«Από το 2004 μέχρι σήμερα, το καλύτερο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές είναι το ποσοστό 33%, που πήρε το 2019. Το εκλογικό σώμα προφανώς διαφοροποιείται σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές. Για να βγάλουμε πολιτικά συμπεράσματα, οφείλουμε να συγκρίνουμε ευρωεκλογές με ευρωεκλογές», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης.
Στο σχόλιό του για τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, αφού θύμισε ότι τα κόμματα δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας είχαν ποσοστό κοντά στο 14% στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, συμπέρανε: «Τώρα, πράγματι, υπάρχει μια αύξηση, έχουμε ευρωεκλογές, επομένως η εκλογική συμπεριφορά είναι διαφορετική».
Μιλώντας στο Action 24, ο υπουργός Επικρατείας πρόσθεσε, «ο πρωθυπουργός επισημαίνει ότι οι ευρωεκλογές αποτελούν πολύ σημαντικές εκλογές» και «προφανώς θα εξαχθούν και πολιτικά συμπεράσματα». Ακόμη, «ο πρωθυπουργός λέει ότι θα στείλουμε κάποιους (σ.σ. στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) να υπερασπισθούμε το κράτος δικαίου, το οποίο πράγματι υπάρχει στην Ελλάδα, παρά τις συκοφαντίες σοσιαλιστών, κομμουνιστών και πρασίνων. Θα στείλουμε κάποιους για να συζητήσουμε ξανά την Κοινή Αγροτική Πολιτική -και εκεί υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά. Η Δεξιά είναι πολύ πιο φιλοαγροτική».
Ακόμα, «θα στείλουμε κάποιους για να συζητήσουμε για το αμυντικό ευρωομόλογο». «Όλα αυτά είναι -λέει ο πρωθυπουργός- κρίσιμα ζητήματα και πρέπει να τα λάβουν υπ’ όψιν τους οι ψηφοφόροι. Ναι μεν οι ευρωεκλογές έχουν τεράστια σημασία, ναι μεν έχουν πολιτικό διακύβευμα και θα βγουν πολιτικά συμπεράσματα, αλλά τη σύγκριση θα την κάνουμε με τις ευρωεκλογές», επανέλαβε.
Ταυτοχρόνως ζήτησε να γίνει συνολική αποτίμηση του έργου της κυβέρνησης «σε ό,τι αφορά τα αξιακά προτάγματα». Με άλλα λόγια, «θα αδικούσε πολύ την επιλογή κάποιου, αν έλεγε ότι θα δει ένα πράγμα» και θα ξεχάσει την αμυντική θωράκιση της χώρας, που έχει κάνει αυτή η κυβέρνηση, τη μεταναστευτική πολιτική της, τον φράχτη, τους μειωμένους φορολογικούς συντελεστές, τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού, θα ξεχάσει ότι όταν έλεγαν κάποιοι να χωριστεί η εκκλησία από το κράτος, η Νέα Δημοκρατία το καταψήφισε, υπογράμμισε ο Μάκης Βορίδης.
Απαντώντας, στη μομφή για ΠΑΣΟΚοποίηση της κυβέρνησης, διευκρίνισε τα εξής: «Συναντηθήκαμε άνθρωποι με διαφορετικές πολιτικές καταγωγές και αφετηρίες σε ένα συνεκτικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο, το οποίο όλοι το υπηρετούμε. Αυτοί οι άνθρωποι που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ, έρχονται σήμερα και λένε ότι υποστηρίζουν την περιοριστική μεταναστευτική πολιτική που ακολουθεί η Νέα Δημοκρατία. Υποστηρίζουν το σύμφωνο για τη μετανάστευση που ψήφισε η Ευρωπαϊκή Ένωση και στο οποίο πρωτοστάτησε το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Υποστηρίζουν πολιτικές, όπως η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων, η μείωση της ανεργίας και της φορολογίας. Πράγματα με τα οποία η Αριστερά και η Κεντροαριστερά βρίσκονταν απολύτως απέναντι». «Το ότι έχουμε κερδίσει ανθρώπους στις ιδέες μας, δεν έχουμε αλλάξει τις ιδέες μας, είναι κακό;», διερωτήθηκε εν κατακλείδι και συνέχισε:
«Ένας σοβαρός δεξιός, ένας άνθρωπος με ευαισθησίες της εθνικής, λαϊκής και κοινωνικής Δεξιάς, αυτός ο άνθρωπος συνεκτιμώντας το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, τη δράση της αλλά και την πρότασή της για τα ευρωπαϊκά θέματα, δεν μπορεί να πάει να ψηφίσει κάτι το οποίο σε τελευταία ανάλυση δεν ξέρουμε αν αύριο το πρωί θα είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα υποστηρίζει τη ρωσική πολιτική ή όχι».
Επίσης, προσέθεσε, «οι πολιτικές μας αφορούν το σύνολο της Νέας Δημοκρατίας, είναι οι πολιτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν είναι οι πολιτικές του Βορίδη». Και, επιβεβαίωσε ότι θα επισκεφθεί τη Βόρεια Ελλάδα, προκειμένου να συνομιλήσει με συμπολίτες/συμπολίτισσες, που «σκέφτονται διαφορετικά ή έχουν ένα παράπονο» και «θα τους ακούσω και θα μιλήσω μαζί τους αλλά, κυρίως θα τους πω να σκεφθούν- και να σκεφθούν καλά γιατί σε τελευταία ανάλυση έχει μεγάλη σημασία να συνεχίσουμε αυτή την πολιτική που κάνουμε, και στην Ευρώπη». «Έχει μεγάλη σημασία να στείλουμε ένα καθαρό μήνυμα ότι, όχι δεν περνάνε οι συκοφαντίες απέναντι στην Ελλάδα για το κράτος δικαίου. Γιατί μια χαρά είναι το κράτος δικαίου», επέμεινε ο υπουργός Επικρατείας.
«Το μέτωπό μας είναι ακριβώς εκείνες οι δυνάμεις, οι οποίες είχαν τα νησιά μας να βουλιάζουν από τους μετανάστες, δεν ήθελαν να δημιουργηθεί ο φράχτης», σημείωσε ζητώντας από τους ψηφοφόρους να κάνουν «μια σταθερή στάθμιση».
Για το θέμα των γυναικοκτονιών και της ασφάλειας εν γένει, ανέφερε ότι «ένα συγκεκριμένο περιστατικό πολύ σωστά μας κινητοποιεί για το τι πρέπει να κάνουμε ακόμη περισσότερο». Ωστόσο, συμπλήρωσε, «δεν μπορεί το συγκεκριμένο περιστατικό να μηδενίσει τη δουλειά, την οποίαν κάνουν χιλιάδες αστυνομικοί, άνθρωποι που βάζουν τη ζωή τους για να προστατεύσουν εμάς τους υπολοίπους. Δεν μπορεί να μηδενίσει τα αποτελέσματα στο κομμάτι της ασφάλειας χάρη στην προσπάθεια όλων αυτών των ανθρώπων, αλλά και χάρη σε νομοθετικές ρυθμίσεις που έχουμε κάνει».
Αποδεχόμενος ότι απαιτείται περισσότερη εκπαίδευση, περισσότερη ευαισθητοποίηση των αστυνομικών στα θέματα της ενδοοικογενειακής βίας, επίσης ότι «χτυπάει καμπανάκι ενδεχομένως, για τα πρωτόκολλα που ακολουθούνται», εξέφρασε από την άλλη τη διαφωνία του με τον ισχυρισμό ότι «η Ελλάδα είναι μια ανασφαλής χώρα», τονίζοντας ότι «είναι η ασφαλέστερη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό είναι ένα άλμα το οποίο δεν πρέπει να γίνεται».
Υπενθύμισε, μάλιστα, ότι «αυτή η κυβέρνηση βρίσκεται στην τρίτη αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα. Πήραμε από τον ΣΥΡΙΖΑ έναν Ποινικό Κώδικα, που ήταν έτσι όπως ήταν, οδηγούσε στην αποφυλάκιση επικίνδυνων εγκληματιών». Συν τοις άλλοις, «αυτή η κυβέρνηση έχει ενισχύσει την υλικοτεχνική υποδομή της Αστυνομίας. Πήραμε μια Αστυνομία χωρίς οχήματα, χωρίς αλεξίσφαιρα γιλέκα και την έχουμε ενισχύσει θεαματικά. Έχουμε κατεβάσει τους αστυνομικούς στους δρόμους -και αυτό φαίνεται σε πάρα πολλές γειτονιές με πολύ μεγάλη πίεση και προβλήματα».
Ερωτηθείς για τη χρήση του όπλου από τους αστυνομικούς, ο Μάκης Βορίδης αναγνώρισε ότι «χρειάζεται ενδεχομένως να ξαναδούμε τους κανόνες εμπλοκής, όμως η συζήτηση αυτή θέλει πάρα πολλή προσοχή και ισορροπία. Δεν μπορούμε να πάμε το εκκρεμές στο άλλο άκρο».
Κλείνοντας, «οι πολίτες συνολικά βλέπουν την προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση αυτή και έχει αποτελέσματα και στο θέμα της ακρίβειας και στο θέμα της παράνομης μετανάστευσης». Ως εκ τούτου, «δεν είναι σωστό να είμαστε αφοριστικοί και να λέμε ότι δεν έχει γίνει τίποτε. Είναι σαν να ξεχνάμε ποια ήταν η κατάσταση πριν από αυτήν την κυβέρνηση» κατέληξε, δικαιολογώντας την επιθυμία βελτίωσης των κυβερνητικών επιδόσεων στα θέματα της καθημερινότητας.