Το 1966, ένας νεαρός 29 ετών, αθλητής ποδοσφαίρου, από την Αθήνα, έφθασε στο χείλος του τάφου.
Ήταν θύμα μαγείας Ο νέος αυτός ζήτησε σε γάμο μια σεμνή και καλήν κόρην.
Άλλη όμως αντίζηλος που είχε σατανικό φθόνο, κατέφυγε σε μάγισσα για να τρελλάνεί και να θανατώσει τον νέον.
Τα μάγια έπιασαν στον νέον. Κι αυτό, διότι δεν είχε δεσμό ο νεαρός με τα Μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Άρχισε πρώτα να μην θέλει την εργασία του και διέλυσε το μεγάλο του κατάστημα. Δεν ήθελε να βλέπει τους οικείους του και στο τέλος υπέφερε από φρικτούς πονοκεφάλους.
Έφθασε μάλιστα στο σημείο να επιχειρήσει ν’ αυτοκτονήσει. Έτρεχαν οι δικοί του σε γιατρούς για δυό μήνες. Αλλά τίποτε δεν μπορούσαν να κάμουν. Πράγματι! Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα η επιστήμη. Στην απόγνωση της η μητέρας του νέου, κακώς βέβαια, τρέχει σε μέντιουμ.
Το μέντιουμ τις είπεν ότι πάσχει από μάγια. Της ανέφερε και το πρόσωπο, που τα έκανε, καθώς και το μέρος της αυλής όπου βρίσκονταν θαμμένα τα οστά που χρησιμοποιήθηκαν στα μάγια. Πράγματι σκάψανε και τα βρήκανε. Πρέπει στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι ο Σατανάς κάνει μερικές περίεργες αποκαλύψεις μόνο και μόνο για να στερεώσει τον άνθρωπο στην πλάνη. Δεν μπορεί όμως να θεραπεύσει τίποτα…
Πέρασαν δύο μήνες από τότε, που ο νέος άρχισε να υποφέρει. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί στο διάστημα αυτό. Για δεκαπέντε ημέρες δεν έφαγε τίποτα. Στις 16 Ιουλίου, ημέρα Σάββατο, έφθασε στα πρόθυρα του θανάτου. Άρχισε να μην αισθάνεται και μελάνιασε το πρόσωπο του. Θρήνος, κλάμα και κοπετός στο σπίτι του δυστυχισμένου νέου. Η χήρα μητέρα του λιποθύμησε βλέποντας πως χάνει το παιδί της.
Σ’ αυτή την φοβερή κατάσταση το βάζουν σε ένα γρήγορο αυτοκίνητο και τον πήγανε σχεδόν αναίσθητο στο Μοναστήρι του Αγίου Κυπριανού, που είναι στη Φυλή Αττικής. Ήταν ηλιοβασίλεμα και μια απέραντη ησυχία απλωνότανε στο Μοναστήρι.
Η ησυχία αυτή διαλύεται από το φρενάρισμα του γρήγορου αυτού αυτοκινήτου, τους θρήνους των φίλων του νέου και της αδελφής του που τον συνώδευαν. Λέγουν το ιστορικό του και το Ησυχαστήριο βυθίστηκε σε θλίψη από την τραγική αυτή κατάσταση. Τον φέρνουν μέσα στον Ναό και ο Ιερέας της Μονής αρχίζει την ανάγνωση των ευχών. Άρχισε η πάλη με τον διάβολο. Αχ, πόσο αυτή την στιγμή θα έπρεπε να ήταν εκεί όλοι οι άπιστοι!
Με την αντίδραση που δημιουργούσε ο διάβολος από τους εξορκισμούς ο ασθενής κραύγαζε: Φθάνει πια… Δεν αντέχω…”. Αυτό συνέχιζε κατά την διάρκεια των εξορκισμών, που κράτησαν μιά και μισή ώρα. Προτού ακόμη γίνει η απόλυση, ο Άγιος Κυπριανός έκαμε το θαύμα του.
Ξαφνικά υποχωρεί η μαυράδα από το πρόσωπο του νέου. Ησυχάζει και ζητάει να κοιμηθεί. Άγνωστος του ήταν ο ύπνος εδώ και δύο μήνες τώρα. Κοιμήθηκε μέχρι το πρωί της Κυριακής που τον ξύπνησαν οι καμπάνες της Μονής, χτυπώντας χαρμόσυνα για το θαύμα του Αγίου που έγινε για δόξαν του Θεού.
Έγινε τελείως καλά και όχι μόνο σωματικά, αλλά και ψυχικά. Διότι εξωμολογήθηκε. Για πρώτη δε φορά στη ζωή του και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Την 22αν Ιουλίου, έφυγε υγιέστατος για το σπίτι του δοξάζοντας τον Θεό, τιμώντας τον Άγιο Του και καταισχύνοντας τους μιαρούς δαίμονας. Μετά από μιά εβδομάδα έκαμε επισήμως τους αρραβώνες του με την κοπέλα, που είχε δώσει λόγον προτού ασθενήσει. Μετά από ένα μήνα περίπου παντρεύτηκαν.