Η ανανέωση της θητείας του στη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος δεν αποτελεί απλή επιβράβευση του καθοριστικού ρόλου του Γιάννη Στουρνάρα ως πυλώνα σταθερότητας στην κρίσιμη για τη χώρα προηγούμενη εξαετία.
Από τη θέση του κεντρικού τραπεζίτη με την υπεύθυνη στάση και συμπεριφορά του ενσάρκωσε ό,τι πλησιέστερο στην ανεξαρτησία του συγκεκριμένου θεσμού και ενίσχυσε τον κομβικό ρόλο του ως αποτελεσματικού μοχλού της δημοκρατίας.
Εκείνο το ζεστό μεσημέρι της Τετάρτης 25 Ιουνίου 2014 η Επιτροπή ΔΕΚΟ της Βουλής ενέκρινε τον διορισμό του Γιάννη Στουρνάρα στη θέση του 17ου διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος. Υπέρ τάχθηκαν 10 βουλευτές από Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, «παρών» δήλωσε ο εκπρόσωπος της ΔΗΜ.ΑΡ. Γιάννης Πανούσης, ενώ 7 βουλευτές από ΣΥΡΙΖΑ, Χρυσή Αυγή και ΚΚΕ καταψήφισαν. Δεν ήταν άγνωστος στην επιτροπή που τον ακροάστηκε προκειμένου να αναλάβει το τιμόνι του κεντρικού τραπεζίτη. Ανθρωπος με τεχνοκρατικές γνώσεις, συστηματικός, πειθαρχημένος και αποφασιστικός, διέθετε όλα τα εχέγγυα για το κρίσιμο πόστο.
Εξάλλου, με τη μέχρι προ ολίγου ιδιότητά του ως υπουργού Οικονομικών είχε διατελέσει αρχιτέκτονας των διαπραγματεύσεων και των συμφωνιών με τους Ευρωπαίους πιστωτές που κράτησαν τη χώρα στην επιφάνεια κατά τη μανιασμένη φουρτούνα της κρίσης. Και βέβαια, στη διαδρομή του ο καθηγητής-οικονομολόγος είχε παραδώσει με αξιοπιστία τα πιστοποιητικά ευθύνης, αξιοπρεπούς λειτουργίας, διεθνούς εμπειρίας και απήχησης σε ιδρύματα, οργανισμούς, δημόσιες επιχειρήσεις, υπουργεία στα οποία είχε υπηρετήσει στο παρελθόν.
Χώρια που στο εντυπωσιακό βιογραφικό του συμπεριλαμβανόταν η συμβολή στην ολοκλήρωση της ενταξιακής διαδικασίας της χώρας στην ΟΝΕ. Με δυο λόγια, ήταν υπερπροσοντούχος, overqualified που λένε, σε σχέση με τα απαιτούμενα προτερήματα για τη θέση.
Διόλου παράδοξα, εκείνα τα φεγγάρια της πολιτικής οξύτητας ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας είχε κάνει ντόρο ξεκαθαρίζοντας προκαταβολικά πως ενδεχόμενη επιλογή του Στουρνάρα ως νέου διοικητή της ΤτΕ δεν θα δέσμευε το κόμμα του όταν αυτό θα ερχόταν στην κυβέρνηση.
Μήνυμα, προειδοποίηση, απειλή, ό,τι κι αν ήταν, στην πραγματικότητα η «ανακριτική» διάθεση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στην αίθουσα ήταν μάλλον ήπια. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος Παναγιώτης Λαφαζάνης, πολύ πριν συλλάβει την ιδέα για το ριφιφί, κοινώς γιουρούσι, στο Νομισματοκοπείο, τον ρώτησε αν βλέπει τον νέο ρόλο του κεντρικού τραπεζίτη ως το μακρύ χέρι του πρωθυπουργού.
Η απάντηση του 58χρονου τότε Στουρνάρα ήταν λιτής εκφοράς, αλλά μεστή νοήματος. «Θα είμαι διοικητής υπεράνω επιδιώξεων και συμφερόντων», είπε.
Αδέκαστος χαρακτήρας
Το καλοκαίρι του 2015 οι τουρίστες της Γλύφας στα ανατολικά παράλια του Νομού Φθιώτιδας, που θυμίζει κάτι ανάμεσα σε νησί και τοπίο μέσα σε λίμνη στα ήρεμα νερά του βόρειου Ευβοϊκού κόλπου, αντίκρισαν με θετική έκπληξη στο χωριό εγκατεστημένο ένα αυτόματο μηχάνημα ανάληψης μετρητών (ΑΤΜ). Μέχρι τότε το κοντινότερο βρισκόταν στην πόλη της Στυλίδας. «Ρουσφέτι του Στουρνάρα», έσπευσαν να πουν οι καχύποπτοι, αποδίδοντας την ευεργετική παρέμβαση στον καταγόμενο από τον ίδιο τόπο κεντρικό τραπεζίτη.
Υπερβολές. Οσοι γνωρίζουν εκ του σύνεγγυς τον Γιάννη Στουρνάρα εκθειάζουν το αδέκαστο του χαρακτήρα του. Εδώ, λένε οι ντόπιοι, απαγόρευσε στον μικρότερο αδελφό του Αργύρη να πάρει μέρος σε διαγωνισμό πρόσληψης οδοντιάτρων στο ασφαλιστικό ταμείο της ΤτΕ για να μην υπάρχει καν υποψία νεποτισμού και θα μεροληπτούσε εις βάρος άλλων χωριών για ένα ΑΤΜ στην πατρογονική γη;
Οι κάτοικοι της περιοχής καμαρώνουν που ο συμπατριώτης τους, ένα παλικάρι με ρίζες στην εμβληματικά γενναία Φθιώτιδα, κατέχει τα ηνία ενός κορυφαίου θεσμικού πόστου. Ο συνονόματος παππούς από το Βαθύκοιλο και η γιαγιά του Αμαλία, το γένος Τσιαλαφάκη, από τη Γλύφα, έστησαν το σπιτικό τους στην τελευταία, όπου και γεννήθηκε ο γιος τους Θανάσης.
Το πατρικό βρίσκεται απέναντι από το τοπικό ιατρείο κοντά στο λιμάνι της περιοχής, όπου ο μικρός Γιάννης και τα αδέλφια του, ο οδοντίατρος Αργύρης και η κοινωνική λειτουργός σήμερα Αμαλία, πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια σχετικά ανέμελα, αλλά όχι και ξάστερα, αφού σκιές διώξεων και ταλαιπωριών βάραιναν αδίκως τον πατέρα τους.
Ο Θανάσης Στουρνάρας, αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης και γραμματέας του ΕΑΜ Φθιώτιδας και Εύβοιας, κυνηγήθηκε στη μετεμφυλιακή περίοδο και εξορίστηκε σε ξερονήσια για τις αριστερές πεποιθήσεις του. Για χρόνια, στριμωγμένος και «φακελωμένος» από την Ασφάλεια, δούλευε κρυφά ως λογιστής στα ορυχεία της οικογένειας Κυριακόπουλου στη Μήλο, φροντίζοντας την αξιοπρεπή διαβίωση της δικής του οικογένειας στο σπίτι τους στη Φιλοθέη. Οι στερήσεις ήταν στο δικό του μερτικό.
Από τη πλευρά της η μητέρα του Φωτεινή, το γένος Δασκαλάκη, από τους Λαμπιώτες, της επαρχίας Αμαρίου της Κρήτης, ανέλαβε την ανατροφή των παιδιών όσο ο πατέρας ήταν μακριά τους για πολιτικούς και βιοποριστικούς λόγους. Ετσι, ο γεννημένος στην Αθήνα «Γιαννιός», όπως τον αποκαλούσε η Ρεθυμνιώτισσα γιαγιά του, η Παρασκευή το γένος Κοτζαμπασάκη, μεγάλωνε σπουδάζοντας στα δημόσια σχολεία της γειτονιάς του, έως ότου, ως μελετηρός μαθητής στα 18 του, εισήχθη μετά από εξετάσεις στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα φοιτητικά χρόνια
Ηταν Οκτώβρης του 1974, εποχή της Μεταπολίτευσης, με έντονη πολιτικοποίηση και ορμητική αποχουντοποίηση στα πανεπιστήμια. Τα μαθήματα άρχισαν με καθυστέρηση, αλλά ο ίδιος ήταν συνεπής στις φοιτητικές υποχρεώσεις του. Οπως είχε εκμυστηρευτεί, ο βασανισμένος από τραυματικές εμπειρίες πατέρας του δεν τον παρότρυνε να εμπλακεί ενεργά με τα πολιτικά. «Πρώτα τα μαθήματά σου και μετά τα υπόλοιπα», του έλεγε.
Ενδεχομένως υπό αυτή τη συμβουλή δεν δραστηριοποιήθηκε έντονα στη φούρια των κινητοποιήσεων και χωρίς την πρεμούρα της ένταξης στη νεολαιίστικη «πρωτοπορία» των αγώνων, στρατολογήθηκε καθυστερημένα στην ΚΝΕ, προς το τέλος των πανεπιστημιακών σπουδών του.
Ο νεαρός μαρξιστής πήρε πτυχίο με βαθμό 9,5 στα τέσσερα ακριβώς χρόνια τον Ιούνιο του 1978, και ως αριστούχος παρέλαβε την υποτροφία της Αγροτικής Τράπεζας για μεταπτυχιακό στο εξωτερικό. Επόμενος σταθμός, το φημισμένο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Τον συντρόφευσε στην καινούρια του πορεία η πρώτη, μεγάλη και αέναη αγάπη του, η Σταυρούλα, γνωστότερη ως Λίνα, Νικολοπούλου. Γεννημένη στην Αθήνα με εκατέρωθεν καταγωγή των παππούδων της από Καρδαμύλη και Καλάβρυτα, γνωρίστηκαν από συμφοιτητές κιόλας στο Οικονομικό του Πανεπιστημίου της Αθήνας, ερωτεύτηκαν και συνδέθηκαν διά βίου.
Οταν το 1981 η κυβέρνηση της «Αλλαγής» θεσμοθέτησε τον πολιτικό γάμο, οι δυο τους μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι μπήκαν σε μια νοικιασμένη σακαράκα Renault και πήραν τον δρόμο των 90 χιλιομέτρων που χωρίζει την Οξφόρδη από το Λονδίνο.
Εφτασαν στην αγγλική πρωτεύουσα για να παντρευτούν στο ελληνικό προξενείο. Δεν είχαν κλείσει αμφότεροι τα 25 τους χρόνια. Στην επιστροφή το αυτοκίνητο χάλασε. Γύρισαν με οτοστόπ, αλλά χαρούμενοι για τη νέα τους ζωή. Αργότερα η ευτυχία του ζευγαριού θα συμπληρωνόταν με τον ερχομό των δύο κοριτσιών του, της Νεφέλης και της Δανάης.
Ο Γιάννης είχε ήδη πάρει με άριστα και το μεταπτυχιακό και σε έναν μόλις χρόνο ολοκλήρωσε και το διδακτορικό του. Ηταν πλέον λέκτορας διδάσκοντας στο Κολέγιο St. Catherine’s, ενώ η Λίνα με διδακτορικό στη Βιολογία ξεκινούσε ακαδημαϊκή καριέρα στην Οξφόρδη, όταν ο Στουρνάρας επέστρεψε από τη Βρετανία στην πατρίδα για να πάει φαντάρος.
Οι ξένοιαστες μέρες των ερασιτεχνικών αγώνων της ποδοσφαιρικής ομάδας των Ελλήνων φοιτητών στο γηπεδάκι των λιβαδιών κοντά στην Aristotle Lane, στη Βόρεια Οξφόρδη, ξεθώριαζαν στο στρατόπεδο της Λάρισας όπου υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία.
Ολη η πολυσυλλεκτική παρέα της ελληνικής κοινότητας στην πόλη των «ονειρεμένων πυργίσκων» -ο συνομήλικος συμφοιτητής και συγκάτοικός του στην εστία Γιώργος Ζανιάς από τον Ορχομενό, ο νεότερος προπτυχιακός φοιτητής Ευκλείδης Τσακαλώτος από το Ρότερνταμ, η Ελένη Λουρή-Δενδρινού που έκανε το διδακτορικό της, ο καθηγητής Λουκάς Τσούκαλης και κυρίως η σύζυγος του- ήταν εκεί, πλάι στις γραφικές όχθες του ποταμού Τάμεση. Στον ίδιο όμως, πεζικάριο ντυμένο στο χακί, στις όχθες του Πηνειού, ωρίμαζε η ιδέα της μόνιμης επανεγκατάστασης στην Ελλάδα.
Φαντάρος στην οδό Νίκης
Με επιστημονικές περγαμηνές, παρά το νεαρό της ηλικίας του, εμφανίστηκε το 1985 στην οδό Νίκης με στρατιωτική στολή εξόδου, μπερέ, άρβυλα και γυαλιά μυωπίας, για να θέσει υποψηφιότητα πρόσληψης ως ειδικός σύμβουλος του υπουργείου Οικονομικών.
Στο Εθνικής Οικονομίας υπουργός ήταν ο Κώστας Σημίτης και υφυπουργός ο Γιάννος Παπαντωνίου. Ο τελευταίος, που είχε διδάξει ως ειδικός επιστήμονας στο Οικονομικό Τμήμα της Νομικής Αθήνας το 1978, είχε τον Στουρνάρα φοιτητή στο τελευταίο έτος των σπουδών του. Θυμήθηκε τις άριστες επιδόσεις του, τις οποίες είχε βαθμολογήσει με 10, και πρότεινε την άμεση πρόσληψή του.
Σε λίγες μέρες ο φαντάρος μετατέθηκε στο ΓΕΣ για να εκπληρώσει τις 15 μέρες θητείας που του απέμεναν ως το απολυτήριο και με τη νέα χρονιά ανέλαβε σύμβουλος επί θεμάτων δημοσίων επιχειρήσεων και εισοδηματικής πολιτικής.
Η απόφασή του να εμπλακεί στα δημόσια πράγματα της χώρας ήταν αμετάκλητη, αλλά όχι δίχως κλυδωνισμούς. Ενημέρωσε άμεσα τη σύζυγό του Λίνα στο Λονδίνο, η οποία έμεινε άναυδη με την ανακοίνωση των νέων του καθηκόντων. Είχε μόλις ξεκινήσει μια πολλά υποσχόμενη ακαδημαϊκή καριέρα στην Αγγλία και αναγκαστικά έπρεπε να τη διακόψει, αν όχι να τη θυσιάσει, ώστε να επιστρέψει και να μείνει μαζί με τον ίδιο και την οικογένειά του στο πατρικό του στη Φιλοθέη. Οπως και τελικά έγινε.
Δεν ήταν συμβιβασμός, αλλά το αποτέλεσμα ενός αδιάσπαστου δεσμού αγάπης, σφυρηλατημένου μέσα από την κοινή τους πορεία.
Είχε ήδη προσεγγίσει ιδεολογικά τον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Ο πυρήνας της σκέψης του είχε μετακινηθεί με ορθολογική προσαρμοστικότητα και ευαισθησία προς τις αξίες της σοσιαλδημοκρατίας. Πάντα με σύγχρονη μεταρρυθμιστική ματιά, συντονισμένη με το εκσυγχρονιστικό ρεύμα που εξέφραζε ο Κώστας Σημίτης.
Αρκετά χρόνια αργότερα, θα διατύπωνε στον δημόσιο λόγο του ότι είναι εραστής του σκανδιναβικού μοντέλου. Υπογραμμίζοντας την ανάγκη ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους που θα χαράζει μακροχρόνια στρατηγική, που θα διασφαλίζει ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, θα είναι αμείλικτος επόπτης και ελεγκτής, αλλά όχι επιχειρηματίας. «Αυτό θέλει σοβαρότητα, σοβαρούς υπουργούς, μορφωμένους ανθρώπους», είχε τονίσει.
Βαθμιαία, το 1989 έγινε καθηγητής Μακροοικονομίας στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Την περίοδο του 1990-93, όταν το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν στην αντιπολίτευση, ήταν μέλος της ομάδας που εκπονούσε το πρόγραμμα του Κινήματος με επικεφαλής τον Παντελή Οικονόμου.
Με την επάνοδο στην κυβέρνηση συνάντησε ένα απόγευμα τον Γιώργο Γεννηματά στο γραφείο του, στον προθάλαμο του οποίου εκτελούσε χρέη γραμματέως υποδοχής η κόρη του Φώφη Γεννηματά. Το ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, εκτιμώντας το ταλέντο του, τον ώθησε να γίνει μέλος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.
Την επόμενη χρονιά, επί Γιάννου Παπαντωνίου, έγινε πρόεδρος του συμβουλίου, συμμετέχοντας στον σχεδιασμό της μακροοικονομικής και διαρθρωτικής πολιτικής. Επί έξι χρόνια, έως τον Ιούλιο του 2000, από αυτή τη θέση εκπροσωπούσε το υπουργείο στη Νομισματική Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ και είχε την ευθύνη για τις ετήσιες διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, το ΔΝΤ, τον ΟΟΣΑ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Διετέλεσε υψηλόβαθμο στέλεχος της ΔΕΠΑ και του ΟΔΔΗΧ. Από τον Ιούλιο του 2000 μέχρι τον Μάρτιο του 2004 ήταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Εμπορικής Τράπεζας και από τον Οκτώβριο του 2000 αντιπρόεδρος της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών. Χρημάτισε διευθύνων σύμβουλος της ΚΑΠΠΑ Χρηματιστηριακή από το 2005 έως το 2008.
Κατόπιν ανέλαβε γενικός επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ. Ολα αυτά προσμετρημένα, πόστα, τίτλοι, ταξίδια, εμπειρίες, παρασκηνιακές επαφές, επίσημες διαβουλεύσεις και διεθνή κονέ με πρόσωπα-κλειδιά, θα αποτελούσαν ίσως καταγραμμένη παρακαταθήκη αν η ίδια η Ιστορία με τις ειρωνείες της δεν του επεφύλασσε μια θέση που ενδεχομένως τη δικαιούνταν, αλλά δεν τη διεκδίκησε.
Η αλήθεια είναι ότι δεν κλήθηκε, παρά τη μακρά πείρα του από τη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2009, να συμμετάσχει στο οικονομικό επιτελείο του. Ενδεχομένως επειδή είχε στηρίξει τον Βαγγέλη Βενιζέλο στις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ το 2007. Ισως πάλι επειδή οι απόψεις του δεν ακομπανιάριζαν τη θεώρηση-σύνθημα «Λεφτά υπάρχουν».
Ο ίδιος από νωρίς ζητούσε περικοπές στον δημόσιο τομέα, εξυγίανση των ΔΕΚΟ και παρεμβάσεις για τον περιορισμό της σπατάλης. Ο Γιώργος Παπανδρέου τον θυμήθηκε στον ανασχηματισμό του Ιουνίου του 2011. Λέγεται ότι μέσω τρίτων τού πρότεινε το υπουργείο Οικονομικών. Ο Στουρνάρας το αρνήθηκε τότε. Αλλά ποτέ μη λες ποτέ.
Στο υπουργείο Οικονομικών
Πάλι καλοκαίρι, πάλι μεσημέρι, αλλά αυτή τη φορά το ημερολόγιο έγραφε 26 Ιουνίου 2012. Ο Στουρνάρας, χωρίς επιτακτικές υποχρεώσεις είχε ελεύθερο χρόνο. Από το φθινόπωρο της περασμένης χρονιάς μαζί με τον Γιώργο Φλωρίδη και τον Απόστολο Δοξιάδη είχαν ιδρύσει την πολιτική κίνηση «Κοινωνικός Σύνδεσμος». Ωστόσο, ο ίδιος από τις 17 Μαΐου 2012, για πρώτη φορά διαχειρίστηκε κυβερνητικά καθήκοντα ως αμισθί υπηρεσιακός υπουργός Ανάπτυξης στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Παναγιώτη Πικραμμένου.
Η θητεία του είχε πλέον λήξει με τις εκλογές της 17ης Ιουνίου εκείνης της χρονιάς και ίσως, με το θερμόμετρο στα ύψη, να ονειρευόταν τις καλοκαιρινές του διακοπές στο εξοχικό του στον οικισμό Τρία Λαγγόνια της Σύρου.
Εκεί, μαζί με τη σύζυγό του Λίνα είχαν αγοράσει το 2000 μία από τις πανομοιότυπες μεζονέτες, από τις οποίες μία ανήκε στον Γιάννο Παπαντωνίου, ενώ μια άλλη στην Κλοντίν Ριπέρ, πρώην σύζυγο του άλλοτε Γάλλου πρεσβευτή στην Αθήνα, Ζαν-Μορίς Ριπέρ. Εκεί την περασμένη χρονιά είχε συναντηθεί με τον Φρανσουά Ολάντ, προτού αυτός εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας, και την τότε σύντροφό του Βαλερί Τριερβελέρ. Το ζευγάρι των Γάλλων επισκεπτόταν τακτικά το νησί, κάνοντας εκεί τις θερινές του διακοπές και διαμένοντας στη συνοικία Βαπόρια της Ερμούπολης.
Για τον λιτοδίατο Στουρνάρα, που δεν πίνει, ούτε καπνίζει, η Σύρος ήταν μια όαση διαφυγής από σκοτούρες, αλλά και ένας τόπος άσκησης. Ντόπιοι Συριανοί τον έβλεπαν τακτικά να ξεκινά από τη μικρή παραλία, που είναι ακριβώς κάτω από το σπίτι της οικογένειάς του, και να κολυμπάει μέχρι τον φάρο στο νοτιότερο τμήμα του νησιού, τρία χιλιόμετρα στο πήγαινε και άλλα τρία χιλιόμετρα στο έλα.
Στην αντοχή του συμπεριλαμβάνεται και η πεζοπορία ως την παραλία, μια και για να φτάσει ως εκεί έπρεπε να παρακάμψει το από κάτω περιφραγμένο σπίτι του Παπαντωνίου που του εμπόδιζε την άμεση πρόσβαση στη θάλασσα.
Εκείνο το μεσημέρι, στο βιβλιοπωλείο «Ιανός», ο Στουρνάρας παρευρισκόταν στην παρουσίαση βιβλίου με τίτλο «Η άνοδος και η πτώση του Homo Economicus», του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαδογιάννη. Είχε κλειστό το κινητό και δεν άκουγε τις κλήσεις. Ηδη στην τρικομματική συγκυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜ.ΑΡ., ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είχε δεχθεί εισηγήσεις στενών και έμπιστων συνεργατών του να τον αξιοποιήσει σε υπουργική θέση. Εξάλλου, ο Στουρνάρας, εκτός από διεθνή διαπραγματευτική εμπειρία, διέθετε και ως επιπλέον εγχώριο ατού ότι τα είχε πάει καλά στην κυβέρνηση Πικραμμένου.
Ωστόσο, φαίνεται πως ενδοκυβερνητικές ενστάσεις εμπόδιζαν την υπουργοποίησή του. Οχι τόσο από πλευράς Φώτη Κουβέλη όσο από μεριάς του Βαγγέλη Βενιζέλου, του οποίου το πληθωρικό εκτόπισμα -εκτιμάται- ίσως δεν άφηνε χώρο για μία ακόμη αυτόνομη και δυναμική προσωπικότητα στην κυβέρνηση.
Ωστόσο, εκεί που τα ενδοκυβερνητικά παζάρια ισορρόπησαν, ήρθε η ίδια η ζωή να τα ανατρέψει. Η αδυναμία του καθηγητή Βασίλη Ράπανου λόγω προβλημάτων υγείας να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του «τσάρου της οικονομίας» τούμπαρε τους αρχικούς σχεδιασμούς. Η καινούρια επιλογή για το πόστο του βαφτίστηκε καθ’ υπερβολή «υπέρβαση». Στην πραγματικότητα ήταν δικαίωση του αυτονόητου.
Οταν μετά από αλλεπάλληλες κλήσεις απέτυχε η προσπάθεια του Σαμαρά να επικοινωνήσει με τον Στουρνάρα, ανέλαβαν κοινοί τους γνωστοί να τον εντοπίσουν. Κόντευε μία το μεσημέρι στο βιβλιοπωλείο όταν διάβασε το μήνυμα ενδιάμεσου «ιχνηλάτη» του στο κινητό: «Σαμαράς σε ψάχνει, το βράδυ σπίτι του». Είδε και στην αναγνώριση κλήσεων κάμποσες αναπάντητες από τον πρωθυπουργό, σηκώθηκε. Ζήτησε συγγνώμη από την ομήγυρη και βγήκε έξω για να του τηλεφωνήσει. Ο Σαμαράς του πρότεινε να αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, συμπληρώνοντας: «Θα σε στηρίξω». Ο Στουρνάρας δέχτηκε. Ή, καλύτερα, τόλμησε να αναλάβει ως εκξωκοινοβουλευτικός ένα τιτάνιο έργο.
Την ίδια ώρα, πικρόχολοι ανταποκριτές διεθνών πρακτορείων διερωτώνταν ειρωνικά: «Μήπως έφτασε η στιγμή ο άνθρωπος που διαπραγματεύτηκε την είσοδο της Ελλάδας στο ευρώ να παζαρέψει τώρα και την έξοδό της από αυτό;». Απάντησε με σχεδόν νεανικό πείσμα και γοργά αντανακλαστικά, υπερασπίζοντας με πατριωτική ευθύνη αλλά και ευελιξία, επί δύο χρόνια, τόσο τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας από την καταστροφή όσο και το ευρωπαϊκό έργο του.
Με τον Αντώνη Σαμαρά βρήκαν γρήγορα την αναγκαία χημεία ώστε να μην κινδυνέψει η κυβερνητική συνοχή και παράλληλα να προωθηθούν οι επείγουσες διαρθρωτικές αλλαγές που είχε ανάγκη η χώρα. Ηταν η περίοδος που ο πρωθυπουργός περνούσε τη δοκιμασία της περιπέτειας με την αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς στο μάτι του.
Λόγω του συγκεκριμένου ιατρικού προβλήματος και του συνακόλουθου χειρουργείου δεν είχε παραστεί στην ορκωμοσία του Στουρνάρα, αλλά οι δυο τους συναντιόντουσαν τακτικά στο σπίτι του πρωθυπουργού στην Κηφισιά. Αντίθετα, οι σχέσεις του με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Βαγγέλη Βενιζέλο πέρασαν από χίλια μύρια κύματα, με εντάσεις και διαφωνίες έως ότου οι απόψεις τους συγκεραστούν. Πήρε σχεδόν ένα χρόνο μέχρι να τα βρουν τελικά. Στο κάτω-κάτω δεν είχαν τίποτα να χωρίσουν ενώπιον εθνικών κινδύνων.
Παρόμοια απόσταση από τον ίδιο διατήρησαν για κάποιο διάστημα και επιτελικά στελέχη της στενής ομάδας του πρωθυπουργού, όπως ο Χρύσανθος Λαζαρίδης και ο Δημήτρης Σταμάτης. Λόγω της εξαιρετικής γνώσης των θεμάτων όσο και χάρη στον προσιτό στις επαφές χαρακτήρα Στουρνάρα, οι δίαυλοι αμοιβαίας εμπιστοσύνης αποκαταστάθηκαν. Συντονίστηκαν στο ίδιο μήκος κύματος τα πολλά «εγώ» και το σιρόπι έδεσε.
Τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον γνώριζε από παλιά. Ωστόσο, ήρθαν πιο κοντά χάρη στον κοινό τους φίλο Δημήτρη Στεφάνου, ο οποίος εκτελούσε χρέη γενικού γραμματέα Δημόσιας Διοίκησης στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης στο οποίο προΐστατο το 2012 πολιτικά ο Μητσοτάκης. Επιστημονικός συνεργάτης στο γραφείο του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, διετέλεσε και γ.γ. του υπουργείου Εσωτερικών επί πρωθυπουργίας Γιώργου Παπανδρέου ως σπουδαίος δημόσιος λειτουργός και σπάνιος άνθρωπος. Ο Κυριάκος τον διατήρησε στο πόστο.
Οταν ο Δημήτρης Στεφάνου πέθανε το 2014 σε ηλικία μόλις 46 ετών, με πρωτοβουλία του υπουργού μια αίθουσα του υπουργείου πήρε τιμητικά το όνομά του. Ο Στουρνάρας με την αριστερή προέλευση και ο Μητσοτάκης με τη φιλελεύθερη πολιτική καταγωγή έχασαν έναν κοινό τους φίλο, αλλά χάρη σε εκείνον και στη μνήμη του συνάρθρωσαν μια θερμή σχέση.
Από ιδιοσυγκρασία ο κεντρικός τραπεζίτης, λένε όσοι τον γνωρίζουν από κοντά, είναι ανοιχτός στις κοινωνικές επαφές. Είναι συμπαθής, επικοινωνιακός, χαλαρός και χαμογελαστός. Ως άνθρωπος που υποστηρίζει την ομάδα με το Τριφύλλι, αλλά χωρίς ποδοσφαιρικές εμπάθειες, και του αρέσουν τα ανέκδοτα, δεν σκάβει σώνει και καλά με το κομψό νεανικό σκαρί του χαρακώματα αντιπαράθεσης. Παρότι σκληρό καρύδι και ενίοτε αυστηρός, δεν επιδίδεται σε εκτονωτικές ρήξεις. Εμπεδώνει καλό κλίμα στις διαπροσωπικές επαφές ακόμη κι αν τον χωρίζει ιδεολογικοπολιτκή άβυσσος από τον συνομιλητή του.
Με αρκετά κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ διατηρούσε καλή σχέση και συνομιλούσαν σε ήπιο κλίμα από τη στιγμή που το κόμμα τους έγινε κυβέρνηση και ξεσάλωναν με τις ιδεοληπτικές αυταπάτες τους. Ωστόσο, πρωταρχικό του μέλημα ήταν η θεσμική ανεξαρτησία του αξιώματός του.
Λίγο πριν από την κωλοτούμπα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Σύνοδο Κορυφής του 2015, τον είχαν ζώσει τα φίδια. Ο Βαρουφάκης έπαιζε τη χώρα στα ζάρια με ναρκισσιστικές ασκήσεις διεθνούς αυτοπροβολής, ενώ ταυτόχρονα μερίδα της κυβέρνησης φλέρταρε ανοιχτά με την επάνοδο στη δραχμή. Οταν πληροφορήθηκε από τον Ολάντ ότι ο Πούτιν του τηλεφώνησε και του αποκάλυψε πως η Ελλάδα είχε υποβάλει αίτημα στη Μόσχα για την εκτύπωση δραχμών, δεν πανικοβλήθηκε. Ψύχραιμα επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο.
Στους καραμανλικούς γενικότερα ο Στουρνάρας δεν γέμιζε το μάτι, μια και από το 2008 ήταν από τους πρώτους που επισήμαναν επικριτικά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας από την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Αλλά εν προκειμένω η τύχη της Ελλάδας κρεμόταν από μια κλωστή. Διακυβευόταν η κατολίσθηση της χώρας στα τριτοκοσμικά τάρταρα. Ο επί πενταετία νομομαθής υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή και στην κρίσιμη φάση Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν τουλάχιστον μια εχέφρων και νουνεχής πολιτική φιγούρα απέναντι στις σουρεαλιστικές εξαλλοσύνες.
Προς τιμήν του, ο Παυλόπουλος τον διαβεβαίωσε ότι «δεν πρόκειται να υπογράψω την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και το ευρώ». Παράλληλα, ο Στουρνάρας επιδόθηκε σε μπαράζ τηλεφωνημάτων στον διοικητή της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, σε ομολόγους του διοικητές κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης και Ευρωπαίους αξιωματούχους, όπως οι Γιούνκερ, Μοσκοβισί και Σαπέν. Είχε κάνει το καθήκον του. Και δεν κουκούλωσε ποτέ, όπως του ζητούσαν, τον υπολογισμό από την ΤτΕ ότι η ζημιά της «σκληρής διαπραγμάτευσης» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ. κόστισε στη χώρα 86 δισ. ευρώ!
Ολα αυτά αποτέλεσαν την αφορμή για να ξεκινήσουν αθρόες επιθέσεις εναντίον του από όσους φαντασιώνονταν ένα «κράτος-πειρατή» που θα έκανε ρεσάλτο στον Χολαργό και θα ασκούσε μονομερώς και ιδιοτελώς έλεγχο των τραπεζών. Εκτοτε, κάθε τόσο τον έσερναν σε εξεταστικές επιτροπές της Βουλής για να τοποθετηθεί περίπου ως κατηγορούμενος.
Η σύγκριση με ΣΥΡΙΖΑ
Η σύγκρουση κορυφώθηκε σχεδόν παροξυσμικά στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2016. Ελεγχος των υπηρεσιών της Τραπέζης της Ελλάδος είχε διαπιστώσει προβλήματα, παρατυπίες και προνομιακές παροχές, ας τα πούμε «θαλασσοδάνεια», στην Τράπεζα Αττικής. Η τράπεζα δεν ήταν συστημική και βρισκόταν υπό την εποπτεία της ΤτΕ, η οποία αποφάσισε να αντικαταστήσει τον πρόεδρό της Γιάννη Γαμβρίλη και τον διευθύνοντα σύμβουλο Αλέξανδρο Αντωνόπουλο.
Σε συνεννόηση με την κυβέρνηση, ο Στουρνάρας με τον Δραγασάκη και τον Τσακαλώτο όρισαν μια άτυπη επιτροπή τοποθετώντας έκαστος σε αυτήν τον Σπύρο Παντελιά, τον Δημήτρη Λιάκο και την Κερασίνα Ραυτοπούλου αντίστοιχα. Η επιτροπή κατέληξε στο πρόσωπο του τραπεζίτη Θεόδωρου Πανταλάκη για τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου.
Αμέριμνος και με την εντύπωση ότι όλα θα βάδιζαν τυπικά και σύμφωνα με τους κανόνες του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, ο Στουρνάρας αναχώρησε για σύσκεψη της ΕΚΤ.
Στη Φρανκφούρτη πληροφορήθηκε έκπληκτος ότι η κυβέρνηση πρότεινε το δίδυμο των Παναγιώτη Ρουμελιώτη και Σπύρου Σαπουντζόγλου στην επίμαχη τράπεζα. Αυτομάτως πήρε τηλέφωνο τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, με τον οποίο είχε την άνεση επικοινωνίας από τις ημέρες της Οξφόρδης, και τον Γιάννη Δραγασάκη που η γνωριμία τους ανάγεται στα χρόνια της ΚΝΕ. Και οι δύο ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν ιδέα και του σύστησαν να επικοινωνήσει με το Μαξίμου.
Η συνομιλία με τον Τσίπρα που ακολούθησε ήταν η εντονότερη μεταξύ τους στις ελάχιστες φορές που επικοινώνησαν. Ο Στουρνάρας του εξήγησε ότι οι δύο που προτείνονταν δεν υπήρχε περίπτωση να πάρουν έγγραφο πιστοποίησης ικανότητας από τον SSM. Ο Τσίπρας τον ρώτησε εριστικά αν απειλεί τον εκλεγμένο πρωθυπουργό της χώρας. Τα τηλέφωνα έκλεισαν με κρότο.
Γινόταν προφανές στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι μεθοδευόταν η λειτουργία της συγκεκριμένης τράπεζας με πολιτικούς όρους ευνοιοκρατικής συναλλαγής ώστε να διευκολύνονται επιχειρηματίες φιλικοί προς στην κυβέρνηση (όπως π.χ. ο εργολάβος Χρήστος Καλογρίτσας και άλλοι) και να λαμβάνουν προνομιακά δάνεια χωρίς τις απαραίτητες εξασφαλίσεις, με συνέπεια τη ζημία εκατοντάδων εκατομμυρίων στους μετόχους της.
Ευθύς αμέσως ο Στουρνάρας απέστειλε στη Δικαιοσύνη το σχετικό πόρισμα της έρευνας της ΤτΕ. Την επομένη πραγματοποιήθηκε έφοδος, σε στυλ καταδρομικής επίθεσης, των φορολογικών αρχών και εισαγγελέων διαφθοράς στα γραφεία της εταιρείας επικοινωνίας και διοργάνωσης συνεδρίων, που ανήκει στη σύζυγό του Λίνα Νικολοπούλου. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε άγνοια για το συμβάν, τόνισε ότι η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και επιχείρησε να διαλύσει κάθε υπόνοια περί προειδοποίησης, απειλής ή εκβιασμού σε βάρος του κεντρικού τραπεζίτη.
Ωστόσο, είχε πάρει μπρος το ρουλεμάν μερίδας του φιλοκυβερνητικού Τύπου, το οποίο μεταφέροντας κακόβουλες φήμες σπίλωνε τη σύζυγό του χωρίς να έχει προκύψει οποιαδήποτε κατηγορία εις βάρος της.
Στην πραγματικότητα κεντρικός στόχος ήταν ο ίδιος ο Στουρνάρας. Εκείνη την ώρα ο ίδιος ξήλωνε μεμιάς την προηγούμενη διοίκηση της τράπεζας, εγκαθιστούσε τον Πανταλάκη στο πόστο του διευθύνοντος συμβούλου και σε μια συμβιβαστική χειρονομία προς τη κυβέρνηση αποδεχόταν τον Ρουμελιώτη ως πρόεδρο. Την επομένη, στη συνεδρίαση της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών, ενώπιον της προέδρου της Λούκας Κατσέλη, γνωστός τραπεζίτης διεμήνυε εις επήκοον όλων πως «σιγά μη μασήσει, μην κλάψει και μη φοβηθεί ο Στουρνάρας. Δεν ξέρετε τι σημαίνει το τσαγανό του αυτοδημιούργητου».
Παρ’ όλα αυτά, το ιδιότυπο και πρωτοφανές για δημοκρατική χώρα μπρα ντε φερ κυβέρνησης και κεντρικού τραπεζίτη οδήγησε τις μεταξύ τους σχέσεις τους στην κόψη του ξυραφιού. Ο αρνητισμός εξελισσόταν σε εχθροπάθεια και οι αμυχές κινδύνευαν να γίνουν γάγγραινα, δηλητηριάζοντας την έννοια και την ουσία των θεσμών. Ο Στουρνάρας είδε το όνομά του στη δικογραφία που σχηματίστηκε από τις καταθέσεις «προστατευόμενων μαρτύρων» για την υπόθεση Novartis. Λίγο καιρό αργότερα, η πληροφορία για τον έλεγχο νομιμότητας δανείου του Παύλου Πολάκη ύψους 100.000 ευρώ από την Τράπεζα Αττικής, τον οποίο διέταξε η ΤτΕ, οδήγησε έξαλλο τον Σφακιανό βουλευτή να του τηλεφωνήσει. Και ακόμα χειρότερα, να δημοσιοποιήσει το περιεχόμενο της συνομιλίας, η οποία, κατά τον διοικητή, υπήρξε προϊόν παράνομης καταγραφής, άρα αξιόποινη πράξη.
Επί επτά συναπτά χρόνια δεν βαρέθηκαν να του επιτίθενται και να τον λοιδορούν σε κάθε ευκαιρία. Ακόμη και με αφορμή την ανανέωση της θητείας του στην ΤτΕ, οι «ευχές» του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν μικρόψυχες και ειρωνικές στο πλαίσιο της νωχελικής προεικόνισης ενός ξανανταμώματος. Τι σημασία έχει; Ο Γιάννης Στουρνάρας έμαθε στο διάβα της ζωής του ότι όσο πιο σκληρά δουλεύει κανείς, τόσο πιο δύσκολα παραδίνεται. Και αφότου υπερέβη τη ρήση του Βολταίρου ότι «είναι επικίνδυνο να έχεις δίκιο όταν η κυβέρνηση έχει άδικο», συνεχίζει με αξιοπρέπεια τον ανεξάρτητο θεσμικό του ρόλο. ΔΠ