Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπολογίζει ότι η Ελλάδα είναι σε θέση να επιτύχει τους δημοσιονομικούς στόχους που έχει θέσει για τα πρωτογενή πλεονάσματα έως το 2022.
Η συγκεκριμένη εκτίμηση περιλαμβάνεται στην έκθεση «Δημοσιονομικό Παρατηρητήριο» (Fiscal Monitor), την οποία παρουσίασε σήμερα ο Διευθυντής του Δημοσιονομικού Τμήματος του ΔΝΤ, Βίτορ Γκασπάρ, στο πλαίσιο της εαρινής συνόδου του Ταμείου.
Ειδικότερα, το Ταμείο σημειώνει ότι η χώρα μας κατάφερε το προηγούμενο έτος να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,8% του ΑΕΠ, ενώ για το 2019 το τοποθετεί στο 3,5% του ΑΕΠ.
Επιπλέον, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας θα κυμανθεί σε αυτό το επίπεδο ως το 2022. Στη συνέχεια, όμως, βλέπει μια σταδιακή αποκλιμάκωση, καθώς τοποθετεί το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3% του ΑΕΠ για το 2023 και στο 2,8% του ΑΕΠ για το 2024 αντιστοίχως.
Ωστόσο, στην ίδια έκθεση το ΔΝΤ αναφέρει πως το κόστος δανεισμού της Ελλάδας εξακολουθεί να επηρεάζεται από εξωγενείς παράγοντες, αλλά και πως τα επίπεδα διαφθοράς στην Ελλάδα αποτελούν μια εν δυνάμει πηγή αδυναμίας για τα δημόσια έσοδα.
Το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί με ελαφρώς ταχύτερους ρυθμούς σε βάθος εξαετίας, πέφτοντας στο 143,2% του ΑΕΠ το 2024.
Το ΔΝΤ προβλέπει επίσης πως τόσο οι δημόσιες δαπάνες όσο και τα έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθούν λίγο ταχύτερα από ό,τι είχε εκτιμήσει παλαιότερα.
Εντατικότερη μείωση των «κόκκινων» δάνειων στην Ευρωζώνη
Το μήνυμα πως πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς τραπεζών της Ευρωζώνης, έστειλε σήμερα Τετάρτη ο επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοπιστωτικών Θεμάτων του ΔΝΤ Τομπίας Άντριαν παρουσιάζοντας την έκθεση του Ταμείου για την Παγκόσμια Χρηματοοικονομική Σταθερότητα (Global Financial Stability Report) στο πλαίσιο της Εαρινής Συνόδου του οργανισμού.
Ο Άντριαν αναγνώρισε πως οι κεφαλαιακοί δείκτες των τραπεζών είναι πλέον υψηλότεροι στην Ευρωζώνη, επεσήμανε ωστόσο πως ενδεχόμενες ζημίες από μη εξυπηρετούμενα δάνεια και την πτώση των τιμών των κρατικών ομολόγων θα μπορούσαν να οδηγήσουν ορισμένες τράπεζες, αλλά και ορισμένες ασφαλιστικές εταιρείες σε κεφαλαιακές ζημίες.
Ο επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοπιστωτικών Θεμάτων του ΔΝΤ τόνισε πως πρέπει να επιδιώκεται αποκατάσταση τόσο των τραπεζικών ισολογισμών όσο και των δημοσίων οικονομικών. «Απαιτείται βαθμιαία δημοσιονομική προσαρμογή για τη μείωση των αυξημένων κινδύνων, βάσει πολιτικών που θα υποστηρίξουν τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη», ανέφερε.
Να σημειωθεί πως στην έκθεση του ΔΝΤ που τιτλοφορείται «Ευπάθειες σε ένα ώριμο πιστωτικό κύκλο» υπάρχει αναφορά και σε ευρήματα που έχουν προκύψει από την έρευνα του Ταμείου για την Ελλάδα.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, μια αύξηση στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων κατά 100 μονάδες βάσης θα μπορούσε να μειώσει τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CET1 των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών κατά μισή ποσοστιαία μονάδα.