Η ιστορία της Ακροναυπλίας ακολουθεί την ιστορική τύχη του Ναυπλίου που περιήλθε στους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Φράγκους, τους Ενετούς και τους Τούρκους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Συγκεκριμένα οι Ενετοί είχαν προβεί σε συστηματική νέα οχύρωση σύμφωνα με το νέο οχυρωματικό καθεστώς που είχε επιβάλει η ανακάλυψη της πυρίτιδας και η παράλληλη χρήση των πυροβόλων όπλων. Έτσι το 1502 επαύξησαν την οχύρωση με την κατασκευή του βορειοανατολικού πύργου που βλέπει προς το Παλαμήδι καθώς και τον αυτοτελή προμαχώνα στη δυτική πλευρά προς τον κόλπο στον οποίο και τοποθέτησαν πέντε μεγάλα ισομεγέθη πυροβόλα (κανόνια) τα λεγόμενα τότε «πέντε αδέλφια», εξ ου και η τότε ονομασία «κάστρο πέντε αδέλφια».
Οι Τούρκοι, με τη σειρά τους, επισκεύασαν το παραλιακό τείχος στη δυτική πλευρά της πόλης. Τα κανόνια προστάτευαν την είσοδο του λιμανιού μαζί με τ’ άλλα που βρίσκονταν στο Μπούρτζι. Στην τάπια «Πέντε Αδέρφια» στέκονται σήμερα πέντε μπρούτζινα κανόνια από την περίοδο της δεύτερης ενετοκρατίας.
Ο χύτης του πυροβόλου, πεθαμένος εδώ και τετρακόσια χρόνια, έχει αφήσει τ’ όνομά του σ’ ένα σιωπηλό κανόνι του Ναυπλίου (MARCANTONIO Q. NICOLΟ΄ DI CONTI FONDITOR PUBLICO D’ ARTIGLIARIE). Όλα τα κανόνια βγήκαν από το Βενετσάνικο εργοστάσιο του Ιωάννη Φραγκίσκου Αλμπεργκέτι. Οι Αλμπεργκέτηδες κατασκεύαζαν κανόνια από το 1487.