Η ανάδειξη κινήσεων υψηλού πολιτικού συμβολισμού αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά της στρατηγικής του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο Πρωθυπουργός διατηρεί μια ισορροπία μεταξύ αυτοσυντήρησης και επικοινωνίας και αποδεικνύεται ότι και θέλει από τη μία να δίνει ένα σαφές κεντροδεξιό στίγμα και από την άλλη να κάνει ανοίγματα σε κοινά που δεν ανήκουν παραδοσιακά στο νεοδημοκρατικό τόξο, αλλά ταυτόχρονα υπηρετούν την ανάγκη για ενότητα του λαού, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων σαν τη σημερινή.
Για παράδειγμα είδαμε στους λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης του κ. Μητσοτάκη τα θερμά λόγια για το Μανώλη Γλέζο που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή και την αναγνώριση της προσφοράς του στον δημόσιο βίο.
Η πολιτική και οι θέσεις με εθνικό και όχι ταξικό πρόσημο αποτέλεσε διαχρονικά ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την παράταξη που σύμφωνα με την ιδρυτική της διακήρυξη απευθύνεται σε όλες τις Ελληνίδες και σε όλους τους Έλληνες.
Κι εκτιμάται ότι ο σύγχρονος λόγος που δεν υποτιμά τις πολιτικές παρακαταθήκες του αλλά ταυτόχρονα μιλά στην καρδιά του μέσου Έλληνα αποτέλεσε την βασική αιτία που η Νέα Δημοκρατία, «ένα μεγάλο λαϊκό κόμμα», κατάφερε να συγκεντρώσει το 40%.
Στο πρόσφατο παρελθόν η Νέα Δημοκρατία απέδειξε πως το «υποκείμενο» σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι η Ελλάδα, γι’ αυτό το 2012 ο Αντώνης Σαμαράς κατάφερε να ενώσει τις δύο βασικές για χρόνια αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις και να κρατήσει την χώρα όρθια σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Κι αυτή αποτελεί την ειδοποιό διαφορά από τη σημερινή περιχαρακωμένη Αξιωματική Αντιπολίτευση που διατηρεί τις εμμονές της στη λογική «εμείς» και οι «άλλοι».
Νοοτροπία από το παρελθόν, ξύλινος πολιτικός λόγος και διχαστικές εξάρσεις αποτελούν τη συνταγή της οπισθοδρόμησης και κατ’ επέκταση της εκλογικής αποτυχίας.