Η αύξηση του κατώτατου μισθού καθυστέρησε γιατί η κυβέρνηση διέλυσε την οικονομία με την υπερφορολόγηση, αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Νέα Δημοκρατία, τονίζοντας ότι ο κ. Τσίπρας δεν επέλεξε τυχαία τη σημερινή ημέρα για την αναγγελία του, «σε μία απέλπιδα προσπάθεια να ξεχάσουμε οι Έλληνες το εθνικό λάθος της Συμφωνίας των Πρεσπών».
Αναλυτικά, η ανακοίνωση της Νέας Δημοκρατίας αναφέρει:
«Ο κ. Τσίπρας δεν επέλεξε τυχαία τη σημερινή ημέρα για την αναγγελία αύξησης του κατώτατου μισθού. Το έκανε, ανάμεσα στους χειροκροτητές υπουργούς του, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να ξεχάσουμε οι Έλληνες το εθνικό λάθος της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού, ωστόσο, έπρεπε να είχε δοθεί ήδη από το 2017, όπως προέβλεπε νόμος που είχε θεσπίσει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και τον οποίον είχε καταψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η αύξηση του κατώτατου μισθού βεβαίως καθυστέρησε γιατί η κυβέρνηση διέλυσε την οικονομία με την υπερφορολόγηση και την ανεύθυνη πολιτική της. Όπως καθυστέρησε και η κατάργηση του υποκατώτου μισθού για την οποία πρώτη είχε δεσμευθεί η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Σε κάθε περίπτωση, πραγματικές και ουσιαστικές αυξήσεις μισθών επιτυγχάνονται μέσα σε μια οικονομία που αναπτύσσεται με ισχυρούς ρυθμούς, προσελκύει επενδύσεις και ευνοεί τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων. Και αυτό μόνο μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να το πετύχει».
Βρούτσης: Kραυγαλέα περίπτωση εμπαιγμού και υποκρισίας»
«Η Νέα Δημοκρατία έδωσε επίσης στη δημοσιότητα ενημερωτικό σημείωμα του Τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της Νέας Δημοκρατίας, Γιάννη Βρούτση, στο οποίο επισημαίνονται τα ακόλουθα:
«Οι θριαμβολογίες για την αύξηση του κατώτατου μισθού, αποτελούν μια ακόμη κραυγαλέα περίπτωση εμπαιγμού και υποκρισίας του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στους εργαζόμενους.
Συγκεκριμένα:
Η αύξηση του κατώτατου μισθού συντελείται με τον νόμο Ν.4172/2013, έναν νόμο που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταψηφίσει στη Βουλή, καταγγέλλοντας τον και βαφτίζοντας τον «νόμο γαλέρα» που οδηγεί στον εργασιακό μεσαίωνα.
Ειδικότερα, η αύξηση του κατώτατου μισθού γίνεται με καθυστέρηση 2 ετών, καθώς θα έπρεπε να έχει ήδη εφαρμοστεί από την 1/1/2017, σύμφωνα με το άρθρο 103 παρ.2 του Ν.4172/2013, όπως ήταν προγραμματισμένο. Όμως, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατόρθωσε να καθυστερήσει για χρόνια την έξοδο της χώρας από τον κύκλο των δημοσιονομικών δεσμεύσεων, και ανέβαλε την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Η αγορά εργασίας είναι με ευθύνη ΣΥΡΙΖΑ καθημαγμένη καθώς 1 στους 3 εργαζόμενους αμείβεται με 319 ευρώ (στοιχεία ΕΦΚΑ), ενώ οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης στις νέες προσλήψεις κυριαρχούν απόλυτα με 56,22% (ΕΡΓΑΝΗ ΔΕΚ. 2018).
Οι πανηγυρισμοί του ΣΥΡΙΖΑ για την αύξηση του κατώτατου μισθού είναι προκλητικοί καθώς η χώρα μας το 2017 ήταν σύμφωνα με την έκθεση της ILO πρωταθλήτρια Ευρώπης στη μείωση μισθών κατά 3,5%. Αντίθετα, το 2014 είχαμε αύξηση μισθών κατά 1,9%.
Μαζί με την αύξηση του κατώτατου μισθού θα έχουμε και ταυτόχρονη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών ισόποσα κατά 11%, για το 80% των ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών. Και αυτό συμβαίνει, γιατί σύμφωνα με το Νόμο Κατρούγκαλου, η βάση υπολογισμού των εισφορών διαμορφώνεται κάθε φορά από το ύψος του κατώτατου μισθού».