DEADPOOL 2: Μετά την επιτυχία του “Deadpool” που έσπασε ρεκόρ στο box office, δεν υπήρχε περίπτωση να μην δούμε κάποιο sequel.
Δύο χρόνια μετά λοιπόν είμαστε πάλι στους κινηματογράφους για να απολαύσουμε ξανά τον αθυρόστομο ήρωα της Marvel, σε μια ταινία που καταφέρνει να πλησιάσει σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία του προκάτοχου της, παρά τις –ίσως αναμενόμενες- αδυναμίες της.
Σύμφωνα με την επίσημη περίληψη, “μετά από μια σχεδόν θανάσιμη επίθεση από αγελάδες, ένας παραμορφωμένος ιδιοκτήτης καφετέριας (Γουέιντ Ουίλσον) αγωνίζεται να εκπληρώσει το όνειρό του να γίνει ο πιο καυτός μπάρμαν της Κολοπετινίτσας. Υπάρχει βέβαια ένα μικρό προβληματάκι σε αυτό, καθώς ο Ουέιντ έχει χάσει την αίσθηση της γεύσης. Ενώ προσπαθεί να ξαναβρεί την όρεξη για ζωή – αλλά και μια χρονομηχανή – ο Γουέιντ θα παλέψει με νίντζα, με την ιαπωνική μαφία Γιακούζα και με ένα τσούρμο ερεθισμένα σκυλιά, καθώς ταξιδεύει στον κόσμο για να ανακαλύψει την αξία της οικογένειας, της φιλίας και της γεύσης – ανακαλύπτοντας την όρεξη για περιπέτεια και αποκτώντας την πολυπόθητο τίτλο του Καλύτερου Εραστή στον κόσμο.” Και κάπως έτσι ξεκινάμε…
Στο “Deadpool 2”, αν και οι υπερήρωες που μαζεύονται εν τέλει δεν είναι λίγοι, ωστόσο το μεγαλύτερο κέντρο βάρους το έχει ο Wade Wilson, με την υπόθεση να αφορά αυτόν και το προσωπικό του ιστορικό και με τους υπόλοιπους να μπαίνουν σε -αν όχι σε τρίτη- σε δεύτερη μοίρα. Ο Deadpool δηλαδή και πάλι δεν χρειάζεται να σώσει τον πλανήτη από μια κοσμική απειλή κι έτσι οι ακόλουθοί του βρίσκονται λίγο πιο έντονα στο παρασκήνιο. Στην πρώτη ταινία προσπαθούσε να σώσει τον έρωτα της ζωής του, ενώ τώρα ασχολείται με την οικογένεια, με τον Wade να μαθαίνει ότι οι πράξεις του έχουν πάντα κάποιο αντίκτυπο. O Deadpool δεν προσπαθεί να σώσει τον κόσμο παρά μόνο τους δικούς του και κυρίως τον εαυτό του. Ως ο καλός γνωστός Deadpool δεν σέβεται τίποτα και προσβάλλει τους πάντες στο διάβα του, αλλά μέσα σε όλο αυτό το ωμό χιούμορ καταφέρνει, έστω και λίγο, να συγκινήσει μέσω της τραγικότητας και της εξέλιξης του ήρωα χωρίς να επαναπαύεται σε απλό fan service.
Παρ’ όλα αυτά και όπως ήταν αναμενόμενο, ο περισσότερος χρόνος της ταινίας τοποθετεί τον Deadpool σε διάφορες… αξιοπερίεργες περιστάσεις. Η εναλλαγή των καταστάσεων που μπλέκεται είναι τόσο συνεχής και γρήγορη, που ενώ ταιριάζει με την τρέλα του χαρακτήρα, συγχρόνως φαίνεται λίγο μπερδεμένη και χωρίς δομή, σαν μια ταινία χωρίς συνοχή. Η δράση όμως δεν απογοητεύει και με τον σκηνοθέτη του John Wick στο τιμόνι, γίνεται ακόμα πιο βίαιη και καλύτερα χορογραφημένη, ενώ το ιδιαίτερο χιούμορ του χαρακτήρα καταφέρνει να διατηρηθεί σε ένα καλό επίπεδο.
Η ταινία είναι γεμάτη αναφορές, προσβολές και υπερβολικά αστεία, σχολιάζοντας τα πάντα και σεβόμενη τίποτα, και ως επί το πλείστον είναι αρκετά πετυχημένη σε αυτό το κομμάτι. Αλλά δεν είναι λίγες οι στιγμές που κάποιο αστείο θα επαναληφθεί ή που ο θεατής θα νιώσει ότι το έχει ήδη δει και γελάσει μαζί του προηγουμένως – είτε στην προηγούμενη ταινία είτε μέσω του άπειρου διαφημιστικού υλικού που κυκλοφορεί τα τελευταία χρόνια. Οι καλύτερες στιγμής του Deadpool προκύπτουν περισσότερο μέσω του χιούμορ διαφόρων αντιδράσεων και καταστάσεων, παρά των ακατάπαυστων ατακών.
Έχουμε δύο σημαντικούς νέους χαρακτήρες που προστέθηκαν στο franchise μέσω αυτού του φίλμ, τους Cable (Josh Brolin) και Domino (Zazie Beetz), οι οποίοι όμως δυστυχώς έχουν αρκετά μικρούς ρόλους και περισσότερο δουλεύουν ως συμπληρώματα στις σκηνές δράσεις. Ο Cable φαίνεται να έχει παρελθόν ως ήρωας και κουβαλάει μια βαρύτητα πάνω του, χάρις του πολύ ταιριαστού Josh Brolin, αλλά δεν μαθαίνεις σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν εκτός ότι έχει ταξιδέψει από το μέλλον κι έχει βιονικό χέρι. Η παραγωγή ήταν τυχερή -ή και όχι- που διάλεξε τον Brolin για τον ρόλο, ο οποίος δίνει χωρίς προσπάθεια το “κάτι παραπάνω” στον χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να κεντρίζει την προσοχή και να αναμένεται σε κάποια συνέχεια. Η Domino έχει ακόμα λιγότερο χρόνο, δεν μαθαίνεις σχεδόν τίποτα για εκείνην, αν εξαιρέσουμε μια επεξηγηματική σκηνή για το πώς λειτουργούν οι δυνάμεις της.
The Verdict
To “Deadpool 2” έπρεπε να συνεχίσει στα βήματα ενός πολύ δυνατού φιλμ, και στα βασικά του σημεία το κατάφερε. Είναι μια αρκετά διασκεδαστική ταινία, με το πετυχημένο βάναυσο και άξεστο χιούμορ που υπόσχεται ο Deadpool, να είναι παρόν, άπλετη δράση, λίγο συναίσθημα κι εξέλιξη του πρωταγωνιστή. Ο συνδυασμός αυτών βοηθάει την ταινία να καλύψει τις αδυναμίες της αρκετά, ώστε να είναι μια ακόμα τίμια επιτυχία της σειράς, αναφέρει το ign.com.