Όλα για όλα τα παίζει πλέον ο Αλέξης Τσίπρας για να αλλάξει την εις βάρος του εικόνα και να αποτρέψει με νύχια και με δόντια μια νέα εκλογική συντριβή όποτε στηθούν οι κάλπες. Η εργαλειοποίηση του εργασιακού νομοσχεδίου κατέστη μονόδρομος για την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που για μία ακόμη φορά επενδύει σε παρωχημένες λογικές και σε λαϊκίστικες κορώνες για να προσεγγίσει την κοινή γνώμη και να πλήξει την Κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Η απουσία εναλλακτικού σχεδίου, η εμμονή στην ακραία ρητορική και η απόρριψη των μετριοπαθών φωνών στο εσωτερικό της Κουμουνδούρου αναδεικνύουν τα χαρακτηριστικά μιας αποτυχημένης στρατηγικής που βάζει στο επίκεντρο της το διχασμό της ελληνικής κοινωνίας και την αναμόχλευση παθών του παρελθόντος μέσα από τη χάραξη χρεοκοπημένων διαχωριστικών γραμμών, όπως «Δεξιά» ή «Αριστερά», «εμείς» ή οι «άλλοι» κλπ.
Τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων και το χαμηλό βαρομετρικό στο οποίο έχει εγκλωβιστεί εδώ και μήνες η Αξιωματική Αντιπολίτευση προκαλεί πρόσθετη πίεση στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Πρόεδρο του που διαχειρίστηκε την πανδημία με τέτοιο τρόπο και επένδυσε στην καταστροφή προκειμένου να αποκομίσει κομματικά οφέλη.
Το γεγονός ότι η Κυβέρνηση Μητσοτάκη παρά τα επιμέρους λάθη βγήκε αλώβητη από τη μέγγενη της υγειονομικής κρίσης τις δίνει ένα σαφές πλεονέκτημα για την επόμενη μέρα με δεδομένη τόσο την τεχνογνωσία που απέκτησε το τελευταίο διάστημα όσο και τη διάθεση ενός ισχυρού εργαλείου που ακούει στο όνομα «σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας».
Μία ψύχραιμη προσέγγιση των σημερινών δεδομένων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το Μέγαρο Μαξίμου έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και οι συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη διατηρούν το πλεονέκτημα να εξαρτάται από εκείνους η πορεία των πραγμάτων, με την Αξιωματική Αντιπολίτευση να τρέχει ασθμαίνουσα πίσω από τις εξελίξεις μπας και εκμεταλλευτεί κάποιο κυβερνητικό στραβοπάτημα.