«Η αυθεντική και σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία είναι η μοναδική εναλλακτική πρόταση απέναντι στη συντήρηση», τονίζει η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ, Φώφη Γεννηματά, σε άρθρο της που δημοσιεύτηκε στα «Νέα» του Σαββάτου.
Αναλυτικά το άρθρο της προέδρου του Κινήματος Αλλαγής:
Καθώς οι κοινωνίες μας, μετά το πρώτο μεγάλο κύμα της πανδημίας, κάνουν τα πρώτα διστακτικά τους βήματα επιστροφής στην καθημερινότητα, η οικονομική ανασφάλεια μεγαλώνει. Όχι μόνο εξαιτίας της αντικειμενικής αδυναμίας των ειδικών να προβλέψουν το μέγεθος της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, αλλά και γιατί τα πρώτα δείγματα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά και σε βάρος των εργαζομένων, των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, του κοινωνικού κράτους, των δημοκρατικών θεσμών.
Από τη μία, οι σκελετοί της κρίσης του 2008 που πρόσκαιρα μπήκαν στην ντουλάπα, επιστρέφουν. Επαναφέρουν τη λιτότητα και τον αγοραίο καπιταλισμό με έμφαση, απειλούν δικαιώματα, απαξιώνουν την εργασία, συγκεντρώνουν εξουσίες, ετοιμάζουν χαρακώματα για νέες ανισότητες και υποσκάπτουν την κοινή ευρωπαϊκή πορεία μέσα από την ασυμφωνία και τους οικονομικούς εθνικισμούς που καταγράφονται στα ευρωπαϊκά όργανα.
Από την άλλη, μπροστά σε αυτές τις απειλές όλο και περισσότεροι αναζητούν ένα οργανωμένο και αποτελεσματικό κράτος ως εγγυητή της ζωής, της ασφάλειας, της οικονομικής και εργασιακής επιβίωσης. Ανακαλύπτουν ξανά τη σημασία του κεντρικού σχεδιασμού, της δημοσιονομικής επέκτασης, της κοινωνικής πολιτικής ως πυλώνα συνοχής και όχι ως δημοσιονομικού “λίπους”, όπως είχε επικρατήσει τα τελευταία χρόνια.
Το σκηνικό μιας μεγάλης ιδεολογικής και πολιτικής σύγκρουσης έχει στηθεί. Η ατζέντα της σοσιαλδημοκρατίας επιστρέφει, όχι πια ως μια κατακτημένη κοινή διάλεκτος που θα έλεγε και ο Tony Judt ή ως ανάμνηση μιας χρυσής 30ετίας των baby boomers, αλλά ως προγραμματική εναλλακτική. Μια αυθεντική αλλά και σύγχρονη, «έξυπνη», Σοσιαλδημοκρατία προβάλλει ως μοναδική εναλλακτική πρόταση.
Απέναντι στη Συντήρηση που έντρομη, από την αποκάλυψη του αδιεξόδου των νεοφιλελεύθερων δογμάτων, επιχειρεί να εμφανιστεί ρητορικά και προσχηματικά μεταλλαγμένη, ενώ η ιδεοληπτική Αριστερά στέκει αμήχανη, έχοντας εξαντλήσει το λαϊκίστικο οπλοστάσιο διαμαρτυρίας της στην προηγούμενη κρίση.
Θα μπορέσουμε άραγε οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες να ανακτήσουμε την ιδεολογική και εκλογική μας ηγεμονία; Η απάντηση είναι θετική αν κοιτάξουμε το αύριο κατάματα χωρίς παρωπίδες και εύκολους μονόδρομους.
Ο αγοραίος καπιταλισμός ούτε μπορεί να εξανθρωπιστεί ούτε είναι πλέον δυνατόν να απορροφούμε τους κραδασμούς του αποσπασματικά.
Η ζημιογόνος συμβίωση με τον νεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές λιτότητας πρέπει να αρχειοθετηθεί ως μια εξαίρεση και ένα μεγάλο ιστορικό, πικρό μάθημα. Αντί για εγγυημένα ελάχιστα ή μάχες οπισθοφυλακής, χρειαζόμαστε ένα μεγάλο σχέδιο για την εποχή της διακινδύνευσης και τις επιμέρους εκφάνσεις της.
Το ντόμινο της υγειονομικής κρίσης επιτάχυνε τις εξελίξεις και ανέδειξε επιτακτικά ότι Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζονται αλλαγή πορείας.
Η ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται περίπου 1.5 τρις ευρώ για να μπορέσει να συγκρατήσει τις συνέπειες της πανδημίας με ρευστότητα, αλλά και για να διοχετευθούν οι πόροι εκεί που πραγματικά χρειάζονται: δημόσιες επενδύσεις στις ψηφιακές υποδομές, στην υγεία, στην παιδεία, στην έρευνα, ώστε το κράτος να αναλάβει δυναμικό ρόλο στην καθοδήγηση της καινοτομίας και της συνάντησής της με την πραγματική οικονομία και την κοινωνική πολιτική.
Η εμμονή σε δάνεια θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια τις ήδη υπερχρεωμένες χώρες στον προθάλαμο νέων μνημονίων, στη διόγκωση της ανισότητας Βορά-Νότου και στην επώαση μιας νέας κρίσης μέσα στην κρίση. Η Ευρώπη χρειάζεται νέα συνθήκη με στόχο την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία.
Ο μετασχηματισμός της Εργασίας αναμένεται γρήγορος και βίαιος με αφορμή τον κορωνοϊό. Η ψηφιοποίηση, η κατάρτιση και οι νέες δεξιότητες δεν αρκούν για όλους. Το πρόγραμμα SURE, που επιδοτεί την εργασία και όχι την ανεργία, είναι σημαντικό βήμα αλλά δεν αρκεί. Χρειάζονται ολοκληρωμένες μακροπρόθεσμες πολιτικές που στηρίζουν την εργασία με ενεργητική παρέμβαση στην αγορά εργασίας. Σε συνδυασμό με πολιτικές πρόσληψης ανέργων και ευάλωτων ομάδων σε δημόσιες επενδύσεις, υποδομές υγείας και φροντίδας ή ως εργατών γης.
Η ενίσχυση των εθνικών συστημάτων Υγείας δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και ποιοτική. Σχετίζεται με την διάχυση και αποκέντρωση των υπηρεσιών, με εισαγωγή νέων τεχνολογιών, προληπτικής και προσωποποιημένης πρωτοβάθμιας φροντίδας, κοινά πρωτόκολλα υγείας, προώθηση νέων προτύπων ζωής και διατροφής. Στη χώρα μας η δικαίωσή μας για το ΕΣΥ να αξιοποιηθεί ως αναγεννητική δύναμη, για ένα πραγματικά ανοιχτό και βιώσιμο δημόσιο σύστημα υγείας, ανθεκτικό και έτοιμο να αντιμετωπίζει υγειονομικές απειλές και να φτάνει σε όλους τους ανθρώπους, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
Οι πολιτικές για την Αειφορία και το Περιβάλλον μπορούν να αλλάξουν τις ζωές μας προς το καλύτερο. Για εμάς τους σοσιαλδημοκράτες ένα «Πράσινο κοινωνικό συμβόλαιο» είναι καταλύτης για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, εργαλείο ανάκαμψης και παραγωγής πλούτου, δημιουργίας θέσεων εργασίας, εγγύηση κοινωνικής συνοχής, προστασίας της δημόσιας υγείας και μείωσης των ανισοτήτων.
Ιδιαίτερα για την Ελλάδα, η πράσινη ανάπτυξη είναι το μέλλον μιας ποιοτικής σύζευξης του φυσικού πλούτου, της ιστορίας, του πολιτισμού, της φιλοξενίας, των δημιουργικών βιομηχανιών, της τεχνολογικής προόδου.
Και όλα φυσικά τα παραπάνω, χρειάζονται μια ζωντανή, συμμετοχική, αποκεντρωμένη Δημοκρατία που δεν ενδίδει στις συγκεντρωτικές ή αυταρχικές τάσεις που απελευθερώνει μια πανδημική κρίση, αλλά δημιουργεί νέες διόδους συμμετοχής κάθε ομάδας, φύλου, εθνικότητας στη λήψη αποφάσεων, στην ποιοτική και ισότιμη εξυπηρέτησή τους από το κράτος, στη δυνατότητα έκφρασης και ενημέρωσης με περισσότερα μέσα, στην ενεργοποίηση όλων των γενεών σε μεγάλης κλίμακας προγράμματα κοινωνικής προσφοράς, με αλληλεγγύη και ευθύνη. Και φυσικά σε κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές διαχείρισης του μεταναστευτικού ζητήματος σε κάθε στάδιο, από την φύλαξη των συνόρων μέχρι πολιτικές ενσωμάτωσης, με κοινούς κανόνες, αμοιβαιότητα και ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
Συμπέρασμα: Για να απαντήσει στις μεγάλες προκλήσεις του ρευστού μέλλοντος, η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να επανασυνδεθεί με τα μεγάλα ζητούμενα της ζωής κάθε ανθρώπου: την υγεία, την εργασία, την πρόνοια, την εκπαίδευση, το περιβάλλον.
Να λάβει υπόψη τη δημογραφική αλλαγή, αλλά και τις μεγάλες δυνατότητες που δίνει η γνώση για να εκδημοκρατίσει βαθιά την οικονομία. Να καινοτομήσει με νέους θεσμούς και να επαναφέρει τη σκάλα της κοινωνικής ανόδου στον ορίζοντα ζωής κάθε πολίτη χωρίς αποκλεισμούς.
Να αναμετρηθεί πολιτικά και προγραμματικά με τη Συντήρηση, αντιλαμβανόμενη τι μπορεί να πετύχει τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μπορεί να γίνει ξανά, η πραγματική δύναμη της νέας Αλλαγής και να ακουμπήσουν πάνω της οι ελπίδες των πολλών”.