ΜΠΑΡΤΟΛΟΜΕ ΕΣΤΕΜΠΑΝ ΜΟΥΡΙΓΙΟ: Ο Ισπανός ζωγράφος Μπαρτολομέ Εστέμπαν Μουρίγιο (Bartolomé Esteban Murillo) έχει σήμερα την τιμητική της, αφού η Google του αφιερώνει το σημερινό της doodle, με αφορμή τη συμπλήρωση 400 χρόνων από τη γέννησή του.
Ζωγράφος της εποχής του μπαρόκ, ο Μουρίγιο έγινε γνωστός τόσο για τους πίνακές του με θρησκευτικό περιεχόμενο όσο και για τις απεικονίσεις γυναικών και παιδιών, που αποτελούν καταγραφή της καθημερινότητας της εποχής του.
Γεννήθηκε στη Σεβίλλη το 1617. Ήταν το μικρότερο από τα 14 παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του ασκούσε το επάγγελμα του κουρέα – χειρουργού, αλλά απεβίωσε, όπως και η μητέρα του, όταν ο Μουρίγιο ήταν σε μικρή ηλικία και την ανατροφή του ανέλαβαν ο θείος και η θεία του.
Ξεκίνησε τη μαθητεία του στη ζωγραφική στην πόλη του με δάσκαλο τον συντηρητικής τεχνοτροπίας ζωγράφο Χουάν ντε Καστίγιο (Juan de Castillo), η επίδραση του οποίου είναι εμφανής στα πρώτα του έργα. Ο δάσκαλός του τον μύησε στη ρεαλιστική ζωγραφική της Φλαμανδικής σχολής, ενώ οι επιδράσεις από το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Σεβίλλης ήταν, επίσης, εμφανείς.
Το 1642 -σε ηλικία 25 ετών- ο Μουρίγιο επισκέφτηκε τη Μαδρίτη, όπου παρέμεινε επί τρία χρόνια. Πιθανότατα εκεί γνώρισε τη ζωγραφική του Βελάθκεθ. Επέστρεψε στη Σεβίλλη το 1645 όπου έλαβε παραγγελία για πίνακες. Οι έντεκα από αυτούς -από μια σειρά δεκατριών συνολικά- που αρχικά είχαν αναρτηθεί στη μικρή μονή καλογραιών του Αγίου Φραγκίσκου στη Σεβίλλη έχουν διαφορετικό στυλ από το αρχικό του, κλίνοντας περισσότερο προς το πλέον σύγχρονο ρεύμα του νατουραλισμού που εγκαθιδρύθηκε στη Σεβίλλη από τον Ντιέγο Βελάθκεθ και τον Φρανθίσκο ντε Θουρμπαράν (Francisco de Zurbarán). Αυτή η σειρά των έργων χαρακτηρίζεται από ρεαλισμό και τενεμπρισμό (ισχυρή αντίθεση φωτός και σκιάς) καθώς και τη χρήση μοντέλων καθημερινών ανθρώπων και έμφαση στις εκφάνσεις της καθημερινότητας.
Το 1645 ο Μουρίγιο παντρεύτηκε την Μπεατρίθ Καμπρέρα (Beatriz Cabrera) και σε σύντομο διάστημα το ζευγάρι απέκτησε το πρώτο του παιδί, τη Μαρία. Υπάρχει ο ισχυρισμός ότι ως μοντέλο για την «Παναγία» του 1642 ο Μουρίγιο χρησιμοποίησε τη μέλλουσα σύζυγό του, αλλά αυτό δεν είναι αποδεδειγμένο.
Τη δεκαετία του 1650 το στυλ του Μουρίγιο υφίσταται βαθιά αλλαγή, η οποία αποδίδεται κυρίως σε επίσκεψή του στη Μαδρίτη. Οι φόρμες του γίνονται απαλότερες, τα χρώματα πιο ζωηρά και οι πινελιές του πιο τολμηρές. Το γεγονός που αποτυπώθηκε στον πίνακά του «Η άμωμη σύλληψη».
Το 1656 ζωγράφισε το «Όραμα του Αγίου Αντωνίου», έναν από τους πιο διάσημους πίνακές του, στον οποίο είναι εμφανής η επίδραση της Βενετικής σχολής με το αποκαλούμενο «αιθέριο» (vaporous) στυλ.
Το 1660 έγινε ένας από τους ιδρυτές και πρώτος πρόεδρος της Ακαδημίας Ζωγραφικής της Σεβίλλης και τις επόμενες δύο δεκαετίες εκτέλεσε πολλές σημαντικές παραγγελίες. Από το 1678 και ύστερα, εργάστηκε σε μια νέα σειρά πινάκων, για τον Ξενώνα των Αξιοσέβαστων Ιερέων (Hospicio de Venerables Sacerdotes) της Σεβίλλης, ανάμεσα στους οποίους είναι και η «Άμωμος Σύλληψη του Σουλτ», που επονομάστηκε έτσι επειδή μεταφέρθηκε στη Γαλλία από τον Νικολά-Ζαν ντε Ντιέ Σουλτ (Nicolas-Jean de Dieu Soult) κατά τη διάρκεια των Ναπολεοντείων πολέμων.
Κατά την τελευταία περίοδο της εργασίας του το στυλ του υφίσταται μικρές μεταβολές, γεγονός που αποτυπώνεται στα ημιτελή έργα του για την εκκλησία των Καπουτσίνων στο Κάδιξ και για τον καθεδρικό της πόλης του.
Ο καλλιτέχνης είχε πολλούς μαθητές και αμέτρητους θαυμαστές. Οι πίνακές του αντιγράφηκαν σε ολόκληρη την τότε ισπανική αυτοκρατορία. Ήταν ο πρώτος Ισπανός ζωγράφος που απόκτησε πανευρωπαϊκή φήμη και μέχρι τον 19ο αιώνα ήταν ο μόνος του οποίου τα έργα ήταν ευρύτατα γνωστά έξω από τον ισπανόφωνο κόσμο. Ο Μπαρτολομέ Εστέμπαν Μουρίγιο πέθανε στη Σεβίλλη, στις 3 Απριλίου 1682, γράφει το naftemporiki.gr.