Το σχέδιο του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα για τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, το οποίο είχε επεξεργαστεί ο ίδιος με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο τον Νοέμβριο του 2018, καταθέτει ως πρόταση νόμου στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ το επόμενο διάστημα.
Συγκεκριμένα, στη δευτερολογία του στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ χθες ο Στέφανος Κασσελάκης εξέφρασε την πρόθεση το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να καταθέσει στη Βουλή πρόταση νόμου για τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας.
«Μιλήσαμε πάνω σε αυτό το πλαίσιο και τη συμφωνία του Αλέξη Τσίπρα και του Μακαριώτατου το 2018, μία καλή συμφωνία, η οποία δυστυχώς δεν υλοποιήθηκε, όσον αφορά τις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας. Θα είναι πρότασή μας και ως αξιωματική αντιπολίτευση θα συνεχίσουμε να την προωθούμε και ίσως μία μέρα ως κυβέρνηση να την υλοποιήσουμε», είπε δευτερολογώντας προς τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής ο κ. Κασσελάκης.
Αντικείμενο της συμφωνίας ήταν ένας διπλός συμβιβασμός επ’ αμοιβαία ωφελεία των μερών.
Αφενός, η Πολιτεία αποδεσμεύεται από τη μισθοδοσία του κλήρου, διασφαλίζοντας όμως στην Εκκλησία τους πόρους που απαιτούνται γι’ αυτή. Αφετέρου, Πολιτεία και Εκκλησία συμφωνούν στην από κοινού αξιοποίηση αμφισβητούμενων μεταξύ τους εκτάσεων χωρίς να περιμένουν να αποσαφηνιστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους.
Η συμφωνία Πολιτείας – Εκκλησίας
Η συμφωνία αποτυπώθηκε σε δύο κείμενα. Το πρώτο ήταν ένα σχέδιο συμφωνίας δεκαπέντε σημείων, με τον τίτλο «Συμφωνία μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας», την οποία παρουσιάσαμε από κοινού με τον αρχιεπίσκοπο στις 6 Νοεμβρίου 2018. Το δεύτερο ήταν ένα δεκασέλιδο κείμενο με τον τίτλο «Σχέδιο υλοποίησης της συμφωνίας Πολιτείας – Εκκλησίας» που εκπονήθηκε από την κυβέρνηση μετά από διαπραγματεύσεις με την Εκκλησία και δόθηκε στη δημοσιότητα στις 12 Φεβρουαρίου 2019.
Το πρώτο κείμενο, η συμφωνία των δεκαπέντε σημείων, ξεκινά με την αναγνώριση ότι το ελληνικό κράτος είχε αποκτήσει στο παρελθόν περιουσία της Εκκλησίας χωρίς να καταβάλει πλήρη αποζημίωση και, ως ανταπόδοση, ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου. Συμφωνείται ότι εφεξής η Πολιτεία παύει να μισθοδοτεί η ίδια τους κληρικούς, αλλά θα καταβάλλει σε ειδικό ταμείο ετήσια επιδότηση από την οποία η Εκκλησία θα μισθοδοτεί τους υπηρετούντες κληρικούς.
Η Εκκλησία παραιτείται από οποιεσδήποτε αξιώσεις για πλημμελώς αποζημιωθείσα περιουσία της που απέκτησε στο παρελθόν το ελληνικό κράτος, διασφαλίζονται οι οργανικές θέσεις των υπηρετούντων κληρικών και η Εκκλησία θα μπορεί εφεξής να ιδρύει νέες θέσεις κληρικών μόνο από δικούς της πόρους. Παράλληλα, συμφωνείται ότι η διαχείριση και αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων που διαμφισβητούνται μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας ανατίθεται στο Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας, το οποίο ιδρύεται και διοικείται από κοινού από Πολιτεία και Εκκλησία, με επιμερισμό κατά ίσο μέρος των εσόδων και υποχρεώσεών του.