Τρίτη απόγευμα. Δύο νεαροί κατεβαίνουν τα σκαλιά της εκκλησίας. Μόλις έχουν τελειώσει από τη νεανική συνάντηση της ενορίας τους.
Είναι μάλλον απογοητευμένοι. Δεν τους γέμισε η ομιλία ή καλύτερα όπως λέγεται τώρα τελευταία δεν τους ανάπαυσε το κήρυγμα. Έτσι φορτισμένοι όπως είναι δε διστάζουν με έντονο ύφος να κάνουν τα σχόλια τους στην πλατεία αδιαφορώντας αν τους ακούν οι περαστικοί.
-Δε μου άρεσε ιδιαιτέρα η συγκέντρωση. Σωστά και καλά μας τα΄πε ο παπούλης αλλά μήπως ήταν λίγο αυστηρός; Πώς να στο πω..ήταν κάπως ξεπερασμένος.
-Ε, στα έλεγα εγώ να μην έρθουμε. Οι νεανικές συναντήσεις που γίνονται εδώ είναι πολύ σοβαρές. Γι΄αυτό σου λέω από αύριο θα πηγαίνουμε στα στέκια που ξέρω εγώ. Εκεί θα σου αρέσει.
-Δηλαδή τι στέκια είναι αυτά;
– Να φίλε μου είναι κάποιες εκκλησίες που κάνουν βραδινές συναντήσεις και μαζεύεται πολύς κόσμος.
-Είναι καλοί οι ομιλητές και μαζεύονται τόσοι;
-Ούτε που ξέρω και να σου πω ούτε που με αποσχολεί. Απ’ ότι μαθαίνω είναι κανα δυο τρείς που αξίζουν τον κόπο, αλλά εγώ δεν πάω γι’αυτούς.
-Ε, τότε;
-Μα δεν καταλαβαίνεις; Σου λέω είναι στέκι. Πας δήθεν για το απόδειπνο η για καμία αγρυπνία , προς το τέλος πάντοτε, μετά μένεις στην ομιλία και όταν τελειώσει μέσα στη νύχτα κάνεις καμιά ενδιαφέρουσα «γνωριμία». Καταλαβαίνεις τώρα, μη με αναγκάσεις να στο πω πιο ίσια.
-Δηλαδή προσευχή και ομιλία δε γίνονται;
– Γίνονται φίλε μου αλλά οι περισσότεροι νοιάζονται για το μετά. Αντί να πας στην καφετέρια ή στο μπαρ για βραδινή έξοδο , πας στο «στέκι». Κάνεις και κανά σταυρό, λες ότι γνωρίζεις και δύο-τρείς ξακουστούς πνευματικούς και χωρίς να το καταλάβεις οι μετοχές σου έχουν ανέβει. Γι΄αυτό σου λέω φίλε μου μην το ψάχνεις πολύ. Έλα να σε γνωρίσω σε ένα από αυτά τα «στέκια» και να δεις πως θα περάσουμε καλά….
Ο διάλογος των δύο νέων συνεχίστηκε εκείνη την ήμερα. Το χειρότερο όμως είναι πως το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και άλλες φορές από άλλους νέους και νέες της εποχής μας. Και κάπου εδώ έρχεται το ερώτημα.
Μπορεί η εκκλησία να είναι «στέκι»;
Μπορεί να είναι χώρος γνωριμιών και κοινωνικών επαφών; Μπορεί ο ναός να είναι τόπος για να περνάμε καλά την ώρα μας;
Μπορούμε να χρησιμοποιούμε τις ιερές ακολουθίες και τα μυστήρια ως μέσο για να πετύχουμε τον απώτερο σκοπό μας που είναι να αυξήσουμε τις διασυνδέσεις μας και να προβάλουμε το εγώ μας; Μπορούμε να εκμεταλλευόμαστε τη φιλότιμη και υπεράνθρωπη προσπάθεια που κάνει ο κάθε ιερέας για να προσελκύσει τους νέους στην εκκλησία για να εκπληρωθούν οι κάθε είδους προσωπικές μας φιλοδοξίες;
Μπορούμε τελικά να γινόμαστε Θεομπαίχτες για να ικανοποιήσουμε τις κάθε λογής προσωπικές μας απαιτήσεις;
Τα ερωτήματα είναι πολλά και το δεδομένο είναι μόνο ένα.
Η εκκλησία μπορεί και πρέπει να είναι στέκι. Αλλά ένα στέκι που ο άνθρωπος ενώνεται με το Θεό, μέσω της προσευχής και των μυστηρίων. Ένα στέκι αποβολής των παθών μας. Ένα στέκι μεταμόρφωσης και ηθικής ανύψωσης. Ένα στέκι που γίνονται βίωμα τα λόγια του Κυρίου, μέσω των σχέσεων αγάπης που δημιουργούνται μεταξύ των συνανθρώπων.
Πριν σχεδόν από δύο χιλιάδες χρόνια ο Κύριος μας, ένας Θεός που μας δέχεται όλους κοντά Του, ένας Θεός που συγχώρεσε τους πάντες ακόμη και πάνω στο Σταυρό Του, οργίσθηκε και « πάντας εξέβαλεν εκ του ιερού…και τας τραπέζας ανέστρεψε..και είπεν μη ποιείτε τον οίκο του πατρός μου οίκο εμπορίου»(ΙωανΒ,15-16).Επομένως δεν μπορούμε εμείς σήμερα να εμπορευόμαστε τα πάθη μας μέσα στον οίκο του Θεού. Δεν επιτρέπεται να εκλαϊκεύουμε και να ευτελίζουμε το χώρο της εκκλησίας, όπου πριν από εμάς κάποιοι μαρτύρησαν μέσα σε αυτόν. Δεν νοείται να ισοπεδώνουμε την αξία και την ιερότητα της εκκλησίας.
Εν τέλει ας προβληματιστούμε και ας ενεργήσουμε δεόντως ώστε «όσοι ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια της Εκκλησίας, να τ’ανεβαίνουν όχι για να αλλοιώσουν αλλά για να αλλοιωθούν, όχι για να μεταβάλουν αλλά για μεταβληθούν, όχι για να αφομοιώσουν αλλά για να αφομοιωθούν, ν’αγνισθούν».
Δημ. Ιωάννου
Οικονομολόγος-Αναλογιστής