Εκλογικός Νόμος: Η πολιτική σκηνή στην Ελλάδα βρίσκεται σε μια κατάσταση χωρίς προηγούμενο, με τις συζητήσεις γύρω από την αναθεώρηση του εκλογικού νόμου να κερδίζουν έδαφος.
Του Παντελή Χαριτάκη
Με την πρόταση να αυξηθεί το όριο εισόδου στη Βουλή από το 3% στο 4% ή 5%, οι προοπτικές για το μέλλον των πολιτικών κομμάτων και της διακυβέρνησης στη χώρα αποκτούν νέα διάσταση. Η ρευστότητα στο πολιτικό τοπίο είναι πιο έντονη από ποτέ, με τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες να έχουν ήδη φτάσει τις 9, συν 14 ανεξάρτητους βουλευτές, και με τον ΣΥΡΙΖΑ να δείχνει σημάδια νέας διάσπασης.
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις του Οκτωβρίου υποδεικνύουν ότι τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζουν να συρρικνώνονται, δημιουργώντας συνθήκες για την είσοδο στη Βουλή περισσότερων από δέκα κομμάτων. Αν αυτό συμβεί, το αποτέλεσμα θα είναι ένα πολυδιάστατο πολιτικό «σκηνικό κουρελού», το οποίο θα απαιτεί τουλάχιστον τρικομματικές κυβερνήσεις. Ειδικότερα, το ΠΑΣΟΚ, που βρίσκεται στο δημοσκοπικά δεύτερο κόμμα, έχει καταστήσει σαφές ότι δεν είναι διατεθειμένο να συγκυβερνήσει με τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, γεγονός που επιδεινώνει την κατάσταση.
Στο παρασκήνιο, παρατηρούνται ήδη κινήσεις για τη δημιουργία «επιτήδειων» κομμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να ενταχθούν σε οποιοδήποτε κυβερνητικό σχήμα, είτε δεξιό είτε αριστερό. Οι πληροφορίες ότι ο Στέφανος Κασσελάκης αυτοπροσδιορίζεται ως «Έλληνας Μακρόν» ενισχύουν την ιδέα ότι μπορεί να επιδιώξει να μείνει ουδέτερος στην εσωκομματική σύγκρουση του ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθώντας να προσελκύσει ψηφοφόρους από διάφορες κατευθύνσεις. Από την άλλη, η Αφροδίτη Λατινοπούλου, του κόμματος που σταθερά καταγράφεται πάνω από το 4% στις εκτιμήσεις ψήφου, φιλοδοξεί να αναλάβει τον ρόλο της «Ελληνίδας Μελόνι», ενισχύοντας την αίσθηση της πολιτικής ρευστότητας.
Η συζήτηση για την αλλαγή του εκλογικού νόμου φέρνει στην επιφάνεια σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητα του πολιτικού συστήματος και την αναγκαιότητα δημιουργίας σταθερών κυβερνητικών σχημάτων. Η αύξηση του εκλογικού ορίου μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο περιορισμού του κατακερματισμού του πολιτικού τοπίου, ωστόσο ταυτόχρονα ενδέχεται να αποκλείσει μικρότερα κόμματα που θα μπορούσαν να φέρουν νέες φωνές και ιδέες στη Βουλή.
Αυτή η κατάσταση εγείρει ανησυχίες σχετικά με τη δημοκρατική εκπροσώπηση και τη δυνατότητα της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα. Η ανάγκη για πολιτική σταθερότητα είναι επιτακτική, καθώς η οικονομία, οι κοινωνικές ανισότητες και η εξωτερική πολιτική απαιτούν συντονισμένες και αποφασιστικές δράσεις. Εντούτοις, το πολιτικό σκηνικό παραμένει θολό και οι μελλοντικές εξελίξεις είναι αβέβαιες.
Οι πολίτες παρακολουθούν με αγωνία τις εξελίξεις και αναμένουν να δουν ποια κόμματα θα καταφέρουν να επικρατήσουν στις επόμενες εκλογές, καθώς η πολιτική ρευστότητα ενδέχεται να οδηγήσει σε ανατροπές που θα αλλάξουν ριζικά την κατεύθυνση της χώρας. Η πολιτική σκηνή είναι έτοιμη για νέα δεδομένα, αλλά το ερώτημα είναι αν αυτά θα μπορέσουν να συμβάλουν στην οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος για όλους τους Έλληνες.