«Κάθε θαύμα τρεις μέρες, το μεγάλο τέσσερις», ο εστί μεθερμηνευόμενο πως για τον κ. Ανδρουλάκη και το δικό του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ τα δύσκολα είναι μπροστά τους, θα ξεκινήσουν μόλις τελειώσουν οι ολίγον παράταιροι (πλην παραδεκτοί) πανηγυρισμοί τους για το εκλογικό αποτέλεσμα, που «λέει και δεν λέει», αλλά… στην αναβροχιά καλό είναι και το χαλάζι!
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΥΦΑΝΤΗ
Το βασικό πρόβλημα του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ και της ηγετικής του ομάδας; Το μεταρρυθμιστικό τσουνάμι που φέρεται αποφασισμένος να προκαλέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε κρίσιμους τομείς της κοινωνίας και η διαχείριση που οφείλει να αντιπαραθέσει ένα σοβαρό και ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Αν η δεύτερη συνθήκη (σοβαρό και ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα) ταυτίζεται με το σημερινό ΠΑΣΟΚ, έτσι όπως υπό τις οδηγίες της «παρέας της Κομοτηνής» μεταλλάχτηκε σε σχέση με αυτό που παραλήφθηκε μετά το θάνατο της Φώφης Γεννηματά, τότε ελάχιστα προβλήματα θα προκύψουν για την εξαιρετικά φιλόδοξη παρέα που σήμερα διοικεί άνευ αντιπάλου το κόμμα.
Σε μια τέτοια περίπτωση είναι λογικό και ελπιδοφόρο να αναμένει κανείς να είναι το ΠΑΣΟΚ αυτό που θα επιχειρήσει να δώσει ένα ακόμη πιο προωθημένο περιεχόμενο και τόνο στις μεταρρυθμίσεις και να διεκδικήσει για τον εαυτό του και την κοινωνία ισχυρότερες αλλαγές, που θα τμήσουν βασικές πολιτικές και κοινωνικές παραδοχές δεκαετιών, που εξακολουθούν να επιβιώνουν και να ταλαιπωρούν την ελληνική πραγματικότητα.
Σημειώνεται, πως για πολλές από αυτές τις ανορθογραφίες, είναι το ίδιο το ΠΑΣΟΚ στις παλαιότερες εκδοχές του που ευθύνεται, σχεδόν αποκλειστικά, υπερασπιζόμενο, κυρίως στην ανδρεϊκή εποχή του, τις μυθολογίες της σταλινικής αριστεράς και αυτό που συνέδραμε αποφασιστικά αυτές να καταστούν κυρίαρχες στην ελληνική κοινωνία, ειδικά σε ζητήματα συνδικαλιστικής δράσης που κατέληξε σε συνδιαχείριση του κράτους από την επίσημη κομματική συνδικαλιστική μαφία.
Πρόβλημα για τον κ Ανδρουλάκη και τους δικούς του πραιτωριανούς θα προκύψει αν επιχειρήσουν, στην τετραετία που τώρα ανοίγεται, να αναγνώσουν τα σύγχρονα κοινωνικά και πολιτικά προτάγματα με βάση εκείνες τις παλιές δοξασίες της δεκαετίας του ογδόντα, τότε που περιέφεραν, ομού μετά των πούρων κομμουνιστών, στις διαδηλώσεις τα «πτώματα» της ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο ή πολιτεύονταν με το ανάθεμα «στην κακιά δεξιά» και στον πουλημένο «προδότη Μητσοτάκη».
Ο βαθμός προσαρμογής τους στις σημερινές συνθήκες και στις εντελώς διαφορετικές ανάγκες, που επιβάλλουν νέα εργαλεία ανάλυσης και εκτίμησης κινδύνου, πλήρως διαφοροποιημένα από τις πάγιες «σοσιαλιστικές» παλαβομάρες, θα κρίνει αν στη διαδικασία που ξεκινάει, τόσο εντός της κοινωνίας όσο και εντός της Βουλής, θα έχουν τύχη ή σύντομα θα κληθούν να διαχειρίζονται την σοσιαλιστική κακομοιριά τους ομού μετά της αριστερόστροφης μιζέριας.
Τι συμβαίνει; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει πολύ καλά πως αν από ένα χώρο αναμένει αντιπολίτευση που μπορεί να ακούγεται από την κοινωνία, αυτός είναι μόνο το ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ (με ή άνευ του κ. Τσίπρα) είναι ήδη μια χαμένη υπόθεση, στην ουσία κανείς στη χώρα δεν πρόκειται να ασχοληθεί μαζί τους, η δυναμική τους απέθανε, απομένει να συμβεί το ίδιο (πολιτικά εννοείται) και με το στελεχιακό δυναμικό που εξακολουθεί να παλεύει με τα σταλινικά φαντάσματα.
Σε αυτή τη συνθήκη για τον κ. Μητσοτάκη η ένταση και η έκταση των μεταρρυθμίσεων είναι το όπλο που θα χρησιμοποιήσει για να αποσυνθέσει το ΠΑΣΟΚ, να το πιέσει πολιτικά στο περιθώριο, να το συνδέσει με την χειρότερη εκδοχή του ΣΥΡΙΖΑ, να επιδιώξει να το ταυτίσει στην κοινή συνείδηση με τον Τσίπρα που απέρχεται και να το καταστήσει, είτε ανενεργό, είτε να το οδηγήσει στο πολιτικό περιθώριο.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει όλα τα ατού στα χέρια του: Ξέρει το παιχνίδι, έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, έχει την πλειοψηφία στη Βουλή, διαθέτει την κοινωνική νομιμοποίηση, θέλει να προχωρήσει σε αλλαγές και δεν του προκαλεί μεγάλο πρόβλημα να προχωρήσει μόνος του.
Το ζήτημα είναι απέναντι σε αυτή την μεταρρυθμιστική λαίλαπα (τηρουμένων των αναλογιών) πως θα σταθεί το ΠΑΣΟΚ και πως ακριβώς θα επιδιώξει να αντιπαρατεθεί: θα παραμείνει σταθερό στην δοκιμασμένη αντιδεξιά ρητορεία που το βοήθησε να τρυγήσει εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ ή θα αποφασίσει να την αντικαταστήσει με ένα θεσμικό και πολιτικά νεωτερικό λόγο ενταγμένο σε και συνολική μεταρρυθμιστική δική του ατζέντα, με την οποία θα απαντήσει στις πρωτοβουλίες Μητσοτάκη;
Θεωρητικά ο κ. Ανδρουλάκης «ξεκαθάρισε» το τοπίο στα αριστερά του έως τις 25 Ιουνίου με μια ακραία και κάποιες φορές γραφική αντιδεξιά ρητορεία που έφτασε σε κωμικογραφήματα από τα μπαλκόνια των εκλογικών συγκεντρώσεων. Από την τακτική αυτή ό,τι ήταν να πάρει το πήρε, άλλο δεν έχει ή δεν έχει αρκετό.
Τώρα, τα επίδικα είναι άλλα, εντελώς διαφορετικά και εκδηλώνονται σε νέο πεδίο, αυτό της Βουλής, στην οποία θα είναι παρών και ο κ. Ανδρουλάκης, άρα δεν θα μπορεί να επικαλεστεί «άγνοια νόμου» για να ξεφεύγει από διάφορες παγίδες.
Η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται και η τεράστια ανάγκη να αποκτήσει η Νέα Δημοκρατία αντιπολίτευση που να μπορεί να πει μια πρόταση ολόκληρη, βάζει νέα καθήκοντα στην ηγετική ομάδα της Χαριλάου Τρικούπη, πολύ πιο σύνθετα από την απλή αντιπαράθεση με τους ιδεοληπτικούς της Κουμουνδούρου.
Είναι έτοιμο το ΠΑΣΟΚ και περισσότερο ο Πρόεδρος του να απαντήσουν με λόγο σύγχρονο, προοδευτικό και παραγωγικό στις πρωτοβουλίες Μητσοτάκη «χωρίς να χάσουν την ψυχή τους»;