Δεν τα πάνε καλά στον ΣΥΡΙΖΑ με τις επετείους, συνήθως ξεχνάνε και να τις αναφέρουν καν όταν μπορεί να προκαλέσουν την κοινή μνήμη και να υπενθυμίσουν με σκληρό τρόπο τις «μεγάλες κατακτήσεις της πρώτης φοράς αριστεράς» κυβέρνησης των τσιπροβαρουφάκηδων.
Του Χρήστου Υφαντή
Σαν σήμερα, έξι χρόνια πριν, ο χειρότερος διαπραγματευτής του κόσμου, ο αγράμματος άεργος επικεφαλής των αριστεροδεξιών ψεκασμένων, ο Αλέξης Τσίπρας υπέγραφε, μετά από δεκαεφτά (17) ώρες «γερμανικό νούμερο», κάθιδρος και αξιολύπητος, το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο, τις συνέπειες του οποίου κανένας ακόμη στη χώρα δεν μπορεί να υπολογίσει, ούτε να διαχειριστεί.
Δεκαεφτά (17) ώρες στο εδώλιο των δανειστών ένας άσχετος, ανίκανος, ανίδεος πολιτικός τυχοδιώκτης, ένας «ψέκας» της αριστερής ιδεοληψίας διαπραγματεύονταν (υποτίθεται) για τη χώρα και το μέλλον της εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας, όταν στην ουσία το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να γλιτώσει ο ίδιος και οι κολλητοί του από τα ειδικά δικαστήρια και τις κατηγορίες για εσχάτη προδοσία εξαιτίας όσων επιδαψίλευσε στην ελληνική κοινωνία αυτή η παρακρατική πολιτική οργάνωση της οποίας ηγούνταν (και ηγείται).
Δεκαεφτά (17) ώρες παρακαλούσε για το σαρκίο του, χωρίς να είναι σε θέση ούτε να διαβάσει τι ακριβώς του πρότειναν και σε τι αιχμαλωσία οδηγούσαν τη χώρα οι όροι του μνημονίου, έντρομος από όσα είδε ( του τα έδειξαν) να ακολουθούν την πολιτική του αγυρτία να φορτώσει στον λαό το πιο άκυρο, παράνομο και αντισυνταγματικό δημοψήφισμα στην πολιτική ιστορία του τόπου, με ανύπαρκτα ερωτήματα, ανύπαρκτα διλήμματα, ανύπαρκτη ενημέρωση.
Ο ίδιος και το πολιτικό του παρεάκι κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους (και την επικοινωνία τους) για να ξεχαστούν οι μέρες εκείνες, να χαθούν στη λήθη, να αποφευχθούν οι άσχημες μνήμες, να μην θυμούνται οι πολίτες πόσο σύριζα πέρασαν από το να γίνουν η Βενεζουέλα της Ευρώπης με τον ανεκδιήγητο Τσίπρα σε ρόλο Μαδούρο και τον Παππά να παριστάνει τον Σουσλόφ της Κουμουνδούρου.
Σήμερα, έξι χρόνια μετά, όλο εκείνο το αριστεροδεξιό κονκλάβιο των άεργων εμμονικών και των επαγγελματιών του πολιτικού χρήματος, που διαχειρίζονταν τις τύχες της χώρας ψάχνοντας και ρωτώντας ο ένας τον άλλο για την τύχη των χαμένων φακέλων στις συναντήσεις με τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε σιωπά, δεν θέλει ούτε να ακούει για τις «υπερήφανες διαπραγματεύσεις», αρνείται και να αναφερθεί καν σε όσα εκείνη την περίοδο παρουσιάζονταν ως «τα μεγάλα επιτεύγματα του λαοπρόβλητου ηγέτη».
Το ίδιο σιωπούν και όσοι, στη μαύρη εκείνη περίοδο, βρέθηκαν να στηρίζουν στις πλατείες και στους δρόμους, με τις επιλογές τους και την ψήφο τους την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, την μεγαλύτερη πολιτική απάτη που προέκυψε ποτέ σε αυτό τον τόπο.
Όλο αυτό το «χριστεπώνυμο» πλήθος της αριστεροδεξιάς ιδεοληψίας και των ψεκασμένων προσδοκιών «για τις αγορές που θα χορεύουν όταν ο Αλέξης θα βαράει τα νταούλια» και του « γκόου χομ μαντάμ Μέρκελ» εξακολουθεί στον ίδιο δρόμο, με άλλες θεωρίες, αλλά στις ίδιες παλαβομάρες.
Σήμερα, τους κακούς ξένους δανειστές που επιβουλεύονταν το έθνος μας και τον «τεράστιο ορυκτό πλούτο μας» ( αυτά έλεγαν τότε) έχουν διαδεχθεί οι χειρότεροι ξένοι που θέλουν να αλλάξουν το dna μας με μερικά αδοκίμαστα εμβόλια για μια
πανδημία που ίσως και να μην υπάρχει και η οποία απειλεί τις ατομικές μας ελευθερίες και τα συνταγματικά μας δικαιώματα, οπότε «εμπρός αδέρφια, αντίσταση και πάλη, και πάλι και πάλι…», μπροστά οι καλόγεροι με τους σταυρούς, πίσω οι θεούσες με τις μαντίλες, παραπίσω οι διάσημες μπουτούδες της πλατείας Συντάγματος, ζήτω το έθνος, ζήτω η θρησκεία, ζήτω εγώ!
Από την ψέκα των κακών δανειστών στην ψέκα των κακών φαρμακευτικών εταιρειών και των αδοκίμαστων εμβολίων που αλλάζουν το περήφανο και μοναδικό ελληνικό dna, το οποίο όλοι επιβουλεύονται καθώς είναι υπέρτερο των άλλων ( έχει ένα α…κίδι παραπάνω) μια εξαετία δρόμος.
Όχι, δεν είναι μια γραφικότητα όλο αυτό, γραφική είναι η Σαντορίνη. Αντίθετα, είναι ένας καθημερινός, υπαρκτός, σοβαρός κίνδυνος, απειλεί ευθέως την κοινωνία και τη δημοκρατία, έχει μια συνέχεια και μια συνέπεια, ο αντίπαλος κάθε φορά αλλάζει, πάντα χρειάζεται ένας αντίπαλος και κάθε φορά αναζητείται μια συγγενής πολιτική έκφραση για αυτή την αντικοινωνική μειοψηφία, στη γοητεία της ηλιθιότητας της οποίας έχουν υποταγεί μεγάλα τμήματα και της αριστερής πολιτικής διανόησης, οδηγημένα από την παράνοια του δικαιωματισμού της παλαβομάρας.
Σε αυτό το τμήμα της κοινωνίας εμφανίζεται με ισχυρές ιστορικές παρακαταθήκες να ασκεί εξαιρετική γοητεία και αυξημένη επιρροή ο ΣΥΡΙΖΑ, ως η επιτομή της πολιτικής ψέκας, εξέλιξη καθόλα συμβατή με την φύση του και την πολιτική του διαδρομή, είναι το ακροατήριο που είναι ήδη πεισμένο για την ανάγκη ενός Μεσσία στη ζωή του, αν αυτός είναι και «κομματάκι αριστερούλης» ακόμη καλύτερα. Εξάλλου «δεξιός Μεσσίας» δεν υπήρξε ποτέ.
Ούτε η άτυπη αυτή διασύνδεση είναι τυχαία. Ο ένας κλίνει το μάτι στον άλλο, ο ένας ανοίγει χώρο για τον άλλο κι οι δυο ψάχνουν ακροατήριο «να πουν τον πόνο τους».