Του Παντελή Σαββίδη
Το 1974, παρόλο που η Ελλάδα έβγαινε καθημαγμένη από μια επτάχρονη δικτατορία, η οποία οδήγησε σε εθνική καταστροφή, είχε ακόμη τις δυνάμεις να αντιμετωπίσει την Τουρκία.
Η γειτονική χώρα, από την επομένη της Λωζάννης αποτελούσε απειλή για την Ελλάδα. Η διαχείριση της απειλής γινόταν διπλωματικά.
Το 1974, αφού εξασφάλισε την υποστήριξη των ΗΠΑ, η Τουρκία εισβάλει στην Κύπρο, ενώ από το 1973, χρονιά που άρχισαν να συζητούνται τα πετρέλαια στο Αιγαίο, άρχισε να αμφισβητεί, στην αρχή τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο, και στη συνέχεια τα πάντα.
Έτσι, σήμερα, δεν υπάρχει κανένα ζήτημα που να αποδέχεται η Τουρκία στο Αιγαίο.
Μέχρι της εποχής Σημίτη, η Ελλάδα ακολουθούσε μια πολιτική, ισορροπίας δυνάμεων με τη γειτονική χώρα.
Επί Σημίτη, έκανε την στρατηγική επιλογή να εστιάσει, περισσότερο, στην οικονομική ανάπτυξη και τη συμμετοχή στο σκληρό πυρήνα των ευρωπαϊκών θεσμών (κάτι που θα της προσέδιδε ήπια ισχύ), ενώ η Τουρκία, συνέχισε την πολιτική στρατιωτικής ενδυνάμωσής της για να προβάλει σκληρή ισχύ στην περιοχή, με όραμα να γίνει περιφερειακή δύναμη.
Η Ελλάδα απέτυχε στην πολιτική της να θέσει στέρεα οικονομικά θεμέλια ανάπτυξης για τους γνωστούς λόγους.
Αντιθέτως, η Τουρκία, πέτυχε στην ενίσχυση της στρατιωτικής της δύναμης και, η επιτυχία της αυτή είχε θετικές επιπτώσεις και στην οικονομική της ενδυνάμωση.
Από τα όρια της κατάρρευσης, όταν προσέφυγε στο ΔΝΤ, έφθασε να συμμετέχει στην ομάδα των 20 οικονομικά ισχυρότερων χωρών του κόσμου (G20). ενώ η Ελλάδα, απειλείται με έξοδο από θεσμούς που έχυσε αίμα για να εισέλθει και να συμμετάσχει.
Οι παράγοντες αυτής της επιτυχίας είναι πολλοί αλλά, καθοριστικός είναι ο αποκαλούμενος και υποκειμενικός παράγων. Η ανάδειξη, δηλαδή, στην τουρκική ηγεσία του Ταγίπ Ερντογάν, και ο προσδιορισμός ενός τουρκικού οράματος, από το σημερινό πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου.
Είναι τα απολύτως αναγκαία για μια κοινωνία ώστε να μπορέσει να υπάρξει. Ισχυρή και αξιόπιστη ηγεσία, με όραμα για την κοινωνία.
Αυτά, που έλειπαν και λείπουν από την Ελλάδα.
Οι κοινωνίες δεν αναπτύσσονται μέσα σε αδιαμόρφωτους, παγκοσμιοποιημένους χυλούς, χωρίς οράματα και ηγεσίες.
Σήμερα, η Τουρκία επιχειρεί να δορυφοροποιήσει την Ελλάδα, έβαλε πόδι σε κρίσιμες γεωγραφικές περιοχές παρέχοντας οικονομική ρευστότητα, και κάνοντας εξωτερική πολιτική με αυτήν, (Ziraat Bank), απομειώνει καθημερινά το κύρος της χώρας με τις παραβιάσεις στο Αιγαίο και διεκδικεί, πέραν των άλλων, τηλεοπτική άδεια για να επικαθορίσει και τους όρους του παιχνιδιού σε ιδεολογικό επίπεδο. Και μη μου πείτε πως δεν μπορεί να το πετύχει. Θυμηθείτε ποια επιτυχία είχαν οι τουρκικές σειρές που προβλήθηκαν στα ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια.
Το λεγόμενο «Μαξίμου» το διαψεύδει. Αλλά, ποιος το πιστεύει; Γι αυτό χρειάζεται η αξιοπιστία του πρωθυπουργού. Για να πείθει την κοινή γνώμη όταν λέει κάτι. Όταν, όμως, έχει συνηθίσει την κοινωνία στο ψεύδος, η αξιοπιστία του εκλείπει, ακόμη και στις περιπτώσεις που μπορεί να λέει την αλήθεια.
Και ποια είναι η αλήθεια εν προκειμένω; Ο διεθνής διαγωνισμός. Ορισμένα πράγματα, όμως, δεν πουλιούνται.
Που ελπίζει, για να σωθεί, η ελληνική πολιτική ελίτ και, μαζί με αυτήν και η χώρα;
Στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία στη μεσανατολική της πολιτική.
Μπράβο! Τρομερά μεγάλη φιλοδοξία.