Της Αγγελικής Κοτσοβού, του Μωυσή Λίτση και της Νατάσας Στασινού
Η αμερικανική-βρετανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 θα εξουδετέρωνε, κατά τους ευσεβείς πόθους των Αμερικανών νεοσυντηρητικών, την απειλή της Αλ Κάιντα, θα ανέτρεπε το δεσποτικό καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, το οποίο ο Λευκός Οίκος εξίσωνε με τους φανατικούς του Ισλάμ, και θα άνοιγε τον δρόμο για τον εκδημοκρατισμό των αραβικών καθεστώτων, τα οποία θα κατέρρεαν με διαδικασίες ανάλογες με αυτές των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», όταν έσπαγε η πρώτη αλυσίδα…
Η πραγματικότητα αποδείχθηκε εντελώς διαφορετική. Στην απειλή της Αλ Κάιντα ήλθε να προστεθεί μία νέα οργάνωση φανατικών, το Ισλαμικό Χαλιφάτο του Ιράκ και του Λεβάντ – γνωστό πλέον ως Ισλαμικό Κράτος (ISIS), μία οργάνωση που υιοθέτησε την ουαχαμπίτικη φανατική εκδοχή του Ισλάμ, η ηγεσία του οποίου αποτελείται από Σουνίτες Αραβες, οι οποίοι μετά την ανατροπή του Σαντάμ πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Ο αρχικός μάλιστα ηγετικός πυρήνας του Ι.Κ. φέρεται να επανδρώθηκε από αξιωματικούς του Σαντάμ.
Το Ι.Κ. γεννήθηκε το 1999 ως Jama’at al-Tawhid wal-Jihad, οργάνωση που αρχικά είχε συμμαχήσει με την Αλ Κάιντα. Το 2006 ανακηρύσσεται σε Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ, τον Φεβρουάριο του 2014 αποσχίζεται από την Αλ Κάιντα και τον Ιούνιο του 2014 ανακηρύσσεται σε Ισλαμικό Χαλιφάτο.
Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε στη Συρία το 2011 έδωσε νέα ώθηση στους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους οι οποίοι υπό την ηγεσία του «χαλίφη» Αμπού Μπακρ αλ-Μπαχντάντι, αυτοανακηρύχθηκαν σε χαλιφάτο, το οποίο ελέγχει μία περιοχή από το Ιράκ μέχρι το βόρειο τμήμα της Συρίας, η οποία κατοικείται από δέκα εκατομμύρια ανθρώπους και μέσω «θυγατρικών» οργανώσεων ελέγχει επίσης περιοχές στη Λιβύη, τη Νιγηρία και το Αφγανιστάν.
«Θυγατρική» του Ισλαμικού Κράτους δρα επίσης στη χερσόνησο του Σινά στην Αίγυπτο με συχνές επιθέσεις σε στρατιωτικούς και όχι μόνο στόχους – η πρόσφατη πτώση ρωσικού αεροσκάφους στην περιοχή συνδέεται με το Ισλαμικό Κράτος, το οποίο ούτως ή άλλως ανέλαβε την ευθύνη.
Ως χαλιφάτο το Ισλαμικό Κράτος διεκδικεί τη θρησκευτική, πολιτική και στρατιωτική εξουσία των μουσουλμάνων όλου του κόσμου, έχοντας καταφέρει μέσω της προπαγάνδας να προσηλυτίσει στις τάξεις τους μαχητές υπηκόους ευρωπαϊκών κρατών από υποβαθμισμένες περιοχές ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων και όχι μόνο.
Το παράδειγμα του ευκατάστατου με καταγωγή από το Κουβέιτ αρχιεκτελεστή «Τζιχάντι Τζον» έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ταπεινή καταγωγή από υποβαθμισμένα προάστια του Παρισιού και των Βρυξελλών των δραστών του πρόσφατου μακελειού στο Παρίσι.
Μπορεί το ιρακινό και συριακό χάος να εξέθρεψε τη γιγάντωση του Ισλαμικού Κράτους, χωρίς πηγές χρηματοδότησης ωστόσο οι τζιχαντιστές δύσκολα θα κατάφερναν να εξοπλιστούν… Από το 2014 πλήθος δημοσιευμάτων στον διεθνή Τύπο αναφέρεται στις πηγές χρηματοδότησης του Ισλαμικού Κράτους από το λαθρεμπόριο πετρελαίου της Μοσούλης, το οποίο βρίσκει πρόθυμους αγοραστές στη διεθνή αγορά, μέχρι τις πωλήσεις όπλων, τη χρηματοδότηση από κυβερνητικές ή ιδιωτικές πηγές, επιχειρηματίες και πλούσιες οικογένειες από τα σουνιτικά καθεστώτα του Περσικού Κόλπου (Σαουδική Αραβία, Κατάρ, Κουβέιτ).
Για να μην αναφερθούμε στο κόψιμο νομισμάτων από χρυσό και άργυρο ή το σάλο που προκάλεσε μόλις έναν μήνα πριν στα αμερικανικά ΜΜΕ το γεγονός ότι οι τζιχαντιστές επιβαίνουν στα τελευταίας λέξης φορτηγά τύπου Toyota.
Η δράση του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και η εξίσου βίαιη αντίδραση των στρατευμάτων του Ασαντ στη σπαρασσόμενη από εμφύλιο Συρία έχουν προκαλέσει τη μεγάλη πλημμυρίδα προσφύγων. Πάνω από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τη Συρία, με τους περισσότερους πρόσφυγες, πάνω από δύο εκατομμύρια, να έχουν εγκατασταθεί στην Τουρκία και οι υπόλοιποι στις γειτονικές χώρες Ιορδανία και Λίβανο.
Η αδυναμία της Ευρώπης να αντιμετωπίσει την προσφυγική κρίση σε συνδυασμό με την άνοδο των ακροδεξιών και ξενοφοβικών δυνάμεων, και η λύση «φράχτες» που υιοθετούν όλο και περισσότερες χώρες-μέλη της Ε.Ε. θέτουν πλέον σε δοκιμασία το ίδιο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Ο πλούτος
Η τρομοκρατική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος (ISIS) αποτελεί την πλουσιότερη τρομοκρατική οργάνωση στην Ιστορία, καθώς δεν ελέγχει μόνο μια τεράστια περιοχή στο Ιράκ και στη Συρία, αλλά έχει και τεράστια έσοδα, ειδικά από την πώληση πετρελαίου, σύμφωνα με αναλυτές.
Με έσοδα της τάξης των 40 εκατ. δολαρίων στη διάρκεια της τελευταίας διετίας, η ISIS έχει εξασφαλίσει χρηματοδότηση από κυβερνητικές ή ιδιωτικές πηγές στις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες Σαουδική Αραβία, Κατάρ και Κουβέιτ, καθώς και από ένα μεγάλο δίκτυο ιδιωτών δωρητών, συμπεριλαμβανομένων βασιλικών οικογενειών, επιχειρηματιών και εύπορων οικογενειών από την περιοχή του Περσικού Κόλπου.
Η τρομοκρατική οργάνωση αποκόμισε το μεγαλύτερο όφελος όταν κατέλαβε την πόλη Μοσούλη στο Ιράκ τον Ιούνιο και λήστεψε τα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών της πόλης. Την ίδια στιγμή, τα έσοδα από πέντε πετρελαιοπηγές που κατέλαβε προσέφεραν έσοδα ύψους έως 2,73 δισ. δολαρίων, με τη μεγαλύτερη ποσότητα πετρελαίου να εισάγεται λαθραία στην Τουρκία και στο Ιράν. Εκτός από τα ιρακινά κοιτάσματα πετρελαίου, εκμεταλλεύεται και τα έξι από τα δέκα κοιτάσματα πετρελαίου στην Ανατολική Συρία.
Επίσης, εκτιμάται ότι τα έσοδα της ISIS από την εκμετάλλευση των τοπικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων φθάνουν τα 7,5 εκατ. δολάρια. Στη διάρκεια του περασμένου έτους, υπολογίζεται ότι άντλησε 60 εκατ. δολάρια από την κράτηση ομήρων, με κάθε ξένο όμηρο να υπολογίζεται στην αξία των 4,5 εκατ. δολάρια, παρότι οι απαγωγείς του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζέιμς Φόλεϊ ζήτησαν λύτρα 120 εκατ. δολάρια.
Το Ινστιτούτο Brooking στην Ντόχα του Κατάρ υπολογίζει ότι μόνο από τις ιρακινές πετρελαιοπηγές η ISIS έχει μια παραγωγή 80.000 βαρελιών. Και μόνο για τη σύγκριση, το σουλτανάτο του Μπρουνέι έχει συνολικά τη διπλάσια παραγωγή. Στην πραγματικότητα πάντως με τη βοήθεια τοπικών μεσαζόντων μπορεί να διαθέτει μόνο ένα μέρος της παραγωγής και σε τιμές πολύ πιο χαμηλές από αυτές της αγοράς. Σήμερα στην αγορά το βαρέλι κοστίζει 40 – 43 δολάρια.
Το Ινστιτούτο Brooking υπολογίζει πως το Ισλαμικό Κράτος πωλεί στη μαύρη αγορά το βαρέλι ανάμεσα στα 25 και 60 δολάρια. Η εταιρεία ερευνών IHS υπολογίζει ότι οι πωλήσεις πετρελαίου παρέχουν στην ISIS περί τα 2,5 εκατ. δολάρια ημερησίως, όμως ανάλογα με την εξέλιξη του πολέμου και τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς διαμορφώνεται και η ροή πετρελαίου. Αυτό σημαίνει ότι ανάλογα με τις πολεμικές επιχειρήσεις, τα πετρελαϊκά έσοδα της ISIS ποικίλλουν ανάμεσα σε 1,5 και 3,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως.
«Τους στηρίζουν μια σειρά από καρτέλ που ενδιαφέρονται για αυτή τη μαύρη αγορά», δηλώνει ο Λιούαϊ αλ Χατέμπ στο CNN από το ίδιο ινστιτούτο. Και συμπληρώνει πως πρόκειται για ένα δίκτυο το οποίο επεκτείνεται σε τρεις χώρες, στη Συρία, στο Ιράκ και στην Τουρκία. Οι δοσοληψίες γίνονται όμως μόνο με χρήματα τοις μετρητοίς και για τον λόγο αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνουν οποιεσδήποτε ασφαλείς εκτιμήσεις. Και δεν είναι μόνον αυτά. Το Ισλαμικό Κράτος ελέγχει μια τεράστια εδαφική έκταση και εισπράττει «φόρους» και χρήματα για προστασία από τους κατοίκους. Μόνο από τη Μοσούλη, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στο Ιράκ, την οποία οι τρομοκράτες κατέκτησαν στα μέσα του περασμένου Ιουνίου, παίρνουν από «φόρους» γύρω στα 8 εκατ. δολάρια τον μήνα, όπως αναφέρει η δημοσιογράφος Μόνα Αλάμι σε μια έκθεση για το Ιδρυμα Carnegie. Σε αυτά έρχονται να προστεθούν και τα έσοδα από πωλήσεις αρχαιοτήτων που μαζί με τα λύτρα από απαγωγές φθάνουν γύρω στο 1,4 με 1,5 δισ. δολάρια. Παράλληλα όμως το Ισλαμικό Κράτος έχει και τεράστια έξοδα. Υπολογίζεται ότι συντηρεί περίπου 50.000 μαχητές. Εκτός αυτού η Ράκα της ανατολικής Συρίας, η «πρωτεύουσα» του χαλιφάτου, υπολογίζεται ότι πριν από τον πόλεμο είχε ένα εκατομμύριο κατοίκους. Η υποδομή της πόλης, με νοσοκομεία, σχολεία κτλ. απαιτεί την ανάλογη συντήρηση. Οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν πάντως ότι η τρομοκρατική οργάνωση θα δεχθεί σοβαρό πλήγμα μόνον όταν αποκοπεί από την πρόσβασή της στα κοιτάσματα πετρελαίου.
O Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν αποκάλυψε χθες ότι το Ισλαμικό Κράτος χρηματοδοτείται από 40 χώρες, μεταξύ των οποίων και κάποιες που ανήκουν στο G20, επικαλούμενος πληροφορίες των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών. Στον απόηχο της συνόδου του G20, o κ. Πούτιν κατέστησε αναγκαίο τον τερματισμό του παράνομου εμπορίου πετρελαίου, από το οποίο το ΙSIS αποκομίζει τεράστια έσοδα.