ΣΛΟΒΑΚΙΑ ΝΕΑ: Ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Ρόμπερτ Φίτσο πυροβολήθηκε πολλές φορές και τραυματίστηκε σοβαρά χθες Τετάρτη.
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από το tilegrafimanews.gr
Όπως αναφέρει η Ειρήνη Κοσμά στο kathimerini.gr, η κατάστασή του έχει σταθεροποιηθεί αλλά παραμένει σοβαρή, σύμφωνα με ανακοίνωση του διευθυντή του νοσοκομείου όπου οδηγήθηκε και νοσηλεύεται μετά την επίθεση που δέχθηκε.
Ο Φίτσο χαιρετούσε τους υποστηρικτές του σε ανοιχτή εκδήλωση όταν βρέθηκε στο στόχαστρο πρωτοφανούς επίθεσης, η οποία συγκλόνισε τη χώρα του και προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη την Ευρώπη, λίγες μόλις εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές.
⚡️⚡️⚡️ The moment of the assassination attempt on Slovak Prime Minister Robert Fico. Five shots are heard in the video. pic.twitter.com/0bhjX795md
— NEXTA (@nexta_tv) May 15, 2024
Οι γιατροί έδιναν μάχη για τη ζωή του Φίτσο αρκετές ώρες αφότου ο 59χρονος πρωθυπουργός χτυπήθηκε στην κοιλιά, δήλωσε ο υπουργός Αμυνας Ρόμπερτ Καλίνα μιλώντας σε δημοσιογράφους.
Πέντε πυροβολισμοί ακούστηκαν έξω από πολιτιστικό κέντρο στην Χαντλόβα, πόλη 16.000 κατοίκων που κάποτε υπήρξε κέντρο εξόρυξης άνθρακα, περίπου 140 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πρωτεύουσας, Μπρατισλάβα.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας της Σλοβακίας επρόκειτο να συνεδριάσει για να συζητήσει περαιτέρω μέτρα μετά το συμβάν, που χαρακτηρίστηκε από αξιωματούχους ως «η πιο μαύρη μέρα στη σύγχρονη ιστορία της χώρας».
Πολιτικό κίνητρο
Ενας ύποπτος συνελήφθη και από την αρχική έρευνα διαπιστώθηκε ότι υπήρχε «σαφές πολιτικό κίνητρο» πίσω από την απόπειρα δολοφονίας, όπως τόνισε ο υπουργός Εσωτερικών Μάτους Σουτάι Εστοκ, ενημερώνοντας τους δημοσιογράφους από κοινού, με τον υπουργό Αμυνας.
Τη στιγμή που ο Φίτσο βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση στο χειρουργικό τραπέζι, τα μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν βίντεο όπου ο φερόμενος ως δράστης, που αναγνωρίστηκε ως 71χρονος συγγραφέας, ανέφερε: «Δεν συμφωνώ με την πολιτική αυτής της κυβέρνησης».
Ο Φίτσο, πολιτική προσωπικότητα με ορκισμένους εχθρούς και φίλους ενός και εκτός Σλοβακίας, ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ως Αριστερός, αλλά με την πάροδο των ετών μετατοπίστηκε προς τα Δεξιά.
Διετέλεσε πρωθυπουργός από το 2006 έως το 2010 και από το 2012 έως το 2018, προτού επιστρέψει στην εξουσία στις εκλογές του περασμένου έτους.
Αφού εκδιώχθηκε εν μέσω διαδηλώσεων το 2018, επανεξελέγη με εθνικιστική και φιλορωσική ατζέντα και υποσχέσεις για γενναιόδωρα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας.
Η επιστροφή του στην εξουσία σηματοδότησε μία ευρύτερη τάση σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης: τη μείωση της υποστήριξης προς τα κεντροαριστερά και τα κεντροδεξιά κόμματα λόγω της απογοήτευσης των ψηφοφόρων για τις αλλαγές στις θέσεις τους μετεκλογικά, οι οποίες τείνουν τελικά να συμπίπτουν στα περισσότερα ζητήματα, καθώς και την ενίσχυση του ευρωσκεπτικισμού.
Η απόπειρα δολοφονίας του δείχνει ανησυχητική κλιμάκωση της πόλωσης και του διχασμού.
Καμία απόπειρα δολοφονίας ενός ηγέτη δεν είναι ακίνδυνη άλλωστε, ακόμη λιγότερο σε μία εποχή αστάθειας όπως η σημερινή.
Σε στρατόπεδα η Ε.Ε.
Η επίθεση εναντίον του Φίτσο ήρθε μόλις τρεις εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και καθώς η προεκλογική εκστρατεία σταδιακά κορυφώνεται στις χώρες της Ε.Ε. με τον πόλεμο στην Ουκρανία να εξακολουθεί να διχάζει.
Σύμφωνα με πολιτικές αναλύσεις και έρευνες, εθνικιστικές, καθώς και φιλορωσικές δυνάμεις που εκπροσωπούν Ευρωπαίοι πολιτικοί όπως ο Φίτσο, θα μπορούσαν να κερδίσουν έδαφος στην Ε.Ε. των 27 κρατών μελών, καθώς το εκλογικό σώμα εμφανίζεται διαιρεμένο και συχνά κατακερματισμένο.
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του και την έναρξη της τέταρτης θητείας του ως πρωθυπουργός, ο Φίτσο σταμάτησε τις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία.
Οι επικριτές του τον κατηγόρησαν ότι ώθησε τη Σλοβακία -χώρα 5,4 εκατομμυρίων κατοίκων που έχει ενταχθεί στο ΝΑΤΟ– στο να εγκαταλείψει τη φιλοδυτική της πορεία.
Πολλοί μάλιστα τον συνέκριναν με τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν και με τον Ολλανδό ακροδεξιό Γκέερτ Βίλντερς, ακόμα, λόγω της αντιμεταναστευτικής του στάσης.
ο Φίτσο ισχυρίζεται πως μάχεται για τον απλό άνθρωπο, πως είναι ορκισμένος εχθρός των φιλελεύθερων ελίτ και πως η χώρα του μπορεί να αποτελέσει προπύργιο κατά της μετανάστευσης από χώρες εκτός Ευρώπης, ιδίως μουσουλμανικές.
Η αντίθεσή του στη στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας, οι φιλικές σχέσεις με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν και άλλες θέσεις τον έχουν θέσει εκτός «ευρωπαϊκού ρεύματος».
Οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον κατηγορούν ακόμη πως υπονομεύει την ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, ενώ χαρακτηρίζουν τη διακυβέρνησή του ως «απειλή για τη δημοκρατία».
Διαδηλώσεις σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις πολιτικές του έχουν πραγματοποιηθεί επανειλημμένα τόσο στην Μπρατισλάβα όσο και σε άλλες πόλεις της Σλοβακίας.
Κάλπες υπό τον ήχο των όπλων
Στον απόηχο της απόπειρας δολοφονίας, ο φόβος για έκρηξη της πολιτικής βίας, εν μέσω τοξικών αντιπαραθέσεων, έριξε τους άλλοτε υψηλούς τόνους του πολιτικού διαλόγου στη Σλοβακία.
«Η επίθεση εναντίον του πρωθυπουργού είναι, πρώτα από όλα, επίθεση εναντίον ενός προσώπου, αλλά είναι επίσης επίθεση εναντίον της δημοκρατίας», δήλωσε η απερχόμενη πρόεδρος Ζουζάνα Τσαπούτοβα, πολιτική αντίπαλος του Φίτσο, σε τηλεοπτική της δήλωση.
«Οποιαδήποτε βία είναι απαράδεκτη. Η ρητορική μίσους που παρακολουθούμε στην κοινωνία οδηγεί σε πράξεις μίσους. Σας παρακαλώ, ας το σταματήσουμε», πρόσθεσε η ίδια.
Επιπλέον, γνωστοποίησε ότι θα καλέσει όλους τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων σε κοινή συνάντηση, ενώ ζήτησε να πέσουν οι πολιτικές εντάσεις.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος Πέτερ Πελεγκρίνι, σύμμαχος του Φίτσο, χαρακτήρισε τους πυροβολισμούς «άνευ προηγουμένου απειλή για τη δημοκρατία της Σλοβακίας».
«Αν εκφράζουμε τις διαφορετικές πολιτικές απόψεις με πιστόλια σε πλατείες και όχι σε εκλογικά κέντρα, θέτουμε σε κίνδυνο όλα όσα έχουμε χτίσει μαζί στα 31 χρόνια σλοβακικής κυριαρχίας», πρόσθεσε ο Πελεγκρίνι.
«Στα πρόθυρα εμφυλίου»
Ωστόσο, οι πρόσφατες εκλογές που έφεραν τον Φίτσο και τους συμμάχους του στην εξουσία ανέδειξαν τις νέες διαστάσεις της πολιτικής πόλωσης στη Σλοβακία που βάθυνε περαιτέρω στη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, ανατολικό της γείτονα.
Ο Γκάμπορ Τζίμερ, πολιτικός αναλυτής στο σλοβακικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Ujszo.com, τόνισε ότι η επιστροφή του Φίτσο στην εξουσία αποκάλυψε ότι «η σλοβακική κοινωνία είναι χωρισμένη σε δύο στρατόπεδα» – ένα φιλικό προς τη Ρωσία και ένα άλλο που πιέζει για ισχυρότερες σχέσεις με την Ε.Ε. και τη Δύση.
«Δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι αυτό θα οδηγούσε σε βία», πρόσθεσε ο αναλυτής.
Ο Εστοκ, υπουργός Εσωτερικών της Σλοβακίας, ανέφερε, σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, έξω από το νοσοκομείο, ότι η χώρα βρίσκεται «στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου» λόγω της πολιτικής έντασης.
«Σχόλια μίσους αναρτώνται στα κοινωνικά δίκτυα, σας παρακαλώ, ας το σταματήσουμε αμέσως», τόνισε.
Ο αντίκτυπος σε Ευρώπη και ΗΠΑ
Ο αντίκτυπος της επίθεσης ξεπέρασε τα σλοβακικά εθνικά σύνορα, σηματοδοτώντας κρίσιμη πολιτική καμπή συνολικά για την Ευρώπη.
Κανένας επικεφαλής κυβέρνησης της Ε.Ε. δεν έχει σκοτωθεί ποτέ κατά τη διάρκεια της θητείας του, από την εποχή που η Ενωση υπήρξε μία Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα που σχηματίστηκε στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έκανε λόγο για «άθλια επίθεση».
Ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς δήλωσε: «Είμαι βαθύτατα συγκλονισμένος από την είδηση της άνανδρης επίθεσης εναντίον του Σλοβάκου πρωθυπουργού Φίτσο. Η βία δεν πρέπει να είναι υπαρκτή στην ευρωπαϊκή πολιτική».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δήλωσε θορυβημένος από την απόπειρα δολοφονίας. «Καταδικάζουμε αυτή τη φρικτή πράξη βίας», ανέφερε σε δήλωσή του.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ σχολίασε με ανάρτησή του στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X ότι είναι «σοκαρισμένος και συγκλονισμένος» από την απόπειρα κατά της ζωής του Φίτσο.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι κατήγγειλε τη βία κατά του επικεφαλής της κυβέρνησης μιας γειτονικής χώρας.
«Θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλιστεί ότι η βία δεν θα γίνει κανόνας σε καμία χώρα, σε καμία μορφή», δήλωσε.
Από την πλευρά του, ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ επαίνεσε τον Φίτσο, τονίζοντας ότι «υπάρχουν λίγοι πολιτικοί σαν αυτόν στην Ευρώπη» και ότι έχει «λογικές» θέσεις σχετικά με τη Ρωσία.
Το κοινοβούλιο της Σλοβακίας διέκοψε τη λειτουργία του μέχρι νεωτέρας. Τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, η «Προοδευτική Σλοβακία» και η «Ελευθερία και Αλληλεγγύη», ακύρωσαν προγραμματισμένη διαμαρτυρία κατά αμφιλεγόμενου κυβερνητικού σχεδίου για την αναμόρφωση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, το οποίο, όπως λένε, θα δώσει στην κυβέρνηση τον πλήρη έλεγχο της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης.
Η ηγεσία της «Προοδευτικής Σλοβακίας» κάλεσε όλους τους πολιτικούς «να απέχουν από εκφράσεις και ενέργειες που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην περαιτέρω αύξηση της έντασης».
Ο πρωθυπουργός της Τσεχίας Πετρ Φιάλα ευχήθηκε στον πρωθυπουργό ταχεία ανάρρωση. «Δεν μπορούμε να ανεχθούμε τη βία, δεν υπάρχει θέση γι’ αυτήν στην κοινωνία», τόνισε.
Η Τσεχική Δημοκρατία και η Σλοβακία συναποτελούσαν την Τσεχοσλοβακία μέχρι το 1992.
Οι ρίζες του διχασμού
Μετά το 1989 και τη «Βελούδινη Επανάσταση», στην ενιαία τότε Τσεχοσλοβακία εφαρμόστηκε μία ακραία εκδοχή του καπιταλισμού. Τελικά, ήρθε το «διαζύγιο» με τους Τσέχους, οι οποίοι αποτελούσαν σταθερό εθνικό εταίρο επί 75 χρόνια.
«Οι ξαφνικοί μετασχηματισμοί προκάλεσαν τριγμούς στην κοινωνία, στρέφοντας την πόλη εναντίον του χωριού, τους νέους εναντίον των ηλικιωμένων, τους Σλοβάκους πατριώτες εναντίον των Τσεχοσλοβάκων διεθνιστών, καθώς όλοι έψαχναν να βρουν τα πατήματά τους σε άγνωστο έδαφος», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ανάλυση του Politico στον απόηχο της απόπειρας δολοφονίας του Φίτσο.
Για τον νεαρό τότε Ρόμπερτ Φίτσο, ο οποίος ήταν μόλις 25 ετών, τα γεγονότα του 1989 αποτέλεσαν σοκ. Μόλις είχε ολοκληρώσει σπουδές στη νομική σχολή και είχε ενταχθεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα.
Εργαζόταν στο υπουργείο Δικαιοσύνης και προετοιμαζόταν για ταξίδι σπουδών στις ΗΠΑ, ενώ ευθυγραμμίστηκε εξαρχής με μεγάλο μέρος του πληθυσμού που νοσταλγούσε τη Σοβιετική Ενωση και δεν ενδιαφερόταν για προσέγγιση με τη Δύση.
Νέος και φιλόδοξος, ο Φίτσο εντάχθηκε στο κόμμα που διαδέχθηκε το Κομμουνιστικό και εξελέγη μέλος του κοινοβουλίου το 1992.
Παρόλο που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1990 στο Στρασβούργο όπου εργάστηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ίδρυσε το σοσιαλιστικό κόμμα «Τρίτου Δρόμου», Smer (Κατεύθυνση), το 1999. Το κόμμα κυριάρχησε στη σλοβακική πολιτική για το επόμενο τέταρτο του αιώνα.
Το Smer σημείωσε ένα απογοητευτικό 13,5% στις εκλογές του 2002 έπειτα από μία επιθετική προεκλογική εκστρατεία που παρουσίαζε μία οικογένεια να κάθεται γυμνή σε ένα παγκάκι με το σύνθημα «Στην Ε.Ε. – αλλά όχι με γυμνά οπίσθια».
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ωστόσο, ο Φίτσο πέτυχε τη νίκη, κερδίζοντας ποσοστό 29% των ψήφων και κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού.
Η παραίτηση και η επιστροφή
Ο Φίτσο διένυε την τρίτη του θητεία ως πρωθυπουργός το 2018, όταν ο δημοσιογράφος Γιαν Κούτσιακ και η σύντροφός του Μαρτίνα Κουσνίροβα δολοφονήθηκαν από επαγγελματία εκτελεστή, που φέρεται να είχε προσληφθεί για να «φιμώσει» ρεπορτάζ σχετικό με τη διαφθορά στην πολιτική.
Σε συνέντευξη Τύπου, ο Φίτσο υποσχέθηκε να προσφέρει 1 εκατ. ευρώ για πληροφορίες που θα οδηγούσαν στη σύλληψη του δολοφόνου. Κατηγόρησε επίσης την αντιπολίτευση ότι χρησιμοποίησε τη δολοφονία για πολιτικούς σκοπούς.
Δύο εβδομάδες αργότερα παραιτήθηκε και δύο χρόνια αργότερα, το 2020, το Smer υπέστη ήττα στις εκλογές.
Εκτός εξουσίας, ο Φίτσο και οι πολιτικοί του σύμμαχοι – υπουργοί, βουλευτές, επιχειρηματίες, δικαστές, ανώτεροι αξιωματικοί της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών – τέθηκαν υπό έρευνα με κατηγορίες που κυμαίνονταν από διαφθορά έως κατάχρηση εξουσίας και δολιοφθορά.
Ο πρώην πρωθυπουργός συνελήφθη τον Απρίλιο του 2022, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για διάφορα αδικήματα, οι οποίες έκτοτε αποσύρθηκαν.
Επέστρεψε στην εξουσία πέρυσι, κερδίζοντας τις εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2023.
Πολιτική βία στην Ευρώπη
Απόπειρες δολοφονίας ηγετών είναι σπάνιες στην Ε.Ε., ωστόσο περιστατικά πολιτικής βίας έχουν συγκλονίσει την Ευρώπη τα τελτευταία 50 χρόνια.
Ο πρωθυπουργός της Σερβίας Ζόραν Τζίντζιτς πυροβολήθηκε θανάσιμα το 2003 και ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Βαζγκέν Σαρκσιάν σκοτώθηκε σε τρομοκρατική επίθεση στο κοινοβούλιο της χώρας το 1997.
Επιπλέον, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Αλντο Μόρο απήχθη και δολοφονήθηκε το 1978, δύο χρόνια μετά την αποχώρησή του από το αξίωμα.
Και ο Σουηδός ηγέτης Ούλοφ Πάλμε πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε το 1986, αρκετά χρόνια πριν την ένταξη της Σουηδίας στην Ε.Ε.
Γυρίζοντας ακόμα πιο πίσω, είναι σαφές ότι πολλές φρικαλεότητες του 20ού αιώνα προκλήθηκαν με αφορμή δολοφονίες που πιθανόν θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.
Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε η δολοφονία του αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του Σοφί στο Σεράγεβο στις 28 Ιουνίου 1914, που έμελλε να πυροδοτήσει τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.