προβάλλομαι πρέσβυν, πρός τόν Θεόν μέγιστον, σώζειν μέ δυνάμενον, πάσης, μάκαρ, κακώσεως, προσεπικάμφθητι, τή ταπεινή μου δεήσει, καί μή υπερίδης μέ παρακαλούντα σέ.
Μεγαλύνει Θεός σέ, ο παντουργός ένδοξε, πάλαι, Ηλιού, δί ορνέου, τρέφων προφήτα σέ, όν εκδυσώπησον, τής αιωνίου τρυφής μέ, καί φωτός τού μέλλοντος ποιήσαι μέτοχον.
Θεοτοκίον.
Αδιόδευτε πύλη, η πρός Θεόν φέρουσα, πύλας μετανοίας μοί, Κόρη, ανοιξον δέομαι, αποκαθαίρουσα, αμαρτιών μου τόν ρύπον, όμβροις τού ελέους σου, Θεοχαρίτωτε.
Ωδή δ΄. Σύ μου ισχύς, Κύριε
Κάμπτει τόν σόν, ζήλον Θεός πυρακτούμενον, καί πρός χήραν, πέμπει διατρέφεσθαι, τόν γυναικός, πάλαι απειλή, Ηλιού, φυγάδα γεγενημένον, θεσπέσιε, διό σέ ικετεύω, τήν ψυχήν μου πεινώσαν, διαθρέψαι ενθέοις χαρίσμασιν.
Αμαρτιών, νέφη δεινά συγκαλύπτει μέ, τρικυμίαι, βίου μέ χειμάζουσι, καί επιπνέουσι χαλεπώς, κατά τής ψυχής μου, τής πονηρίας τά πνεύματα. Προφήτα θεηγόρε, κυβερνήτης γενού μοί, σωτηρίας πρός όρμον ιθύνων μέ.
Ρώσιν ψυχής, ρώσιν παρασχου μοί σώματος, τόν τάς νόσους, πάντων αφαιρούμενον, εκδυσωπών, μάκαρ Ηλιού, Κύριόν της δόξης, καί αβλαβώς διατρέχειν μέ, τά σκάνδαλα τού βίου, κατευόδωσον σέ γάρ, αγαθόν μου προστάτην προβάλλομαι.
Θεοτοκίον.
Μετά πασών, τών ουρανίων Δυνάμεων, μετά πάντων, Δέσποινα πανάμωμε, τών προφητών καί τών αθλητών καί τών αποστόλων, καί τών οσίων ικέτευε, τυχείν μέ σωτηρίας, τόν πολλά αμαρτώντα, καί ρυσθήναι μελλούσης κολάσεως. χριστιανος.gr
Ωδή ε΄. Ίνα τί μέ απώσω
Ομβροτόκους νεφέλας, είργεις πυρακτούμενος ζήλω τής πίστεως, αλλά δέομαί σου, Ηλιού, ιεραίς μεσιτείαις σου, τήν φλογμώ τακείσαν, τών ηδονών ψυχήν μου, θείαις επομβρίαις, άρδευσαι καί σώσαι μέ.
Ιερεύς δεδειγμένος, τέθυκας αθώοις σου χερσί, πανόλβιε, τών προσοχθισμάτων, ιερείς ενεργούντας τά άτοπα, αλλά δέομαί σου, πάσης ατόπου αμαρτίας, αβλαβή μέ, προφήτα, συντήρησον.
Θαυμαστούσαι, προφήτα, θείαις επικλήσεσι φλέγων τά θύματα, εκτελέσας πίστει, διά τούτο απαύστως σου δέομαι, τή εμή καρδία, τόν ιερόν ανάψαι πόθον, τά υλώδη μου πάθη συμφλέγοντα.
Θεοτοκίον.
Επί σέ ώσπερ όμβρος, Λόγος καταβέβηκεν ο υπερούσιος, όν δυσώπει, Κόρη, επομβρίσαι μοί νύν κατανύξεων, καθαράς σταγόνας, αποπλυνούσας πάντα ρύπον, τών αμέτρων κακών μου, πανάμωμε.
Ωδή στ΄. Ιλάσθητι μοί
Ιλάσθητι μοί, Σωτήρ, πολλά σοί αφρόνως πταίσαντι, καί τής μενούσης εκεί, κολάσεως λύτρωσαι, έχων δυσωπούντα σέ, Ηλιού τόν μέγαν, καί τήν άχραντον Μητέρα σου.
Αγνείας ως φυτουργός, αγνόν ψυχή μέ συντήρησον, ως ζηλωτής, Ηλιού, ζήλου θείου πλήρωσον, τήν εμήν διάνοιαν, όπως τής κακίας, τάς εφόδους αποκρούσωμαι.
Νηστεύεις βρώσει μία, οδόν τεσσαρακονθήμερον, ανύων θεία ροπή, διό ικετεύω σέ, πάσης παραβάσεως, εγκρατεύεσθαι μέ, θεοφόρε, ενδυνάμωσον.
Θεοτοκίον.
Η πύλη η τού Θεού, εισόδους θείας υπάνοιξον, τή ταπεινή μου ψυχή, εν αίς εισελεύσομαι, εξομολογούμενος, καί κακών τήν λύσιν, Θεοτόκε απολήψομαι.
Κατασβεσον, προφήτα ένδοξε Ηλιού Θεσβίτα, τών παθών ημών τούς φλογώδεις άνθρακας, ισχύϊ σής πρεσβείας, θεοφρον.
Καί τό Θεοτοκίον.
Επιβλεψον, εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί τήν εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν, καί ίασαι τής ψυχής μου τό άλγος.
Ο Ιερεύς μνημονεύει.
Είτα τό Κοντάκιον. Ήχος β΄.
Προφήτα Θεού Ηλιού μεγαλώνυμε, τούς ποθώ σέ αεί ανυμνούντας καί γεραίροντας, κινδύνων τών εν βίω πολυειδών, νόσων παντοδαπών, καί πάσης της εξ εχθρών, προερχομένης θλίψεως, ρύσαι ταίς ενθέρμοις πρεσβείαις σου, καί ταίς θείαις μαρμαρυγαίς, τάς ψυχάς ημών καταύγασον.
Καί ευθύς τό Προκείμενον. Ήχος δ΄.
Σύ ιερεύς εις τόν αιώνα κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ.
Στίχος. Είπεν ο Κύριος τώ Κυρίω μου. Κάθου εκ δεξιών μου, έως άν θώ τούς εχθρούς σου υποπόδιον τών ποδών σου.
Ευαγγέλιον. Εκ τού κατά Λουκάν (δ΄ 22-30)
Τώ καιρώ εκείνω εθαύμαζον οι όχλοι επί τοίς λόγοις τής χάριτος, τοίς εκπορευομένοις εκ τού στόματος τού Ιησού, καί έλεγον. Ούχ αυτός εστιν ο υιός Ιωσήφ; Καί είπε πρός αυτούς, Πάντως ερείτε μοί τήν παραβολήν ταύτην Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν, όσα ηκούσαμεν γενόμενα εν τή Καπερναούμ, ποίησον καί ώδε εν τή πατρίδι σου. Είπε δέ, Αμήν λέγω υμίν, ότε ουδείς προφήτης δεκτός εστιν εν τή πατρίδι αυτού.
Επ αληθείας δέ λέγω υμίν. Πολλαί χήραι ήσαν εν ταίς ημέραις Ηλιού εν τώ Ισραήλ, ότε εκλείσθη ο ουρανός επί έτη τρία καί μήνας εξ, ως εγένετο λιμός μέγας επί πάσαν τήν γήν, καί πρός ουδεμίαν αυτών επέμφθη Ηλίας, ειμή εις Σάρεπτα τής Σιδώνος πρός γυναίκα χήραν. Καί πολλοί λεπροί ήσαν επί Ελισαίου τού προφήτου εν τώ Ισραήλ, καί ουδείς αυτών εκαθαρίσθη, ειμή Νεεμάν ο Σύρος.
Καί επλήσθησαν πάντες θυμού εν τή συναγωγή, ακούοντες ταύτα. Καί αναστάντες εξέβαλον αυτόν έξω της πόλεως, καί ήγαγον αυτόν έως τής οφρύος τού όρους, έφ ού η πόλις αυτών ωκοδόμητο, εις τό κατακρημνίσαι αυτόν. Αυτός δέ, διελθών διά μέσου αυτών, επορεύετο.
Δόξα Πατρί καί Υιώ καί Αγίω Πνεύματι.
Ταίς τού σου προφήτου, πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψον τά πλήθη τών εμών εγκλημάτων.
Καί νύν καί αεί καί εις τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν.
Τάίς της Θεοτόκου, πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψον τά πλήθη τών εμών εγκλημάτων.
Ελεήμον, ελέησον μέ, ο Θεός, κατά τό μέγα έλεός σου, καί κατά τό πλήθος τών οικτιρμών σου, εξάλειψον τό ανόμημά μου.
Ήχος πλ. β΄. Όλην αποθέμενοι
Προφήτα θεοσοφέ, ο τών παθών αυτοκράτωρ, επίγειε άγγελε, καί βροτέ ουράνιε, σού δεόμεθα. Ζηλωτά προφθασον, καί ρύσαι σκανδάλων, καί κινδύνων τήν ζωήν ημών, καί πάσης θλίψεως, εχθρών ανομούντων πρεσβείας σου, καί πάσαν νόσον δίωξον, καί πταισμάτων άφεσιν αίτησαι, Ηλιού θεόπτα, προστάτα τών πιστών καί ιατρέ, καί τής τού άδου διασωσον, δεινής κατακρίσεων.
Σώσον ο Θεός τόν λαόν σου καί ευλόγησον τήν κληρονομίαν σου. Επισκεψαι τόν κόσμον σου εν ελέει καί οικτιρμοίς. Υψωσον κέρας Χριστιανών ορθοδόξων καί καταπεμψον εφ ημάς τά ελέη σου τά πλούσια. Πρεσβείαις τής παναχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου καί Αειπαρθένου Μαρίας. Δυνάμει τού Τιμίου καί Ζωοποιού Σταυρού. Προστασίαις τών τιμίων επουρανίων Δυνάμεων Ασωμάτων. Ικεσίαις τού Τιμίου καί Ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστού Ιωάννου. Τών αγίων ενδόξων καί πανευφήμων Αποστόλων. Τών εν Αγίοις Πατέρων ημών, μεγάλων ιεραρχών καί οικουμενικών διδασκάλων Βασιλείου τού Μεγάλου, Γρηγορίου τού Θεολόγου καί Ιωάννου τού Χρυσοστόμου, Αθανασίου καί Κυρίλλου, Ιωάννου τού Ελεήμμονος, πατριαρχών Αλεξανδρείας. Νικολάου τού εν Μύροις, Σπυρίδωνος επισκόπου Τριμυθούντος, τών Θαυματουργών. Τών αγίων ενδόξων μεγαλομαρτύρων Γεωργίου τού Τροπαιοφόιρου, Δημητρίου τού Μυροβλήτου, Θεοδώρων Τύρωνος καί Στρατηλάτου, τών ιερομαρτύρων Χαραλάμπους καί Ελευθερίου, τών αγίων ενδόξων καί καλλινίκων Μαρτύρων. Τών οσίων καί θεοφόρων Πατέρων ημών. Τών αγίων καί δικαίων θεοπατόρων Ιωακείμ καί Άννης. Τού αγίου Ηλιού τού Θεσβίτα, καί πάντων σου τών Αγίων. Ικετεύομεν σέ, μόνε πολυέλεε Κύριε. Επάκουσον ημών τών αμαρτωλών δεομένων σου καί ελέησον ημάς.
Ωδή ζ΄. Θεού συγκατάβασιν
Λαόν απολλύμενον, κατοικτειρήσας, ζήλω τής πίστεως, επικλήσεσι θείοις, πύρ κατηγάγου φλογίζον, ένδοξε, όσιον θύμα, διό ικετεύω σέ, τής αιωνίου φλογός, ρύσαι καί σώσον μέ.
Ιδείν κατηξίωσαι, Θαβώρ εν όρει, Θεού τό πρόσωπον, όν δυσώπει, προφήτα, τού παραβλέψαι τάς αμαρτίας μου, καί εν ημέρα τής δίκης, θεάσασθαι, ακαταγνώστω ψυχή, αυτού τό πρόσωπον.
Οδόν πορευόμενος, τού βίου πλάνας, πολλάς υφίσταμαι, αγαθέ μου προστάτα, κυβέρνησον μέ τή προστασία σου, επιστηρίζων γνώμη, σαλευόμενον, καί πρός σαρκός ηδονάς,Ηλιού νεύοντα.
Θεοτοκίον.
Υμνώ σέ Πανύμνητε καί μεγαλύνω Θεοχαρίτωτε, τήν αγνήν σου λοχείαν, βοήθησον μοί βίου τοίς κύμασι, χειμαζομένω, καί δίδου κατάνυξιν, τή ταπεινή μου ψυχή, καθαρτικήν μολυσμών.
Ωδή η΄. Επταπλασίως κάμινον
Χωρητικόν δοχείον σέ, θείου Πνεύματος έγνωμεν, άγγελον εν γή, πύρ ζήλου θείου πνέοντα, δυσσέβειαν τρέποντα, καί βασιλείς ελέγχοντα, χρίοντα προφήτας Ηλιού, καί αισχύνης συγκόπτοντα μαχαίρα, ιερεί, διά τούτο βοώμεν σοί, μελλούσης ημάς αισχύνης ρύσαι.
Άρμα πυρός σέ έλαβεν, από γής πυρακτούμενον, ζήλω, Ηλιού, τώ θεϊκώ, θεόπνευστε, διό ικετεύω σέ, τών εν τή γή απάντων κακών, τών σών αρετών, απικουφίζειν τόν νούν μου, τεθρίππω, καί πρός νύσσαν, ουρανίαν μέ φθάσει, τόν πάντων εκδυσώπει, Θεόν καί Βασιλέα.
Ρήματι ζώντι έκλεισας ουρανόν υετίζοντα, ρήματί σου νύν, πνευματικώ διανοιξον, τάς πύλας μοί δέομαι, τής μετανοίας, άγιε, πέμπων τή ψυχή μου κατανύξεως όμβρους, καί σώσον μέ βοώντα, Ιερείς ευλογείτε, λαός υπερυψούτε, Χριστόν εις τούς αιώνας.
Τριαδικόν.
Ισοσθενή ομότιμον, ομοούσιον συνθρόνον, σέβοντες Τριάδα, εν μία θεοτητι, Πατέρα δοξάζομεν, Υιόν καί Πνεύμα Άγιον, άδυτον αυγήν ομοβασίλειον κράτος, καί μέλπομεν συμφώνως, Ιερείς ευλογείτε, λαός υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας.
Θεοτοκίον.
Νομοθετών ευσέβειαν, καί διδάσκων μετάνοιαν, ο Εμμανουήλ, έκ σού τεχθείς επέφανενο νύν εκδυσώπησον, υπεραγία Δέσποινα, τής δικαιοσύνης υπανοίξαι μοί πύλας, καί σώσαι μέ βοώντα, Ιερεΐς ευλογείτε, λαός υπερυψούτε, Χριστόν εις τούς αιώνας.
Ωδή θ΄. Εξέστη επί τούτω
Ιδείν εν λεπτοτάτη αύρα Θεόν, ιδείν δυνατόν κατηξίωσαι, ασκητικαίς, πρότερον τό σώμα διαγωγαίς, καταλεπτύνας, ένδοξε, όθεν δυσωπώ σέ σαίς προσευχαίς, τό πάχος τού νοός μου, λεπτύνας μετανοίας, μαρμαρυγαίς θείαις καταύγασον.
Ως πάλαι Ιορδάνην τή μηλωτή, διαρρήξας διέβης, πανόλβιε, ούτω καμού, τών αμαρτημάτων τών χαλεπών, τάς διεκχύσεις ξήρανον, όμβρους επιπέμπων μου τή ψυχή, δακρύων καθ εκάστην, προφήτα θεηγόρε, τρυφής χειμάρρουν προξενούντας μοί.
Σκανδάλων τών εν βίω πολυειδών, ανομούντων εχθρών πάσης θλίψεως, σωματικής, νόσου ψυχικής τέ παρεκτροπής, ταίς προσευχαίς σου ρύσαι μέ, ένδοξε προφήτα ως αγαθός, προστάτης μου βοώ σοί, καί τής εν τή γεένη, αιωνιζούσης κατακρίσεως.
Ηρπάγης πρός τό ύψος, Ελισαιέ, δισσουμένην τήν χάριν τού Πνεύματος, καταλιπών, ένδοξε αιτήσαντι Ηλιού, μεθ ού απαύστως αίτησαι, νίκην ουρανόθεν κατά παθών, τοίς σέ ανευφημούσι, καί πόθω τήν σήν μνήμην, περιχαρώς πανηγυρίζουσι.
Θεοτοκίον.
Φωνάς τών οικετών σου ως αγαθή, μή παρίδης, πανάμωμε Δέσποινα, αλλ εκτενώς, αίτησαι τόν πάντων Δημιουργόν, τοίς ευσεβέσιν άφεσιν, καί τήν ευρωστίαν τήν ψυχικήν, δωρήσασθαι Παρθένε, καί θείας βασιλείας, τήν μετουσίαν καί λαμπρότητα.
Άξιον εστιν ως αληθώς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν αειμακάριστον καί παναμώμητον, καί Μητέρα τού Θεού ημών.
Τήν τιμιωτέραν τών Χερουβείμ, καί ενδοξοτέραν ασυγκρίτως τών Σεραφείμ, τήν αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν, τήν όντως Θεοτόκον, σέ μεγαλύνομεν.
Χαίροις Ορθοδόξων η καλλονή, χαίροις διωχθέντων, καταφύγιον ισχυρόν, χαίροις
τών εν θλίψει, καί τών εν εξορία, Προκόπιε Θεοφρον, τό παραμύθιον.
Καί τά παρόντα Μεγαλυνάρια.
Δεύτε τόν πυρίπνουν καί ζηλωτήν, τόν διά τεθρίππου αρπαγέντα από τής γής, τής Χριστού δευτέρας Πρόδρομον παρουσίας, Ηλίαν τόν Θεσβίτην ύμνοις τιμήσωμεν.
Χάριν ιαμάτων παρά Θεού, ειληφώς Ηλία, θεραπεύεις πάθη δεινά, διό τοίς εν πίστει σέ επικαλουμένοις, θεράπευσον τά πάθη ψυχής καί σώματος.
Καί τό Θεοτοκίον.
Πάσαι τών Αγγέλων αί στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Αγίοι πάντες, μετά τής Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εις τό σωθήναι ημάς.
Τρισάγιον, είτα τό Τροπάριον. Ήχος β΄
Ο ένσαρκος άγγελος, τών προφητών η κρηπίς, ο δεύτερος Πρόδρομος τής παρουσίας Χριστού, Ηλίας ο ένδοξος, άνωθεν καταπέμψας, Ελισαίω τήν χάριν, νόσους αποδιώκει καί λεπρούς καθαρίζει διό καί τοίς τιμώσιν αυτόν βρύει ιάματα.
Είτα μνημονεύει ο Ιερεύς.
Εν τή απολύσει ψάλλεται τό παρόν
Ήχος β΄. Ότε εκ τού ξύλου σέ νεκρόν
Δεύτε Ορθοδόξων η πληθύς, μέλος εναρμόνιον όντως, ψαλμικώς άσωμεν, καί τόν χριστοκήρυκα ανευφημήσωμεν, τόν ουράνιον άνθρωπον, Ηλίαν τόν θείον, καί αναβοήσωμεν, πρός αυτόν λέγοντες πάντας τούς πιστώς σου τελούντας, μνήμην τήν αγίαν λιταίς σου, ρύσαι εκ παντοίων περιστάσεων.