ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ: «Η τουρκική παραβατικότητα έχει μετατραπεί σε κάτι το ανύπαρκτο», λέει ξεκάθαρα ο Νίκος Δένδιας αποκαλύπτοντας ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «τείνει χείρα συνεννόησης προς την Ελλάδα».
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από το tilegrafimanews.gr
Ο υπουργός Εξωτερικών τονίζει ότι «η Τουρκία δεν είναι αφελής» και κάνει λόγο για «παράθυρο ευκαιρίας» για την επίλυση των ζητημάτων που αφορούν τις δύο χώρες στο νέο περιβάλλον που δημιουργήθηκε μετά τους σεισμούς στη γειτονική χώρα.
«Η Ελλάδα έχει απόλυτη υποχρέωση να περάσει μέσα απ’ την πόρτα που η Τουρκία άνοιξε», υπογραμμίζει ο κ. Δένδιας στη συνέντευξή του στο «ΘΕΜΑ» κάνοντας λόγο για την ανάγκη ενός εποικοδομητικού διαλόγου και «νέες προοπτικές για ευοίωνη πορεία» των ελληνοτουρκικών σχέσεων «στο εγγύς μέλλον αλλά και μακροπρόθεσμα». Ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας απαντά σε όσους τον κατηγορούν ότι με την επιλογή στήριξης της τουρκικής υποψηφιότητας για τη γενική γραμματεία του IMO η Ελλάδα χάνει και αποκωδικοποιεί τη σημασία της τουρκικής στήριξης στην ελληνική υποψηφιότητα για το Συμβούλιο Ασφαλείας.
Βαρύνουσα σημασία έχει η τοποθέτηση του Νίκου Δένδια για το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη, αφού είναι η πρώτη φορά που ο υπουργός των Εξωτερικών μιλάει για την τραγωδία που «προκαλεί συντριβή σε όλους μας» και την «οργή της κοινωνίας». Στις αιτιάσεις μελών του Υπουργικού Συμβουλίου ότι ο κ. Δένδιας -αν και μακράν ο δημοφιλέστερος υπουργός- δεν βοήθησε… να βγουν τα κάστανα απ’ τη φωτιά, απαντά ότι ο ρόλος του δεν είναι «να τσακώνομαι στα τηλεοπτικά παράθυρα απέναντι στην τοξικότητα του ΣΥΡΙΖΑ» και εξαπολύει δηλητηριώδη βέλη εναντίον των «εχθρών» του σημειώνοντας: «Προφανώς στηρίζω την κυβέρνηση από την πρώτη μέρα, η παράταξη αυτή είναι το σπίτι μου, την υπηρετώ από τα φοιτητικά μου χρόνια». Συζήτηση θα προκαλέσει και η αναφορά του υπουργού Εξωτερικών στο ενδεχόμενο μη επίτευξης αυτοδυναμίας από τη Ν.Δ. και τις πιθανές μετεκλογικές συνεργασίες.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θυμίζουν roller coaster. Τι άλλαξε από το 2021, που με όσα είπατε στην Αγκυρα πρωταγωνιστήσατε στην ανυπότακτη υπεράσπιση των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, μέχρι τη Δευτέρα 20 Μαρτίου που συναντηθήκατε με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου και η Τουρκία ανακοίνωσε ότι στηρίζει την ελληνική υποψηφιότητα για το Συμβούλιο Αφαλείας και συμφωνήσατε σε επανεκκίνηση των διμερών σχέσεων;
Εχουν μεταβληθεί οι παράμετροι της τουρκικής συμπεριφοράς απέναντί μας. Αμέσως μετά την τραγωδία των σεισμών στην Τουρκία και την επίσκεψή μου εκεί η τουρκική παραβατικότητα έχει μετατραπεί σε κάτι το ανύπαρκτο. Δεν υπάρχουν παραβιάσεις στο Αιγαίο, δεν υπάρχουν υπερπτήσεις, δεν υπάρχει τοξική διατύπωση λόγου, δεν υπάρχει λεκτική επιθετικότητα, δεν υπάρχει απειλή χρήσης βίας. Η Ελλάδα πάντοτε έλεγε ότι επιδιώκει τον διάλογο κάτω ακριβώς από αυτές τις συνθήκες. Οφείλουμε, λοιπόν, έχουμε υποχρέωση, αν θέλετε, να ανταποκριθούμε σε μια τέτοια τουρκική συμπεριφορά.
Πολλοί διατυπώνουν τη σκέψη ότι αυτό δεν θα διαρκέσει. Αυτό δεν μπορώ να το ξέρω, αλλά φανταστείτε πόσο άσχημο θα ήταν εάν η Τουρκία τείνει χείρα συνεννόησης προς την Ελλάδα, η Ελλάδα να την αρνηθεί, δηλαδή να είναι ανακόλουθη με όσα η ίδια έλεγε μέχρι τώρα. Και θα μου επιτρέψετε να σας πω και το εξής και σας ευχαριστώ που μου δίνετε αυτή την ευκαιρία: Η τουρκική στήριξη στην ελληνική υποψηφιότητα για το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει τεράστιο συμβολισμό. Γιατί; Διότι το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών είναι ό,τι εγγύτερο έχει η ανθρωπότητα σε μια παγκόσμια κυβέρνηση και είναι ακριβώς ο θεματοφύλακας του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Δικαίου.
Η τουρκική στήριξη λοιπόν ενέχει έναν συμβολισμό τον οποίο δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει. Η ελληνική στήριξη στην υποψηφιότητα των Τούρκων για τη γενική γραμματεία του IMO, θέση την οποία κατείχε και η Ελλάδα με έναν εξαιρετικό γενικό γραμματέα, τον ναύαρχο Ευθύμη Μητρόπουλο, αφορα τη γενική γραμματεία ενός οργανισμού στον οποίο και εμείς μετέχουμε στο Διοικητικό Συμβούλιο. Είναι κάτι το παντελώς διαφορετικό.
Εγώ δεν λέω ότι ρίξαμε την Τουρκία ή ότι της πήραμε κάτι παραπάνω απ’ ό,τι της δώσαμε. Είναι προφανές ότι η Τουρκία μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία επέλεξε αυτό τον συμβολισμό· τον επέλεξε, δεν είναι αφελής. Ομως καταλαβαίνετε τι σηματοδοτεί αυτός ο συμβολισμός αν -έχω απόλυτη επίγνωση των δυσκολιών- η Τουρκία επιλέξει να συνεχίσει να λειτουργεί επί τη βάσει αυτού του πλαισίου που δείχνουν οι τωρινές της κινήσεις και τι θα σημάνει αυτό για τους λαούς και τις κοινωνίες των δύο χωρών. Αρα, λοιπόν, καταλήγοντας λέω ότι εδώ υπήρξε ένα παράθυρο ευκαιρίας. Η Ελλάδα είχε απόλυτη υποχρέωση να περάσει μέσα απ’ αυτή την πόρτα που η Τουρκία άνοιξε. Τώρα το αν αυτό θα έχει μια ευτυχή κατάληξη ή είναι απλώς ένα παροδικό φαινόμενο, αυτό μόνο ο χρόνος μπορεί να το πει. Θα ήταν, όμως, ασυγχώρητο από την ελληνική πλευρά να μην επιχειρήσει να αξιοποιήσει αυτή την αλλαγή.
– Ο στόχος της νέας σχέσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης με την Τουρκία είναι τα «ήρεμα νερά» μέχρι τις εκλογές στις δύο χώρες ή μπορούμε να προσδοκούμε επίλυση της μοναδικής διαφοράς για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο;
Επιθυμία και στόχος της Ελλάδας είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με όλες τις γειτονικές χώρες, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Το πράξαμε με την Ιταλία και την Αίγυπτο, το δρομολογήσαμε με την Αλβανία. Θέλουμε να συνεχίσουμε τον σχετικό διάλογο με τη Λιβύη, μετά τον σχηματισμό δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης στη χώρα αυτή. Και προφανώς θέλουμε να το κάνουμε και με την Τουρκία, μέσα από έναν εποικοδομητικό διάλογο, ο οποίος, επαναλαμβάνω, θα πρέπει να διεξαχθεί στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Ελπίζω, πραγματικά, το κλίμα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε πρόσφατα μεταξύ των δύο κοινωνιών να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Ασφαλώς, είναι ακόμα νωρίς για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα αν αυτό θα συμβεί. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, όσα έχουν επιτευχθεί μεταξύ των δύο χωρών την τελευταία περίοδο έχουν τη δική τους αξία, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε πού βρισκόμασταν μόλις πριν από μερικές εβδομάδες. Οφείλουμε, λοιπόν, να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τη διατήρηση αυτού του κλίματος.
– Είναι προτιμότερη η απευθείας συνεννόηση με την Τουρκία για τα φλέγοντα ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών ή θεωρείτε αποτελεσματικότερη τη μεσολάβηση φίλων και συμμάχων για τον κατευνασμό του τουρκικού επεκτατισμού; Ποιο είναι το συμπέρασμά σας έπειτα από τέσσερα χρόνια ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας;
Κάθε χώρα και κάθε κυβέρνηση είναι υπεύθυνες για την επίλυση των ζητημάτων που τις αφορούν. Και η συνεννόηση με την Τουρκία ήταν πάντα ευκταία για την Ελλάδα – προς τούτο άλλωστε διενεργούνταν οι διερευνητικές επαφές μεταξύ των δύο χωρών. Ωστόσο, όπως έχουμε πολλάκις ξεκαθαρίσει, αυτές οι επαφές και η οποιαδήποτε συζήτηση πρέπει να γίνονται εντός ενός αυστηρού πλαισίου που διέπεται από το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας.
Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, έχει καταφέρει να καταστήσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέρος των ευρωτουρκικών κι αυτό μας προσφέρει ένα ευρύτερο πλαίσιο δραστηριοποίησης. Παράλληλα, έχουμε διαμορφώσει ένα πλέγμα σχέσεων και συμμαχιών με κράτη στην ευρύτερη περιοχή -κράτη με τα οποία μοιραζόμαστε κοινές θεωρήσεις- κάτι που, κατά τη γνώμη μου, μας παρέχει περαιτέρω εχέγγυα για την αντιμετώπιση των ζητημάτων της περιοχής. Εν κατακλείδι, θα σας έλεγα ότι, δρώντας από κοινού με έναν ευρύ κύκλο κρατών, συνδιαμορφώνουμε ένα περιβάλλον ασφάλειας και σταθερότητας, ενδυναμώνοντας ταυτόχρονα τη θέση της χώρας και αυξάνοντας το γεωπολιτικό της αποτύπωμα. Θα ήταν σημαντικό σε αυτόν τον κύκλο να ενταχθεί και η Τουρκία.
– Στα Ελληνοτουρκικά, πολλοί θα υποστηρίξουν ότι «δεν πρέπει να είμαστε συνέχεια με τα κουμπούρια» περιμένοντας τους βαρβάρους, εσείς, όμως, ως υπουργός Εξωτερικών, έχετε πειστεί για την ειλικρίνεια των τουρκικών προθέσεων ή διατηρείτε καχυποψία ότι μπορεί να πρόκειται για τακτικισμούς του Ερντογάν; Λάβατε εγγυήσεις από την Αγκυρα ότι το επόμενο θέμα τριβής στο Αιγαίο δεν θα πυροδοτήσει μια ακολουθία γεγονότων που θα φτάσει πάλι σε απειλές τουρκικής πυραυλικής επίθεσης εναντίον της ελληνικής πρωτεύουσας;
Οπως σας είπα, μετά τους σεισμούς στην Τουρκία, βιώνουμε πλέον μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Η Κοινή Δήλωση Ελλάδας – Τουρκίας μετά την 4η Συνάντηση Θετικής Ατζέντας, η οποία πραγματοποιήθηκε στην Αγκυρα στις 22 Μαρτίου, αποτυπώνει τη νέα αυτή πραγματικότητα. Οπως άλλωστε και η πρόσφατη συνάντησή μου με τον Τούρκο ομόλογό μου M. Τσαβούσογλου στις Βρυξέλλες. Θα ήθελα να υπογραμμίσω εκ νέου ότι η ελληνική κυβέρνηση, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχει πλήρη επίγνωση των δυσκολιών των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπως επίσης προανέφερα. Για τον λόγο αυτό προσβλέπουμε στο ότι η Τουρκία θα ανταποκριθεί με συνέπεια και με καλή πίστη σε σχέση με τις νέες προοπτικές που διαφαίνονται, για μια ευοίωνη πορεία στις διμερείς μας σχέσεις όχι μόνο στο εγγύς μέλλον, αλλά και μακροπρόθεσμα.
– Τι απαντάτε στην κριτική ότι η στήριξη της τουρκικής υποψηφιότητας για τον Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας είναι εσφαλμένα γενναιόδωρη, με δεδομένο το ότι η Αγκυρα δεν δέχεται το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και έχει κλειστά τα λιμάνια της για τα πλοία με σημαία της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Θα σας έλεγα ότι σε κάθε σημαντική απόφαση στην εξωτερική μας πολιτική, σχεδόν σε κάθε συμφωνία που κάνει η Ελλάδα, όπως οι συμφωνίες με την Ιταλία, την Αίγυπτο, τη Γαλλία, τα ΗΑΕ, την Αλβανία, υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι «έχουμε χάσει». Στις διεθνείς σχέσεις τα πράγματα δεν λειτουργούν έτσι. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία κατανόηση με ιδιαίτερα θετικό πρόσημο. Πιστεύω πως είναι αναμφίβολα ένα βήμα το οποίο συμβάλλει στη δημιουργία ενός ηπιότερου κλίματος, που είναι απαραίτητο για να εξομαλυνθούν σε κάποιον βαθμό οι σχέσεις μας. Το αν θα υπάρξει συνέχεια εξαρτάται κατά μεγάλο μέρος από τις περαιτέρω κινήσεις της τουρκικής πλευράς.
– Συμφωνείτε με την άποψη ότι μια κυβέρνηση είναι χρήσιμο να έχει υπουργούς με μεγάλη δημοτικότητα, οι οποίοι πρέπει την κρίσιμη ώρα να βγάζουν τα κάστανα απ’ τη φωτιά;
Σε ό,τι με αφορά, ο πρωθυπουργός με τίμησε με το χαρτοφυλάκιο ενός υπουργείου που έχει έναν σαφή θεσμικό ρόλο: την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων επί τη βάσει της εθνικής συνεννόησης, την οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέτυχε σε μεγάλο βαθμό, σε μια κρίσιμη συγκυρία -παρά τη σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση σε όλα τα άλλα ζητήματα- και για την οποία δηλώνω υπερήφανος.
Την κυβέρνηση προφανώς τη στηρίζω από την πρώτη μέρα που ανέλαβα καθήκοντα, μέσα σε ένα φοβερά περίπλοκο περιβάλλον στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα την οποία όλοι γνωρίζουν: με τη διεύρυνση των συμμαχιών μας, με τις σημαντικές συμφωνίες που υπέγραψα, με την επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, την τεράστια αναβάθμιση του διεθνούς ρόλου της χώρας, την παρουσία μας σε όλες τις ηπείρους.
Ο ρόλος του υπουργού Εξωτερικών δεν είναι να τσακώνεται στα τηλεοπτικά παράθυρα απέναντι στην τοξικότητα του ΣΥΡΙΖΑ, για μια τραγωδία που πρέπει να προκαλεί συντριβή σε όλους μας. Ο θεσμικός μου ρόλος επιβάλλει λίγα και μετρημένα λόγια. Σε κάθε περίπτωση, η παράταξη αυτή είναι το σπίτι μου, την υπηρετώ από τα φοιτητικά μου χρόνια και έχω μάθει να πράττω πάντοτε ό,τι είναι εθνικά χρήσιμο
– Η τραγωδία των Τεμπών έφερε στο προσκήνιο παθογένειες που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Θα είναι η μεταρρύθμιση του βαθέος κράτους του Δημοσίου το προεκλογικό αφήγημα της Ν.Δ. για να κατακτήσετε την πρωτιά;
Δεν θα το έθετα ως προεκλογικό πρόταγμα το ζήτημα των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Θα τις περιέγραφα ως εθνική υπηρεσία. Οφείλουμε -και στη μνήμη των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους στο δυστύχημα- να αφουγκραστούμε την οργή της κοινωνίας και η χώρα να αποκτήσει επιτέλους σύγχρονο σιδηρόδρομο. Η κυβέρνηση έχει ήδη δεσμευτεί σε αυτή την κατεύθυνση και έχει ανακοινώσει σειρά μέτρων. Η μεταρρύθμιση του «βαθέος κράτους», όπως το αποκαλείτε, αδιαμφισβήτητα πρέπει να συνεχιστεί ώστε, μεταξύ όλων των άλλων, να μην αποτελεί τροχοπέδη στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.
Όμως, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι εποχές του βαθέος αντικρατισμού και της αποθέωσης των αποκρατικοποιήσεων έχουν παρέλθει. Η κρίση του COVID δίδαξε πολλά. Οφείλουμε, επίσης, να ασχοληθούμε επισταμένως με τα προβλήματα που προκάλεσαν και συνεχίζουν να προκαλούν στους καταναλωτές, ιδίως στους οικονομικά αδύναμους, οι αλλεπάλληλες ανατιμήσεις λόγω των εξωγενών κρίσεων και των κερδοσκοπικών τάσεων.
Oπως οφείλουμε να ασχοληθούμε και με την αποτροπή της δημιουργίας ενός νέου κύματος κόκκινων δανείων, το οποίο προφανώς δεν θα λυθεί από τη συνεχή όχληση των δανειοληπτών από τις εισπρακτικές εταιρείες, ζήτημα το οποίο παρεμπιπτόντως πρέπει να αντιμετωπιστεί. Οι αλλαγές στον εξωδικαστικό μηχανισμό είναι ήδη σε αυτή τη σωστή κατεύθυνση. Οφείλουμε συνολικά να δώσουμε έμφαση σε όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την κοινωνική συνοχή, δεδομένης της αβεβαιότητας που προκαλούν οι εξωγενείς κρίσεις στις οποίες αναφέρθηκα. Οπως έχω ξαναπεί, η Αριστερά -και ιδίως ο ΣΥΡΙΖΑ- δεν έχει το μονοπώλιο της καρδιάς
– Σε περίπτωση που η Ν.Δ. δεν επιτύχει τον στόχο της αυτοδυναμίας στις δεύτερες εκλογές, με ποιο κόμμα είναι προτιμότερο να συνεργαστείτε για τον σχηματισμό κυβέρνησης;
Η Νέα Δημοκρατία είναι κόμμα εξουσίας και οφείλει να διεκδικήσει την αυτοδυναμία. Ας μην προτρέχουμε όμως. Αυτό το οποίο προέχει είναι να σημάνουμε συναγερμό για την επίτευξη του κατά το δυνατόν υψηλότερου ποσοστού της Νέας Δημοκρατίας στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση. Το ποσοστό της πρώτης κάλπης θα κρίνει κατά μεγάλο μέρος και το αποτέλεσμα της δεύτερης.
protothema.gr/Συνέντευξη στον Δημήτρη Πολλάτο