ΕΛΛΑΔΑ – ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Η επίσκεψη με βαρύνουσα γεωπολιτική σημασία! Στην Αθήνα βρέθηκε σήμερα, 7 Μαΐου 2025, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι, σε μια επίσκεψη που χαρακτηρίζεται κρίσιμη για τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας–Αιγύπτου αλλά και για τις ισορροπίες στη Μεσόγειο.
Ρεπορτάζ: Παντελής Χαριτάκης
Η παρουσία του στην ελληνική πρωτεύουσα έρχεται σε συνέχεια της επίσκεψης Μητσοτάκη στο Κάιρο το 2024 και σηματοδοτεί την περαιτέρω ενίσχυση της στρατηγικής σύμπλευσης μεταξύ των δύο χωρών.
Ο Αιγύπτιος πρόεδρος έγινε δεκτός από τον Υπουργό Εξωτερικών, κ. Γιώργο Γεραπετρίτη, και κατευθύνθηκε αρχικά στο Προεδρικό Μέγαρο για συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Στη συνέχεια, η πορεία του τον έφερε στο Μέγαρο Μαξίμου, όπου πραγματοποιήθηκε η κατ’ ιδίαν συνάντησή του με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας και διευρυμένη ατζέντα
Η σημερινή ατζέντα περιλαμβάνει τη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας (ΑΣΣ), το οποίο συμφωνήθηκε κατά την τελευταία συνάντηση των δύο ηγετών και επισφραγίζει τη σταθερή στρατηγική προσέγγιση. Η θεματολογία αγγίζει σειρά κρίσιμων πεδίων: πολιτική συνεργασία, ασφάλεια και άμυνα, εμπορικές επενδύσεις, παιδεία, πολιτισμός και, φυσικά, ενεργειακή διασύνδεση, σύμφωνα με έγκυρες πηγές που μίλησαν στο tilegrafimanews.gr
Η Ελλάδα και η Αίγυπτος πρωτοστατούν στην ηλεκτρική σύνδεση GREGY interconnector, ένα έργο στρατηγικής σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Στόχος είναι η πράσινη ενέργεια από την Αίγυπτο να διοχετεύεται στην ευρωπαϊκή αγορά μέσω της Ελλάδας, καθιστώντας τη χώρα μας κόμβο διασύνδεσης και μεταφοράς.
Περιφερειακές εξελίξεις: Φλέγοντα ζητήματα στο τραπέζι
Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών, οι δύο ηγέτες θα αναφερθούν εκτενώς στις εξελίξεις σε Γάζα, Συρία και Λιβύη. Η Αίγυπτος διατηρεί σημαντικό διαμεσολαβητικό ρόλο στην εκεχειρία της Γάζας και στον έλεγχο των ροών από τη Μέση Ανατολή. Η κοινή θέση Ελλάδας και Αιγύπτου για σεβασμό του διεθνούς δικαίου ενισχύει το ρόλο των δύο χωρών ως παράγοντες σταθερότητας.
Σύμφωνα με πηγές από το Υπουργείο Εξωτερικών, η Αθήνα αναγνωρίζει το Κάιρο ως θεσμικό πυλώνα ισορροπίας στην ευρύτερη περιοχή, και υποστηρίζει ενεργά την ενίσχυση των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης–Αιγύπτου. Άλλωστε, η Ελλάδα υπήρξε εκ των πρωτοστατών της Συμφωνίας Στρατηγικής και Εταιρικής Σχέσης Ε.Ε.–Αιγύπτου.
Ενίσχυση διπλωματικών και οικονομικών δεσμών
Οι δηλώσεις που θα ακολουθήσουν αναμένονται με ενδιαφέρον, καθώς θα επισημοποιήσουν την εμβάθυνση των σχέσεων σε πολιτικό, οικονομικό και αμυντικό επίπεδο. Παράλληλα, η ελληνοαιγυπτιακή συνεργασία στον τομέα των υποδομών, των μεταφορών και της μετανάστευσης θα αποτελέσει εργαλείο κοινής πολιτικής διαχείρισης στο άμεσο μέλλον.
Η ενίσχυση του μηχανισμού πολιτικών διαβουλεύσεων και οι κοινές επενδύσεις σε έργα συνδεσιμότητας αποδεικνύουν ότι η σχέση Αθήνας–Καΐρου ξεπερνά το επίπεδο των συμβατικών συνεργασιών.
Συμμετοχές υψηλού επιπέδου και στρατηγικός συντονισμός
Από ελληνικής πλευράς, στη συνάντηση συμμετέχουν, εκτός του Πρωθυπουργού, ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, η Υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, ο Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Μίλτων Νικολαΐδης, η Αριστοτελία Πελώνη ως υπεύθυνη διεθνούς στρατηγικής επικοινωνίας, καθώς και ο Πρέσβης της Ελλάδας στο Κάιρο, Νίκος Παπαγεωργίου.
Από αιγυπτιακής πλευράς, η αποστολή αποτελείται από κορυφαίους υπουργούς και συμβούλους ασφαλείας, ενώ αναμένεται και δήλωση για την περαιτέρω στήριξη των ελληνορθοδόξων Πατριαρχείων στην περιοχή μέσω του Υπουργείου Πολιτισμού και Θρησκευμάτων.
Στρατηγική συμμαχία με περιφερειακή εμβέλεια
Η σημερινή επίσκεψη Αλ-Σίσι στην Αθήνα δεν είναι μια τυπική διπλωματική ανταλλαγή. Αντιθέτως, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλέγμα στρατηγικής σχέσης που αναπτύσσεται σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και μεταβαλλόμενων συσχετισμών.
Η Ελλάδα επενδύει σταθερά στην Αίγυπτο ως εταίρο εμπιστοσύνης και σταθερότητας και ενισχύει τη διεθνή της θέση μέσα από σχέσεις ουσίας, βάθους και γεωπολιτικής ωριμότητας. Οι εξελίξεις των επόμενων μηνών θα κρίνουν αν αυτό το σχήμα ελληνοαιγυπτιακής στρατηγικής μπορεί να μετουσιωθεί σε κοινό ευρωμεσογειακό παράδειγμα συνεργασίας και ανθεκτικότητας.