ΧΗΜΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ: Στο κενό φαίνεται να πέφτει η νομοθετική έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της πρότασης που υπέβαλε εδώ και πάνω από έναν χρόνο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την αναθεώρηση του κανονισμού για τα χημικά προϊόντα.
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από το tilegrafimanews.gr
Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο στοχεύει στον περιορισμό ή και την εξάλειψη αρκετών επιβλαβών χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται σε πληθώρα καταναλωτικών προϊόντων και είναι επιβλαβή για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Σύμφωνα με μελέτη του Παρατηρητηρίου Corporate Europe Observatory (CEO), την οποία δημοσιεύει η «Κ», αυτή η καθυστέρηση οφείλεται σε διαπραγματεύσεις, προκειμένου η επίμαχη ρύθμιση να αφορά όσο το δυνατόν λιγότερες χημικές ουσίες.
«Δεν διασπώνται στο περιβάλλον»
Οπως αναγράφεται χαρακτηριστικά στη μελέτη του Παρατηρητηρίου η οποία φέρει τίτλο «Πόσο “ουσιώδεις” είναι οι επικίνδυνες ουσίες;», οι Ευρωπαίοι εκτίθενται «σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα επιβλαβών χημικών ουσιών και φυτοφαρμάκων», που βλάπτουν επίσης τα οικοσυστήματα, το έδαφος, τον αέρα και το νερό. Αναγνωρίζοντας τους αυξανόμενους κινδύνους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον εξαιτίας της ευρείας χρήσης αυτών των επικίνδυνων χημικών ουσιών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε στις 14 Οκτωβρίου 2020 τη Στρατηγική για τη Βιωσιμότητα των Χημικών Προϊόντων. Η επίμαχη στρατηγική αποτελούσε σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «μέρος της φιλοδοξίας της Ε.Ε. για μηδενική ρύπανση», η οποία αποτελεί βασική δέσμευση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, που δημοσιεύθηκε τον Δεκέμβριο του 2019.
Σε αυτό το πλαίσιο, τον Δεκέμβριο του 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε έναν αναθεωρημένο κανονισμό για την ταξινόμηση, επισήμανση και συσκευασία των χημικών προϊόντων και εισήγαγε νέες κατηγορίες κινδύνου.
Αυτές οι χημικές ουσίες συνδέονται μεταξύ άλλων με «τον καρκίνο, την υπογονιμότητα, την παχυσαρκία και το άσθμα».
Αλλωστε, όπως επισήμανε και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πρόκειται για χημικές ουσίες που «δεν διασπώνται στο περιβάλλον και μπορούν να συσσωρευτούν σε ζωντανούς οργανισμούς ή κινδυνεύουν να εισέλθουν και να εξαπλωθούν στον κύκλο του νερού, συμπεριλαμβανομένου του πόσιμου νερού». Ακόμη, αυτές οι χημικές ουσίες συνδέονται σύμφωνα με το Παρατηρητήριο μεταξύ άλλων με «τον καρκίνο, την υπογονιμότητα, την παχυσαρκία και το άσθμα», επηρεάζουν το αναπαραγωγικό ή το ενδοκρινικό σύστημα και συμβάλλουν στην κατάρρευση των πληθυσμών εντόμων, πτηνών και θηλαστικών.
Ο Βέλγικος ανεξάρτητος ερευνητικός οργανισμός Vito δημοσιοποίησε τον Μάιο του 2022 έρευνα, βάσει του δείγματος αίματος και ούρων που συγκέντρωσε από 13.000 Ευρωπαίους πολίτες, προερχόμενους από 28 χώρες. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι υπερφθοριωμένες αλκυλικές ουσίες (PFAS), που περιλαμβάνουν περισσότερες από 4.700 χημικές ουσίες, βρέθηκαν στο αίμα όλων των νέων που συμμετείχαν στην έρευνα, ενώ «έως και το ένα τέταρτο των νέων εκτίθεται σε συγκεντρώσεις όπου οι αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία δεν μπορούν να αποκλειστούν με επαρκή βεβαιότητα». Η έρευνα έδειξε επίσης ότι «οι επιβλαβείς PFAS που βρέθηκαν είναι κυρίως ουσίες που έχουν ήδη απαγορευτεί, αλλά είναι εξαιρετικά ανθεκτικές. Επομένως, συνεχίζουν να κυκλοφορούν αμείωτα και άφθαρτα».
Περισσότερες από 4.700 χημικές ουσίες βρέθηκαν στο αίμα όλων των νέων που συμμετείχαν στην έρευνα.
Η επίμαχη πρόταση της Επιτροπής υπόκειται στην έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας. Περισσότερο από ένα χρόνο μετά, κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμα συμβεί. Η αναβολή ενός εκ των βασικότερων σημείων της Πράσινης Συμφωνίας, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, σύμφωνα με τη μελέτη του Παρατηρητηρίου, σε διαφωνίες που υπήρξαν αναφορικά με την έννοια της «ουσιώδους χρήσης» αυτών των χημικών ουσιών, η οποία αποτελούσε ένα από τα βασικά σημεία της προαναφερθείσας πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, αυτή η πρόταση «θα μπορούσε πραγματικά να βοηθήσει στον εξορθολογισμό της ρύθμισης των επικίνδυνων ουσιών στα καθημερινά καταναλωτικά προϊόντα», από τα είδη παιδικής φροντίδας, έως τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, και «στην αντικατάσταση με ασφαλέστερες εναλλακτικές λύσεις». Ακόμη εντοπίζονται σύμφωνα με το Παρατηρητήριο σε καταναλωτικά προϊόντα, όπως μεταξύ άλλων υφάσματα, έπιπλα, ρούχα, παπούτσια, υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα, είδη προσωπικής φροντίδας και είδη πολυτελείας.
Επικίνδυνες χημικές ουσίες μπορούν να εντοπιστούν σε υφάσματα, ρούχα, παπούτσια και υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα.
Στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι η σταδιακή κατάργηση αυτών των μη ουσιωδών χρήσεων.όμως σύμφωνα με τη μελέτη του Παρατηρητηρίου, μέρος της βιομηχανίας, «προσπαθεί να αποδυναμώσει τον ορισμό του τι είναι “ουσιώδες”», ώστε να εξαιρεθούν «όσο το δυνατόν περισσότερες επικίνδυνες ουσίες από την απαγόρευση». Παράλληλα, υπάρχει μια προσπάθεια, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, να εξισορροπηθεί η έννοια της «ουσιώδους χρήσης» με αυτή της «ασφαλούς χρήσης».
«Το σύστημα που έχουμε σήμερα δεν είναι επαρκώς προστατευτικό»
Μόνο που «ασφαλής χρήση», σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, είναι «λίγο πολύ το σύστημα που έχουμε σήμερα, το οποίο σαφώς δεν είναι επαρκώς προστατευτικό. Το σημερινό σύστημα δεν εμποδίζει επικίνδυνες χημικές ουσίες να περιλαμβάνονται σε πιπίλες μωρών ή άλλα είδη παιδικής φροντίδας, ούτε “παντοτινές χημικές ουσίες” να περιλαμβάνονται σε οδοντικό νήμα ή γνωστές καρκινογόνες ουσίες σε καπάκια κραγιόν».
Αλλωστε, όπως επισημαίνεται στην επίμαχη μελέτη, η «ασφαλής χρήση» προϋποθέτει ότι «μπορούμε να γνωρίζουμε με ακρίβεια τι θα συμβεί με τις επικίνδυνες ουσίες όταν περιλαμβάνονται σε καθημερινά καταναλωτικά προϊόντα καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, συμπεριλαμβανομένων της παραγωγής, της χρήσης και της τελικής τους διάθεσης. Αλλά αυτό είναι μύθος».
«Αυτό που θεωρείται ασφαλές σήμερα, μπορεί να μη θεωρείται αύριο»
Μάλιστα, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, βάσει της επιστημονικής ανάλυσης των επιπτώσεων των επικίνδυνων χημικών ουσιών στην υγεία και το περιβάλλον καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, «αναδύεται συνεχώς και κάτι που θεωρείται ασφαλές σήμερα, αλλά μπορεί να μη θεωρείται ασφαλές στο μέλλον». Κατά συνέπεια, η προληπτική προσέγγιση απαιτεί, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, να ξεκινήσουμε με την προσέγγιση ότι «όλα τα επικίνδυνα χημικά προϊόντα πρέπει να αφαιρεθούν από τα καταναλωτικά προϊόντα». Αντιθέτως, η έμφαση στην «ασφαλή χρήση» θα εξακολουθούσε να σημαίνει, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, «περισσότερη παραγωγή και διανομή επικίνδυνων ουσιών».
Από την πλευρά της, η βιομηχανία που επιδιώκει την ενίσχυση της έννοιας της «ασφαλούς χρήσης», ίδρυσε τη Συμμαχία για τη Βιώσιμη Διαχείριση του Χημικού Κινδύνου (ASMoR), προκειμένου να πείσει για τα επιχειρήματα της. Να σημειωθεί πως, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, αρκετές εμπορικές ενώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των χημικών προϊόντων, έχουν ετήσιες δαπάνες λόμπι που ανέρχονται σε «αρκετά εκατομμύρια ευρώ».
Η «ουσιώδης χρήση» πρέπει να αφεθεί στην αγορά, διαφορετικά θα δούμε πολλές απρόβλεπτες συνέπειες.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, σε εκδήλωση που διεξήγαγε τον Φεβρουάριο του 2022 η AmCham EU –εκπροσωπεί αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη– και όπου παρευρέθηκαν και υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μια από τις σημαντικότερες εταιρείες ορυκτών καυσίμων και μέλος της ομάδας πίεσης Big Toxics, ανέφερε ότι η «ουσιώδης χρήση πρέπει να αφεθεί στην αγορά – διαφορετικά θα δούμε πολλές απρόβλεπτες συνέπειες. Το να αποφασίζει μια επιτροπή για την ουσιώδη χρήση είναι ιδεολογία εν δράσει και σημαίνει το τέλος της οικονομίας της αγοράς, η οποία έχει αποφέρει τόσα πολλά οφέλη. Αυτό είναι στην πραγματικότητα αντιδημοκρατικό». Από την πλευρά του, το Παρατηρητήριο σχολίασε ότι προηγήθηκαν δεκαετίες κατά τις οποίες η βιομηχανία θα μπορούσε να «λάβει καλύτερες αποφάσεις σχετικά με τις ουσίες που παράγει και περιλαμβάνει στα προϊόντα που μας πωλεί».
Η έννοια της «ουσιώδους χρήσης» συνδέεται στενά σύμφωνα με το Παρατηρητήριο με μια άλλη πρόταση της Στρατηγικής Χημικών Προϊόντων για τη Βιωσιμότητα, που αφορούσε την επέκταση της Γενικής Προσέγγισης για τη Διαχείριση Κινδύνων (GARM), η οποία επίσης στόχευε στον περιορισμό και την εξάλειψη των χημικών ουσιών. Δεδομένης της διάδοσης αυτών των χημικών ουσιών σε πλήθος καταναλωτικών προϊόντων, όταν η έκθεση στη χρήση τους είναι αναπόφευκτη, όπως συμβαίνει σε προϊόντα που χρησιμοποιούν μεταξύ άλλων ελαιοχρωματιστές, κομμωτές και καθαριστές, η GARM επιτρέπει μια «απλουστευμένη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τον περιορισμό τους», η οποία βασίζεται στην αρχή της προφύλαξης.
Δηλαδή, όταν τα επιστημονικά δεδομένα δεν επιτρέπουν την πλήρη αξιολόγηση του κινδύνου μιας ουσίας, μέσω αυτής της αρχής μπορούν να αποσυρθούν προϊόντα που ενδέχεται να είναι επιβλαβή. Αλλωστε, όπως επισημαίνει το Παρατηρητήριο, χρειάζεται πολύς χρόνος για να περιοριστούν ή να απαγορευτούν οι επικίνδυνες ουσίες –μερικές φορές μια δεκαετία ή και περισσότερο- και εν τω μεταξύ παραμένουν στην αγορά.