Συναγερμό σήμαναν στις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ οι τελευταίες δημοσκοπήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά την ανακοίνωση της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου να χαρακτηρίσει τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση, τελειώνοντας, με αυτό τον τρόπο, κάθε πιθανότητα να προκύψει και πάλι στη Βουλή ένα καθαρό ναζιστικό μόρφωμα.
Του Χρήστου Υφαντή
Στη σκιά των τεράστιων ποσοστών τόσο της Νέας Δημοκρατίας όσο και του πρωθυπουργού ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας βλέπουν να απειλείται, πλέον, η ελάχιστη δυναμική που τους απόμεινε, να περιορίζονται στα χαμηλότερα ποσοστά του την τελευταία οχταετία και, το χειρότερο όλων, να μην εμφανίζουν την παραμικρή προοπτική να αλλάξουν τη σκληρή πραγματικότητα.
Η διαπίστωση προηγούμενων μετρήσεων την περίοδο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, από τις οποίες προέκυπτε ότι οι Έλληνες δεν ακούν πια τι λέει ο Τσίπρας, δεν δίνουν καμία σημασία στην ίδια την παρουσία του στη θέση του προέδρου επιβεβαιώθηκε με τον χειρότερο τρόπο. Ακόμη και η τελευταία πρότασή του να επεκτείνει η χώρα τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια μονομερώς αντιμετωπίστηκε ως αστεία και παρήγαγε πολύ περισσότερες αντιδράσεις, ακόμη και από την υπόλοιπη αριστερά, από όσες ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ανέμενε.
Ο Τσίπρας δεν ασκεί καμία γοητεία στους πολίτες, η έλλειψη αυτή αποτυπώνεται σε αριθμούς κι ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε τις διαδικασίες και αναζητεί εναγωνίως την πρώτη διαθέσιμη εναλλακτική που θα του επιτρέψει να μπει εκ νέου στο προσκήνιο και να παίξει σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις.
Η sort list της Κουμουνδούρου για την πολυπόθητη αλλαγή δεν περιλαμβάνει περισσότερα από τρία (3) ονόματα, χωρίς σε αυτά να περιλαμβάνεται αυτό του Ευκλείδη Τσακαλώτου μιας και ο ηγέτης των «53+» δεν επιθυμεί να παίξει το ρόλο του «αντί –Τσίπρα», καθώς εκτιμάει πως τα ζητήματα που ταλανίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ είναι βαθύτατα πολιτικά και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με εναλλαγές προσώπων στις κεντρικές θέσεις της κομματικής εξουσίας.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις το πρόσωπο που προετοιμάζεται να διαδεχθεί τον κ. Τσίπρα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια του κομματικού μηχανισμού να συσπειρώσει το κόμμα (ή ό,τι τέλος πάντων απόμεινε) και να ξεκινήσει μια πορεία προς τα εμπρός χωρίς τα βαρίδια της οικογένειας Τσίπρα, που δεν μπορούν να κρυφτούν, είναι η κα Έφη Αχτσιόγλου.
Στον ΣΥΡΙΖΑ όλες οι βασικές (και υπαρκτές) κομματικές συνιστώσες, αλλά και η εναπομείνασα παλιά φρουρά, προσβλέπουν στη σύντροφο του Δημήτρη Τζανακόπουλου για μερικούς πολύ σημαντικούς πολιτικούς και κομματικούς λόγους, μεταξύ των οποίων είναι το φύλο της, το ότι γράφει καλά στο φακό, ότι έχει μια ευρύτερη αποδοχή εντός του κόμματος και στο ότι η θητεία της στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν διακρίθηκε από ακρότητες με Βελουχιώτηδες κρεμασμένους στους τοίχους και κοντοσούβλια με χωριάτικες ανακατεμένα στο τραπέζι των συσκέψεων των υπουργείων.
«Είναι μια υπέροχη υποψηφιότητα, είμαστε ευτυχείς που την έχουμε και πρέπει να την εκμεταλλευτούμε» είναι η επωδός στις συζητήσεις των παλαιών του κόμματος, που και λόγο έχουν και το πολιτικό κριτήριο να καταλάβουν ποιος μπορεί να αναστήσει, ως ένα βαθμό, τον ΣΥΡΙΖΑ και να του προσφέρει μια μακρά περίοδο ήρεμης πορείας.
Η κυρία Αχτσιόγλου βγάζει ένα αέρα τεχνοκράτη, έστω και της αριστεράς, δείχνει μετρημένη στις παρεμβάσεις της και με δίοδο με πολλές πλευρές της Βουλής, αναγνωρίζεται ως μια αξιόπιστη συνομιλήτρια και μια ως μια προσωπικότητα σταθερά προσανατολισμένη σε κάποιας μορφής εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας.
Ήδη για το πρόσωπο της συζητάνε ακόμη και μέλη του σκληρού πυρήνα της Τσιπροκρατίας (παραμένει ένα ερωτηματικό η στάση της Ζανέτ), τα οποία διαβλέπουν τη χείριστη κατάσταση του κόμματος και ελπίζουν σε μερικές καθαρά αστικές λύσεις για να την ανατρέψουν και να εκκινήσουν μια πορεία ανάκαμψης.
Σε κάθε συζήτηση, ανεξάρτητα από τους μετέχοντες και τον χρόνο που εξελίσσεται, το όνομα της κυρίας Αχτσιόγλου είναι παρόν, κουβεντιάζεται και δεν απορρίπτεται, αντιμετωπίζεται με θετική διάθεση και δεν ακυρώνεται αμέσως μόλις ακουστεί.
Σε αυτή την περίοδο κανένα άλλο όνομα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν συσπειρώνει το κομματικό ακροατήριο όπως της κυρίας Έφης Αχτσιόγλου, παράμετρος που μελετάται ήδη και από το στενό περιβάλλον του Τσίπρα και εκτιμάται αναλόγως.
Για την επιλογή της δεν φαίνεται να έχει αντιρρήσεις, βάσιμες τουλάχιστον, ούτε ο ίδιος ο Τσίπρας, ο οποίος κάθε μέρα που περνάει κατανοεί πως το λαδάκι στο καντήλι του τελειώνει, ο πολιτικός του βίος ολοκληρώνεται και οι επιλογές που διαθέτει είναι ελάχιστες, η εξής μια: να βρει ο ίδιος το κουράγιο να εγκαταλείψει τον ΣΥΡΙΖΑ εν χορδαίς και οργάνοις για να μην βρεθεί στην ανάγκη να διαφύγει από την κομματική μανία ηττημένος και διωκόμενος, ως ο νεκροθάφτης της αριστεράς για τα επόμενα εκατό χρόνια.