Για το πώς κατάφερνε να κρυφτεί τις 18 ημέρες που διέφευγε της σύλληψης μίλησε στους αστυνομικούς ο Κλοντ Λέσι αποκαλύπτοντας ότι όλες αυτό το διάστημα ζούσαν μαζί με τον μικρό Φοίβο σαν αγρίμια.
Όπως είπε στους αστυνομικούς το πρώτο βράδυ μετά τη δολοφονία έμειναν σε ένα αντίσκηνο στο βουνό, στη συνέχεια έμειναν σε ένα εγκαταλειμένο αυτόκινητο και τα υπόλοιπα βράδια όπου έβρισκαν. Σύμφωνα με τον παππού του μικρού Φοίβου που μίλησε σε διαδικτυακή εφημερίδα, κυκλοφορούσε με τα πόδια, είχε διαρρήξει ένα σπίτι σε μικρή απόσταση από τα Ορμύλια ενώ για να ταΐσει το μικρό παιδί έκλεβε φρούτα, σε μια περίπτωση μια κότα ενώ σε μια άλλη τηγάνισε αλεύρι. Όσο για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο μικρός Φοίβος ο παππούς του εξομολογείται: «Έχει αλλάξε εντελώς. Τώρα έχουμε τάξει να τον μεγαλώσουμε μαζί με τον αδερφό του».
Το θρίλερ με τον 4χρονο Φοίβο τον οποίο είχε απαγάγει ο πατέρας του αφού πρώτα δολοφόνησε τη μητέρα του έληξε το πρωί της Κυριακής. Το μικρό αγόρι εντοπίστηκε στη Χαλκιδική, μόλις 1 χλμ μακριά από το χωριό Ορμύλια, εκεί δηλαδή όπου ζούσε μαζί με τη μητέρα του πριν αυτή να πέσει νεκρή από τα χέρια του 35χρονου Κλοντ Λέσι. Eίχε προηγηθεί ένα τηλεφώνημα από 75χρονο άνδρα ο οποίος ισχυριζόταν πως είδε τον 35χρονο με τον μικρό Φοίβο να περιφέρεται σε ελαιώνες κοντά στο χωριό, γεγονός που κινητοποίησε εκ νέου τις Αρχές για έρευνες στην ευρύτερη περιοχή.
Ο μικρός Φοίβος, είναι καλά στην υγεία του και βρίσκεται από χθες στο νοσοκομείο Πολυγύρου στο δεύτερο όροφο του Παιδιατρικου τμήματος με τη γιαγιά και τον παππού του αλλά και τον θείο του. Στο πλευρό του ειδικοί παιδοψυχολογοι που τον παρακολουθούν αλλά και όλο το προσωπικό του νοσοκομείου που στέλνει όλη την αγάπη στον τετραχρονο πιτσιρικο και δηλώνει την αμεριστη συμπαράσταση του στην οικογένεια της ατυχης Λελας. ενώ θα μεταβεί στην περιοχή κοινωνικός λειτουργός και ψυχολόγος της Ελληνικής Αστυνομίας. Δεν αποκλείεται μάλιστα το παιδί να μεταφερθεί και στο νοσοκομείο για προληπτικές εξελίξεις.
Ήθελε να φύγει στην Αλβανία
Στην κατάθεσή του στους αστυνομικούς ο Αλβανός συζυγοκτόνος φέρεται να είπε πως ήθελε να πάρει τον γιο του και να φύγει μαζί του στην Αλβανία, αλλά δεν τα κατάφερε γιατί -όπως χαρακτηριστικά ανέφερε- υπήρχαν παντού μπλόκα, γι’ αυτό και όλες τις ημέρες κρυβόταν στην περιοχή κοντά στην Ορμύλια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μόλις τον συνέλαβαν οι αστυνομικοί, τους είπε χαρακτηριστικά «πάμε να τελειώνουμε», ενώ όπως έγινε γνωστό, καταλυτικής σημασίας για την σύλληψή του ήταν η μαρτυρία ενός βοσκού το βράδυ του Σαββάτου.
Ο Χρήστος Ράμος, ένας από τους εθελοντές που βρήκαν τον Αλβανό αποκάλυψε, ότι τον Λέσι εντόπισαν αρχικά δύο χωρικοί οι οποίοι και επικοινώνησαν με την ομάδα των εθελοντών και στη συνέχεια όλοι μαζί πήγαν στο σημείο όπου βρισκόταν ο δράστης και κατάφεραν να τον ακινητοποιήσουν.
Όπως είπε ο κ. Ράμος, στην αρχή ο δράστης προσπάθησε να διαφύγει μαζί με το παιδί, αλλά δεν τα κατάφερε, αφού τρία άτομα τον ακινητοποίησαν.
Ιδιαίτερα σημαντική για τις έρευνες ήταν η μαρτυρία ενός βοσκού ο οποίος επικοινώνησε με τους εθελοντές και τους αποκάλυψε ότι χθες στο βράδυ είδε στην περιοχή ότι κάποιος είχε ανάψει φωτιά. Όταν πήγαν στο σημείο οι εθελοντές βρήκαν ανοιγμένες κονσέρβες, γεγονός που τους έκανε να πιστέψουν ότι ο Αλβανός είχε περάσει από εκεί.
Τον βρήκαν ομοεθνεις του σε απόσταση ενός χιλιομετρου από το χωριό
Ο 35χρονος συζυγοκτόνος, που δολοφόνησε άγρια την εν διαστάσει σύζυγό του στις 6 Ιανουαρίου και εξαφανίστηκε μαζί με το ένα από τα δύο τους παιδιά – τον μικρό Φοίβο- βρέθηκε σε απόσταση μόλις ενός χιλιομέτρου από το χωριό Ορμύλια, σε μια καλύβα στην περιοχή όπου διατηρούσε μελίσσια, από δύο Αλβανούς εργάτες που πήγαν χθες νωρίς το πρωί στην περιοχή για να κλαδέψουν. Τον καθυστέρησαν μιλώντας μαζί του και στέλνοντας μηνύματα στον θείο και τον παππού του μικρού Φοίβου, οι οποίοι ενημέρωσαν την αστυνομία αλλά δεν προσέγγισαν το σημείο όπου βρισκόταν ο Λέσι για να μην τον εξαγριώσουν. Ο νεαρός ομοεθνης του σε μια συγκλονιστικη εξομολογηση μίλησε για το πως κατάφερε να “παγιδεψει” τον 35χρονο προσπαθώντας να τον πείσει να αφήσει το παιδί ελεύθερο και να μη συνεχίσει να το ταλαιπωρει
“Όταν τον είδα μπροστά μου πάγωσα ήμουν με έναν ακόμη φίλο μου του είπα σε παρακαλώ άσε το μωρό λυπήσου το είναι ταλαιπωρημένο, άστο το μωρό εδώ και μετά κανε ότι νομίζεις τι πατέρας είσαι εσύ δεν το λυπάσαι; είναι αδύναμο και εξαντλημένο. Του μιλούσα ήρεμα για να μην εξαγριωθεί και κάνει τίποτα περίεργο φοβόμουν μην τον εκνευρίσω και έτσι παρέμεινα για να κερδίσω χρόνο και να προλάβω να ειδοποιήσω στέλνοντας μήνυμα από το κινητό μου για βοήθεια”, λέει ο ομοεθνής φίλος του Αλβανού συζυγοκτονου μιλώντας σε διαδικτυακή ιστοσελίδα.
Τα μάτια του δακρύζουν όταν ακούει τον παππού και τη γιαγιά του μικρού Φοίβου να τον ευχαριστούν γιατί εξαιτίας του βρέθηκε ο για δεκαοκτώ ημέρες αγνοούμενος εγγονός τους.
Ένας νέος άντρας με φυσική ευγένεια που στα μάτια του Φοίβου βλέπει το παιδί που εκείνος και η γυναίκα του παλεύουν χρόνια να αποκτήσουν και δεν τα έχουν ακόμη καταφέρει. «Όταν τον είδα τρελάθηκα του λέω με ψυχραιμία “τι πατέρας είσαι εσύ, δεν το λυπάσαι το παιδί; Κοίτα το πόσο έχει ταλαιπωρηθεί εγώ αν είχα παιδί θα έδινα και τη ζωή μου άστο σε παρακαλώ να φύγει και δες τι θα κάνεις μετά εσύ”. Του μιλούσα για να κερδίσω χρόνο για να τον ηρεμήσω ήταν φοβισμένος και εξουθενωμένος με το ζόρι μιλούσε. Εκείνη την ώρα στέλνω μήνυμα από το κινητό μου και ενημερώνω τον παππού του μικρού Φοίβου ότι είμαι μαζί του στο σημείο. Τα υπόλοιπα τα ξέρετε γίνανε γρήγορα ήρθαν και τον έπιασαν. Έκλαιγα όταν είδα τον παππού του Φοίβου να κουλουριάζεται στην αγκαλιά του μικρού. Ευτυχώς τελείωσε ο εφιάλτης αυτός», καταλήγει.
Κρυβοταν δίπλα στο χωριό γιατί δε μπορούσε να δραπετευσει
Ο 35χρονος φέρεται να είπε στους αστυνομικούς ότι στην καλύβα πήγε χθες τα ξημερώματα, και πως όλες αυτές τις ημέρες προσπάθησε να απομακρυνθεί από την περιοχή, όμως δεν τα κατάφερε λόγω των αστυνομικών μπλόκων. Κάθε βράδυ άλλαζε σημείο προκειμένου να μην εντοπιστεί από τους αστυνομικούς.Ο Λέσι δεν έφυγε ποτέ από την Χαλκιδική; Οπως φαίνεται αυτό είναι το πιο πιθανό σενάριο. Όλο αυτό το διάστημα γυρνούσε στην περιοχή κοντά στην Ορμύλια, αλλά ήθελε να φτάσει στη Θεσσαλονίκη και από εκεί να φύγει με τον Φοίβο στην Αλβανία.
«Τώρα έχουμε αγώνα να είμαστε στο πλευρό και των δύο εγγονιών μας» λέει η γιαγιά του Φοιβου
Την ίδια ώρα συγκλονίζουν τα λεγόμενα της γιαγιάς του μικρού Φοίβου, που είπε ότι τρελάθηκε από τη χαρά της όταν είδε τον εγγονό της, ο οποίος ήταν πολύ φοβισμένος και πολύ ταλαιπωρημένος.
«Τρελάθηκα από τη χαρά μου» λέει η γιαγιά του μικρού Φοίβου, περιγράφοντας τη σκηνή που ξαναβρήκε τον εγγονό της. «Το παιδί είναι φοβισμένο πολύ, ταλαιπωρημένο πολύ. Πιστεύω θα γίνει καλά σύντομα».
Η ταλαιπωρία του μικρού παιδιού είναι εμφανής από τα λεγόμενα της γιαγιάς, ειδικά αν κάποιος αναλογιστεί το γεγονός ότι, όπως λένε, «δεν αναγνώριζε ούτε τον αδελφό του».
«Θα κάνω κουράγιο πρέπει να συνεχίσει η ζωή μετά το χαμό της Λελας μου έχω δυο εγγόνια να μεγαλώσω ευτυχώς που βρέθηκε ο Φοίβος» λέει η γιαγιά του Φοίβου που βρίσκεται στο πλευρό του από την πρώτη στιγμή. «Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα δυο φορές, μια που έχασα την κόρη μου με τόσο φρικτό τρόπο μια που ψάχναμε το Φοιβακο μου. Το βρήκαμε το παιδί μας μας βοήθησε ο Θεός τώρα έχουμε αγώνα να είμαστε κοντά και στα δυο εγγόνια μας. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Φοίβου έκλαιγε από τη χαρά του φώναζε θέλω τον αδελφό μου πηγαίνετε με στον αδελφό μου», καταλήγει.
Το χρονικό του φονικού
Το έγκλημα σημειώθηκε ανήμερα των Θεοφανίων. Ο 35χρονος Αλβανός θολωμένος από τη ζήλια του για την εν διαστάσει σύζυγό του και μην μπορώντας να δεχτεί ότι ζούσαν χωριστά, ζητούσε εκδίκηση. Με έξι μαχαιριές κατάφερε των θανάσιμο τραυματισμό της και στη συνέχεια εξαφανίστηκε παίρνοντας μαζί του τον 4χρονο γιο του. Οι περίοικοι άκουσαν τις αγωνιώδεις κραυγές της γυναίκας και ειδοποίησαν την Αστυνομία, αλλά όταν έφτασαν οι πρώτοι αστυνομικοί βρήκαν νεκρή την άτυχη μητέρα.
Ο πατέρας της άτυχης γυναίκας, Χαράλαμπος Μαυρομάτης, συγκλόνιζε με την περιγραφή του φονικού της κόρης του. «Έσφαξε την κόρη μου μέσα σε μισό λεπτό μπροστά στα μάτια του μεγάλου τους γιου», δήλωνε συγκλονισμένος.
«Το παιδί φώναξε σε βοήθεια κι έδειξε στη γυναίκα μου τη μάνα του νεκρή. Στον πάνω όροφο έμενε η κόρη μου και κάτω εμείς. Η γυναίκα μου ήταν σπίτι όταν έγινε αυτό. Δεν ακούστηκε τίποτα, γιατί ο,τι έγινε έγινε μέσα σε μισό λεπτό. Ανέβηκε επάνω, την έσφαξε και ξανακατέβηκε, αρπάζοντας το εγγονάκι μου που ήταν έξω», περιέγραφε τις στιγμές μετά το φονικό.
Ο αδίστακτος δολοφόνος, μάλιστα, δευτερόλεπτα πριν σφάξει την εν διαστάσει σύζυγό του, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι μπροστά βρισκόταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία γιος τους, χαιρέτησε τη μητέρα της 41χρονης δείχνοντας απόλυτη ψυχραιμία.
«Η γυναίκα μου ήταν στο κεφαλόσκαλο μαζί με μία κουμπάρα της κόρης μου. Ετοιμάζονταν να πάρουν στον παιδότοπο τα παιδιά τους. Αυτός βρήκε ανοιχτή την πόρτα. Πέρασε από μπροστά τους κι έτρεξε πάνω. Η γυναίκα μου δεν έδωσε σημασία, τον ρώτησε τι κάνει κι αυτός είπε καλά. Σε μισό λεπτό κατέβηκε και την είχε σφάξει. Η γυναίκα μου άκουσε που έκλαιγε ο εγγονός μου κι έτρεξε πάνω και βρήκε το παιδί μας σφαγμένο. Κουβαλούσε και μαχαίρι μαζί του. Αυτό που την σκότωσε δεν ήταν μαχαίρι του σπιτιού», αποκάλυψε ο πατέρας της άτυχης γυναίκας.
Ο 35χρονος, αν και η οικογένεια της 41χρονης, γνώριζε ότι ήταν βίαιος δεν είχε δείξει ποτέ ότι ήταν ικανός για ένα τόσο φρικιαστικό έγκλημα, υποστήριζαν οι οικείοι της άτυχης γυναίκας.
«Την είχε απειλήσει και στο παρελθόν. Είχε ενημερώσει και τον δικηγόρο της για τις απειλές που δεχόταν. Δεν είχαμε υποψιαστεί ότι μπορούσε να φτάσει ως εκεί. Ξέραμε ότι είναι βίαιος. Στην αρχή έδειχνε καλή εικόνα σε όλους. Φαινόταν πράος και ήσυχος, αλλά τελικά δε μπορούσε να συνεχίσει να κρύβεται κι όταν ερχόταν σε φιλονικία έδειχνε το πραγματικό του πρόσωπο. Η κόρη μου προσπαθούσε να αποστασιοποιηθεί και να χωρίσει για πάνω από δυο χρόνια και τον περασμένο Αύγουστο χώρισαν οριστικά. Έκτοτε, την ενοχλούσε, έκανε κάνα δυο επεισόδια στα οποία δε δώσαμε σημασία και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε».