Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΦΗΛΙΟ
Γράφει η Κωνσταντίνα Βλαχάβα, Δόκιμη Αναλύτρια ΚΕΔΙΣΑ (Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων)
Η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής αποτελεί πολύ σημαντική περιοχή για την παγκόσμια ενεργειακή αγορά, λόγω της μοναδικής γεωστρατηγικής της θέσης. Η περιοχή διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου παγκοσμίως.
Τα αποδεδειγμένα κοιτάσματα της περιοχής για το 2015 ανέρχονται σε 42.7% επί των παγκοσμίων αποθεμάτων για το φυσικό αέριο και σε 48% των συνολικών αποθεμάτων πετρελαίου. Συνεπώς, η περιοχή κατέχει ρόλο – κλειδί στην παγκόσμια πολιτική και οικονομία. Η συγκέντρωση των αποθεμάτων σε μία μόνο περιοχή οδηγεί στην εξάρτηση των υπολοίπων κρατών από την περιοχή αυτή. Καθώς τα ενεργειακά αποθέματα είναι το βασικό αγαθό που κατέχουν τα κράτη της Μέσης Ανατολής μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως μοχλός πίεσης έναντι της Δύσης. Αν μπορούν να διακόψουν την τροφοδοσία προς τα υπόλοιπα κράτη ανά πάσα στιγμή, τους δίνεται ένα σημαντικό διαπραγματευτικό χαρτί για την προώθηση των συμφερόντων τους.
Η κατοχή αποθεμάτων από τα κράτη αυτής της περιοχής εγείρει περαιτέρω ζητήματα ασφαλείας. Αυτή η περιοχή κυριαρχείται ως επί τω πλείστον από αυταρχικά καθεστώτα και ακριβώς αυτή η αφθονία των πόρων έχει συνεισφέρει περισσότερο στην διεύρυνση της κρατικής διαφθοράς παρά στην οικονομική ανάπτυξη. Επιπλέον, επικρατούν σταθερά συνθήκες σύγκρουσης σε εγχώριο και περιφερειακό επίπεδο, λόγω εθνοτικών και πολιτικών εντάσεων, της διαμάχης μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών και ευρείες τρομοκρατικές δράσεις πληθώρας τρομοκρατικών οργανώσεων. Αυτά τα προβλήματα δε φαίνεται να λύνονται στο ορατό μέλλον, αντιθέτως το κενό ανάμεσα στη Δύση και στον μουσουλμανικό κόσμο μεγαλώνει.
Επιπλέον, στην περιοχή βρίσκονται οι κύριες δίοδοι μεταφοράς του διεθνούς εμπορίου, μέσω των οποίων περνούν τα πετρελαιοφόρα για να διανείμουν το εξαγόμενο πετρέλαιο (διώρυγα του Σουέζ, τα στενά του Χορμούζ, τα στενά της Υεμένης, της Σομαλίας, του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων). Καθώς μεγάλο μέρος της παγκόσμιας μεταφοράς πετρελαίου γίνεται με πετρελαιοφόρα, τρομοκρατικές και πειρατικές ενέργειες σε αυτά τα στρατηγικά σημεία θα είχαν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στον ενεργειακό εφοδιασμό. Επιπλέον, οι αγωγοί φυσικού αερίου και πετρελαίου δεν είναι λιγότερο ευάλωτες σε τέτοιου είδους ενέργειες. Οι επιθέσεις τρομοκρατικών οργανώσεων σε εγκαταστάσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου είναι συχνές και έχουν αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία.
Για την Ευρώπη η περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι εξαιρετικής σημασίας, καθώς οι εισαγωγές της ΕΕ αποτελούνται σε μεγάλο ποσοστό από κράτη της Μέσης Ανατολής.
Μεγάλης σημασίας είναι η περιοχή και για τις ΗΠΑ, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό του πετρελαίου που εισάγουν προέρχεται από τα κράτη του Κόλπου. Επιπλέον, οι τεράστιες εμπορικές οδοί που βρίσκονται στην περιοχή χρησιμοποιούνται καθημερινά από αμερικανικά πλοία τα οποία μεταφέρουν αγαθά σημαντικά για την οικονομία τους. Συνεπώς, το ζητούμενο είναι η διασφάλιση της σταθερότητας στην Μέση Ανατολή και η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.
Δεδομένου ότι και οι δύο πλευρές του Ατλαντικού συμφωνούν πως η σταθερότητα στη Μέση Ανατολή είναι προαπαιτούμενο για την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια, μένει να βρεθεί ο τρόπος με τον οποίο θα το πετύχουν. Η δυνητική εμπλοκή του ΝΑΤΟ στη διαφύλαξη της ενεργειακής ασφάλειας θα μπορούσε να εδράζεται σε συγκεκριμένους ρόλους. Η αύξηση χρήσης του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) και η παραγωγή σχιστολιθικού αερίου από τις ΗΠΑ αυξάνει το ποσοστό της μεταφερόμενης μέσω θαλάσσης ενέργειας, γεγονός που εγείρει ζητήματα θαλάσσιας ασφάλειας, τα οποία το ΝΑΤΟ είναι ένας οργανισμός που θεωρείται κατάλληλος να αντιμετωπίσει. Επιπλέον, θα μπορούσε να συνεισφέρει στην προστασία σημαντικών ενεργειακών υποδομών από τρομοκρατικές ενέργειες που θα μπορούσαν να διακόψουν την τροφοδοσία συνεισφέροντας στην πληροφόρηση συλλέγοντας και συντονίζοντας τις εθνικές υπηρεσίες πληροφοριών και παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.
Πόσο πιθανό είναι όμως το ΝΑΤΟ να αποκτήσει έναν σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον; Βασικό πρόβλημα είναι πως τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον οργανισμό δεν έχουν όλα την ίδια αντίληψη όσον αφορά τα ζητήματα ασφαλείας και τον τρόπο επίλυσης των ζητημάτων αυτών. Συγκεκριμένα, οι προσεγγίσεις των δύο πλευρών του Ατλαντικού διαφέρουν.
Οι Αμερικανοί, οι οποίοι αντιλαμβάνονται παραδοσιακά την έννοια της ασφάλειας ως στρατιωτική, υποστηρίζουν μία ενεργειακή πολιτική που περιλαμβάνει τη χρήση στρατιωτικών δυνάμεων για την σταθεροποίηση περιοχών παραγωγών ενέργειας. Οι Ευρωπαίοι από την άλλη παραδοσιακά προτιμούν να αντιμετωπίζουν τα θέματα ασφαλείας βασιζόμενοι σε τεχνοκρατικές λύσεις, όπως ένα ενιαίο ρυθμιστικό πλαίσιο ή οικονομική αλληλεξάρτηση. Ορισμένοι μάλιστα θεωρούν πως ενδεχόμενη εμπλοκή στρατιωτικών δυνάμεων στον ενεργειακό τομέα και η ενισχυμένη στρατιωτική παρουσία στη Μέση Ανατολή θα αποτελέσει παράγοντα που θα οξύνει ακόμη περισσότερο τις αντιδράσεις σε μία περιοχή που ήδη βρίσκεται σε αναταραχή με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί ο στόχος για ενεργειακή ασφάλεια. Θα προκαλούσε επίσης διλήμματα ασφαλείας για τις χώρες της γύρω περιοχής, καθώς θα μπορούσε για παράδειγμα να εγείρει φόβους πως σε περίπτωση έλλειψης ενεργειακών πόρων η Δύση είναι έτοιμη να προστατέψει τους πόρους στρατιωτικά εις βάρος άλλων κρατών. Η συμμετοχή του ΝΑΤΟ στη διαφύλαξη της ενεργειακής ασφάλειας εμφανίστηκε επίσημα το 2008 στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου και από τότε επιδιώκει να διευρυνθεί, ωστόσο δε θεωρείται πιθανό τουλάχιστον στο κοντινό μέλλον να αποκτήσει ισχυρό ρόλο.
Πηγές
• http://www.nato.int/cps/en/natohq/topics_49208.htm
• https://www.bp.com/content/dam/bp/pdf/energy-economics/energy-outlook-2016/bp-energy-outlook-2016.pdf