Με την Καθαρά Δευτέρα, την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της νηστείας του Πάσχα, η οποία από τους λαογράφους θεωρείται ο επίλογος των βακχικών εορτών της Αποκριάς, προ των πυλών, είναι μια καλή ευκαιρία να εντρυφήσουμε στη χαρακτηριστική λέξη της ημέρας: τα Κούλουμα, αλλά και σε κάποια χαρακτηριστικά έθιμα της ημέρας.
Τί σημαίνει άραγε η λεξη Κούλουμα και ποιά είναι η προέλευσή της;
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν διάφορες απόψεις για τα Κούλουμα. Μεταξύ των πρώτων που επικράτησαν ήταν εκείνη που υποστήριζε ότι η λέξη Κούλουμα προέρχονταν από τη λατινική «CULUMUS», κάτι που ωστόσο δεν είναι απολύτως ασφαλές ως συμπέρασμα, αφού τέτοια λέξη δεν απαντάται στα λατινικά. Σύμφωνα, με την προαναφερθείσα εκδοχή τα Κούλουμα, αποτελούν αναγραμματισμό του λατινικού «CUMULUS» που σημαίνει «σωρός, αφθονία», αλλά και «τελείωμα».
Έτσι, λοιπόν, εικάζονταν ότι το cumulus να έγινε «κούμουλα» και στη συνέχεια «κούλουμα», με την έννοια ότι την ημέρα αυτή καταναλώνουμε αφθονία νηστίσιμων τροφών, ενώ παράλληλα σηματοδοτείται το τελείωμα της Αποκριάς. Υπάρχει, παρόλα αυτά, μια δεύτερη πιθανότερη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία η λέξη «κούλουμα», προέκυψε από την λατινική λέξη «COLUMNA», που σημαίνει «κολώνα».
Αν και δεν υπάρχουν στοιχεία για αρχαία προέλευση της γιορτής, η παράδοση λέει ότι οι Αθηναίοι πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γιόρταζαν την Καθαρά Δευτέρα στις πλαγιές του λόφου του Φιλοπάππου, όπου έτρωγαν και έπιναν καθισμένοι στους βράχους, μέχρι τη δύση του ηλίου. Αμέσως μετά, έρχονται οι πληροφορίες που λένε ότι οι Ρουμελιώτες γαλατάδες, οι οποίοι ζούσαν στην Αθήνα, έστηναν τσάμικο χορό, στους στύλους του Ολυμπίου Διός, στις «κουλώνες», όπως έλεγαν με την ιδιαίτερη ντοπιολαλιά τους.
Η καυστική σάτιρα είναι από τα χαρακτηριστικά της Καθαράς Δευτέρας σε πολλούς εορτασμούς της ανά την επικράτεια: Ο Αλευροπόλεμος στο Γαλαξίδι, είναι ένα έθιμο που διατηρείται από το 1801. Εκείνα τα χρόνια, παρόλο που το Γαλαξίδι τελούσε υπό την τουρκική κατοχή, όλοι οι κάτοικοι περίμεναν τις Αποκριές για να διασκεδάσουν και να χορέψουν σε κύκλους. Ένας κύκλος για τις γυναίκες, ένας για τους άντρες. Φορούσαν μάσκες ή απλώς έβαφαν τα πρόσωπά τους με κάρβουνο. Στη συνέχεια προστέθηκε το αλεύρι, το λουλάκι, το βερνίκι των παπουτσιών και η ώχρα.
Ο Βλάχικος Γάμος στη Θήβα, είναι ένα έθιμο που φθάνει στις μέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών. Οι Βλάχοι, δηλαδή οι τσοπάνηδες από τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη, εγκατέλειψαν τότε την άγονη γη τους και βρήκαν γόνιμο έδαφος νοτιότερα. Το θέαμα είναι έξοχο, η γαμήλια πομπή πολύχρωμη, η μουσική που τη συνοδεύει (πίπιζες, νταούλια κ.ά.) εξαιρετικά ζωντανή.
Του Κουτρούλη ο Γάμος στη Μεθώνη Μεσσηνίας, ήταν ένας Καρναβαλίστικος γάμος, που υπήρχε ήδη από τον 14ο αιώνα. Στις μέρες μας, το ζευγάρι των νεονύμφων είναι δύο άντρες, που μαζί με τους συγγενείς πηγαίνουν στην πλατεία, όπου γίνεται ο γάμος με παπά και με κουμπάρο. Διαβάζεται το προικοσύμφωνο και ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
Στη Μεσσήνη Μεσσηνίας γίνεται η αναπαράσταση της εκτέλεσης μιας γερόντισσας, της γριάς Συκούς, που κατά την παράδοση, κρεμάστηκε στη θέση Κρεμάλα της πόλης, με εντολή του Ιμπραήμ Πασά, επειδή είχε το θάρρος, εξηγώντας του ένα όνειρο που είχε δει, να του πει ότι η εκστρατεία του και ο ίδιος θα είχαν οικτρό τέλος από την αντίδραση και το σθένος των επαναστατημένων Ελλήνων. Μετά την αναπαράσταση, μπορεί κάθε επισκέπτης να «κρεμαστεί» από τους ψευτοδήμιους της κρεμάλας. Το απόγευμα της Καθαράς Δευτέρας γίνεται η παρέλαση με μαζορέτες, άρματα, μεταμφιεσμένους μικρούς και μεγάλους και χορευτικά συγκροτήματα. Μπουρανί στον Τύρναβο. Μπουρανί είναι μία χορτόσουπα δίχως λάδι, γύρω από την προετοιμασία της οποίας στήνεται ολόκληρο το σκηνικό του παιχνιδιού με φαλλικά σύμβολα και τολμηρά πειράγματα από τους μπουρανίδες.
Στην Κάρπαθο λειτουργεί το Λαϊκό Δικαστήριο Ανήθικων Πράξεων. Κάποιοι κάνουν άσχημες χειρονομίες σε κάποιους άλλους και συλλαμβάνονται από τους Τζαφιέδες (χωροφύλακες) για να οδηγηθούν στο Δικαστήριο, που το αποτελούν οι σεβάσμιοι του νησιού. Τα αυτοσχέδια αστεία και τα γέλια ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
Στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο και Λιβάδια της Νάξου οι κάτοικοι ντύνονται Κορδελάτοι ή Λεβέντες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους Λεβέντες αποδίδεται στους πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι Σπαραρατόροι, που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και στο γλέντι, που κρατάει ως το πρωί. Στα χωριά Μέρωνα και Μελιδόνια του Ρεθύμνου αναβιώνουν έθιμα όπως το κλέψιμο της νύφης, ο Καντής, το μουντζούρωμα, τα οποία, σε συνδυασμό με το καλό κρασί και τους ήχους της λύρας, αποτελούν μια μοναδική εμπειρία. Στη Σκύρο, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι με παραδοσιακές ενδυμασίες κατεβαίνουν στην πλατεία του νησιού, όπου χορεύουν και τραγουδούν τοπικούς σκοπούς.