Το αινιγματικό της χαμόγελο σαγηνεύει το κοινό εδώ και αιώνες. Μπορεί, όμως, η Μόνα Λίζα που κρέμεται στο Μουσείο του Λούβρου να μην είναι η μοναδική;
Η ανακάλυψη ενός πίνακα που δείχνει μία νεότερη σε ηλικία Μόνα Λίζα προκαλεί μία έντονη συζήτηση σχετικά με το εάν είναι αυθεντικό έργο του Λεονάρντο Ντα Βίντσι.
Η ιστορία ήρθε ξανά στην επιφάνεια πρόσφατα, όταν ανακοινώθηκε στα τέλη του 2014 ότι το δεύτερο -ακόμη πιο αινιγματικό ως προς την αυθεντικότητά του- πορτρέτο με τίτλο «Μόνα Λίζα του Isleworth», θα εκτεθεί για πρώτη φορά στην ιστορία του.
Ξεκινώντας το ταξίδι της από τη Σιγκαπούρη, η «πρώιμη εκδοχή της Μόνα Λίζα» πρόκειται στη συνέχεια να ταξιδέψει σε μουσεία σε ολόκληρο τον κόσμο.Η ιστορία της νεότερης Τζοκόντα
Η ιστορία ξεκινά το 1911, όταν ο Χιού Μπλέικερ, ένας άγγλος έμπορος έργων τέχνης, ανακάλυψε σε μία έπαυλη στο Σόμερσετ της Αγγλίας έναν πίνακα που απεικόνιζε μία νεαρή γυναίκα που έμοιαζε με τη Μόνα Λίζα. Μετά από πολλά χρόνια αναζητήσεων, ο Μπλέικερ προσπάθησε -χωρίς επιτυχία τότε- να αποδείξει ότι το έργο είναι αυθεντικό. Η «νεαρή Μόνα Λίζα» αντιμετωπίστηκε, όπως αναμενόταν, με έντονο σκεπτικισμό.
Ο Μπλέικερ δεν είχε αποκαλύψει σε ποιο σπίτι βρέθηκε ο πίνακας, ούτε σε ποιον ανήκε. Μετά από δεκαετίες ερευνών, ερευνητές εκτιμούν ότι έχουν βρει την απάντηση, τουλάχιστον σε αυτό το ερώτημα.
Όπως ανακοινώθηκε στα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου, ερευνητές ταυτοποίησαν τον Άγγλο ευγενή που εκτιμάται ότι αγόρασε τον πίνακα στην Ιταλία τον 18ο αιώνα, ενώ βρήκαν τα ίχνη και της εξοχικής κατοικίας, όπου βρέθηκε ο πίνακας το 1911.
Ομάδα ερευνητών δηλώνει ότι ανακάλυψε ότι ένας νεαρός Βρετανός ευγενής ονόματι Τζέιμς Μάργουντ, αγόρασε το έργο με τίτλο «La Joconde», στη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Ιταλία γύρω στα 1780.
Ο υποτιθέμενος πρωτότυπος πίνακας άλλαξε χέρια με την πάροδο των χρόνων χέρια και εδώ και πολλές δεκαετίες βρίσκεται στην ιδιοκτησία του Ιδρύματος Μόνα Λίζα που εδρεύει στη Γενεύη.
«Αισθανόμαστε ότι αυτές οι τελευταίες ανακαλύψεις και η νέα επιστημονική ανάλυση που πραγματοποιήθηκε, αφήνουν ελάχιστες αμφιβολίες ότι πρόκειται για έργο του Λεονάρντο», δηλώνει ο Ντέιβιντ Φέλντμαν, δημοπράτης και αντιπρόεδρος του Ιδρύματος.
Ο μύθος του δεύτερου… χαμόγελου
Για περίπου 500 χρόνια υπήρχε η φήμη ότι ο Ντα Βίντσι είχε εργαστεί και σε ένα άλλο πορτρέτο της Λίζα Ντε Τζιακόντο. Σημειώνεται ότι δεν ήταν σπάνιο για τον Ντα Βίντσι να ζωγραφίσει δύο φορές το ίδιο έργο. Για παράδειγμα, υπάρχουν δύο εκδοχές της «Παναγίας των Βράχων».
Μια περιγραφή του πίνακα προκύπτει και από τα γραπτά του ιστορικού Τζόρτζιο Βασάρι, ο οποίος το 1550 -και ξανά το 1568- είχε γράψει ότι ο Ντα Βίντσι είχε εργαστεί πάνω σε ένα πορτρέτο της Λίζα ντελ Τζιακόντο, το οποίο είχε παραγγείλει ο σύζυγός της, αλλά ότι το πορτρέτο δεν είχε ολοκληρωθεί μετά από τέσσερα χρόνια δουλειάς.
Ορισμένοι ειδικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Βασάρι είδε μία δεύτερη εκδοχή του πίνακα. Παράλληλα, και άλλες γραπτές πηγές κάνουν λόγο για δύο εκδοχές της Μόνα Λίζα.
Διχασμένη η επιστημονική κοινότητα
Οι διαφορές του συγκεκριμένου πίνακα με αυτόν που εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου έγκεινται στο ότι αυτός είναι ελαφρώς μεγαλύτερος, είναι ζωγραφισμένος σε καμβά, έχει φωτεινότερα χρώματα και διαφορετικό φόντο. Επίσης ο λαιμός της Μόνα Λίζα του Isleworth, για τον οποίο έχουν αποφανθεί δεκάδες κριτικοί τέχνης, είναι χαμηλότερης «ποιότητας» από ότι αντίστοιχοι λαιμοί σε άλλες δημιουργίες του Ντα Βίντσι.
Όπως αναφέρει το Forbes, ειδικοί μελέτησαν τις μπογιές που χρησιμοποιήθηκαν στη «πρώιμη Μόνα Λίζα». Βρήκαν ότι ο πίνακας χρονολογείται από τις αρχές του 16ου αιώνα. Η ανάλυση αποκάλυψε ότι ένα τμήμα του πίνακα είχε ζωγραφίσει ο αριστερόχειρας καλλιτέχνης. Εκτιμάται ότι το πρόσωπο της Μόνα Λίζα μπορεί να ζωγράφισε ο Ντα Βίντσι και ότι ένας άλλος καλλιτέχνης ίσως να είχε ζωγραφίσει το τοπίο.
Η φασματική ανάλυση έδειξε ότι υπάρχουν σχέδια κάτω από τον πίνακα, κάτι που βρίσκει κανείς κυρίως σε αυθεντικούς πίνακες και όχι σε αντίγραφα.
Επίσης, όταν οι δύο πίνακες τοποθετηθούν δίπλα-δίπλα, τότε διαπιστώνεται ότι και στους δύο έχει χρησιμοποιηθεί η χρυσή τομή και οι γεωμετρικοί κώδικες που διέπουν σχεδόν όλα τα πορτρέτα του Ντα Βίντσι.
Παρά τα στοιχεία που στηρίζουν την εκδοχή ότι η «νεαρή Μόνα Λίζα» είναι αυθεντικός Ντα Βίντσι, πολλοί επιστήμονες παραμένουν διστακτικοί, διαπιστώνοντας διαφορές στους πίνακες. Σε αυτό το επιχείρημα, άλλοι αναλυτές απαντούν ότι αυτό ακριβώς δείχνει ότι πρόκειται για αυθεντικό πίνακα, καθώς τα αντίγραφα δεν παρεκκλίνουν συνήθως από το πρωτότυπο.
Πάντως, ορισμένοι δεν έχουν πειστεί. Το πορτρέτο «είναι άλλο ένα αντίγραφο της Μόνα Λίζα, ημιτελές και τίποτα περισσότερο από αυτό», υπογραμμίζει ο Μάρτιν Κεμπ, καθηγητής στην Οξφόρδη και ειδικός στον Ντα Βίντσι.