Αναφέρει στην ανακοίνωσή του ο Σάμπυ Μιωνή:
«Κατέθεσα σήμερα μήνυση εναντίον της δημοσιογράφου Γιάννας Παπαδάκου για το αδίκημα της καταδολίευσης δανειστών και της απάτης. Συγχρόνως κατέθεσα σε βάρος της και σε βάρος του Κύπριου δικηγόρου της Χαράλαμπου Κληρίδη αγωγή διάρρηξης καθώς η Κυπριακή εταιρεία Promanus Limited που συνέστησε φαίνεται ότι αγόρασε το 50% του σπιτιού της Γιάννας Παπαδάκου στα Μελίσσια στην εξευτελιστική τιμή των 5.000 ευρώ μετά την έκδοση της αμετάκλητης απόφασης του Αρείου Πάγου σε βάρος της.
Συγκεκριμένα, στις 28 Μαΐου 2019, ο Άρειος Πάγος με την υπ’ αρ. 579/2019 απόφασή Του, κήρυξε αμετάκλητα εκτελεστή στην Ελλάδα την από 22.07.2014 διαταγή του βρετανικού δικαστηρίου κατά της Γιάννας Παπαδάκου για την συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος μου. Σύμφωνα με την βρετανική διαταγή, η Γιάννα Παπαδάκου υποχρεούται να μου καταβάλει το ποσό των 116.290,86 λιρών Αγγλίας ως αποζημίωση για τη συκοφαντική μου δυσφήμηση και δικαστικά έξοδα.
Η Γιάννα Παπαδάκου, προφανώς για να αποφύγει να μου καταβάλει το ως άνω ποσό ως υποχρεούται πλέον αμετάκλητα, περί τα τέλη Αυγούστου και εντός της εκ του νόμου αναστολής των πράξεων εκτέλεσης, μεταβίβασε το υπό την ιδιοκτησία της 50% του σπιτιού που διαμένει στα Μελίσσια, και το οποίο ποσοστό έχει αντικειμενική αξία 83.000 ευρώ περίπου, για το εξευτελιστικό ποσό των 5.000 ευρώ! στην ως άνω νεοσύστατη κυπριακή εταιρεία Promanus Limited.
Για να καταφέρει να κάνει την μεταβίβαση του ακινήτου της τον Αύγουστο του 2019, χρησιμοποίησε στις 13 Ιουνίου του 2019 απόφαση του Εφετείου του 2017 απόφαση την οποία ο Άρειος Πάγος ανέτρεψε τον Μαΐο του 2019. Η απόφαση του Εφετείου, που αρμοδίως ακυρώθηκε από τον Άρειο Πάγο, ήταν μια «περίεργη» και όπως αποδείχτηκε, εσφαλμένη απόφαση του Εφετείου, και η οποία, σε παράβαση όλων των ευρωπαϊκών κανόνων, είχε κρίνει σε β’ βαθμό ότι η διαταγή του βρετανικού δικαστηρίου δεν έπρεπε να κηρυχθεί εκτελεστή στην Ελλάδα. Η ήδη ακυρωθείσα από τον Άρειο Πάγο απόφαση αυτή του Εφετείου είχε βασιστεί σε παντελώς ψευδή και συκοφαντική και δυσφημιστική σε βάρος μου ένορκη κατάθεση του εκδότη Ιωάννη Φιλιππάκη, μάρτυρα της δημοσιογράφου στη δίκη του Εφετείου.
Για την εν λόγω ψευδή, συκοφαντική και δυσφημιστική σε βάρος μου ένορκη κατάθεση, έχει ασκηθεί ποινική διωξη σε βάρος του Ιωάννη Φιλιππάκη και της Γιάννας Παπαδάκου για τα αδικήματα της ψευδορκίας και της συκοφαντικής δυσφήμησης για τον Ι. Φιλιππάκη και για ηθική αυτουργία της Γ. Παπαδάκου στα αδικήματα αυτά, κατόπιν μηνύσεώς μου, η οποία αναμένεται να εκδικασθεί άμεσα.
Επίσης, κατά της εταιρείας «Δημοκρατικός Τύπος» που εκδίδει την εφημερίδα «Δημοκρατία», του εκδότης της Ι. Φιλιππάκη, αλλά και των συνεργατών του, Αλέξανδρου Τάρκα και Ανδρέα Καψαμπέλη, εκκρεμεί η εκτέλεση άλλης βρετανικής διαταγής, η οποία τους υποχρεώνει να μου καταβάλουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Μέχρι σήμερα έχω εισπράξει έναντι της διαταγής αυτής και από κατάσχεση που επέβαλα στους λογαριασμούς των ως άνω αντιδίκων μου, το ποσό των 80,000 ευρώ περίπου, το οποίο ως γνωστόν, δώρισα αμέσως στο «Χαμόγελο του Παιδιού». Έχω δηλώσει ότι θα δωρίσω όλα τα ποσά που θα καταφέρω να εισπράξω από τους αντιδίκους μου.
Αγωγή διαρρήξεως εκκρεμεί και κατά του Ιωάννη Φιλιππάκη, των εταιρειών που εκπροσωπεί και των μελών Δ.Σ. αυτών, , οι οποίοι φαίνεται ότι για να αποφύγουν να πληρώσουν το ποσό που μου επιδίκασε το βρετανικό δικαστήριο, εκχώρησαν τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας «Δημοκρατικός Τύπος», στην υπό την ίδια ιδιοκτησία εταιρεία «Εφημερίς Εστία». Ταυτόχρονα, εκκρεμεί και σχετική μήνυσή μου κατά των Ι. Φιλιππάκη και Ν. Χαβούτη, ατομικά και ως εκπροσώπων της «Δημοκρατικός Τύπος», για το αδίκημα της καταδολίευσης δανειστών.
Είμαι αποφασισμένος να υπερασπιστώ τα νόμιμα δικαιώματά μου και να συμβάλλω στο να αποδοθεί δικαιοσύνη κατά όλων των μελών της ομάδας που προέβησαν σε παράνομες πράξεις εναντίον μου και εναντίον των στενών συνεργατών και των οικείων μου, είτε αυτοί είναι δημοσιογράφοι, είτε εκδότες, είτε υπουργοί, είτε κρατικοί λειτουργοί. Τα στοιχεία που έχω στην κατοχή μου είναι αδιάσειστα και θα αποκαλύψουν τυχόν παράνομες ενέργειες και ποινικά αδικήματα κακουργηματικού βαθμού».