Τα «ακροαστικά» είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται όταν κατά την κλινική εξέταση του ασθενούς υπάρχουν ακροαστικά ευρήματα.
Είναι δηλαδή αυτό που ακούει ο γιατρός όταν τοποθετήσει το στηθοσκόπιο στο θώρακα του εξεταζόμενου.
Τα ακροαστικά είναι βασικό κομμάτι της κλινικής εξέτασης και δικαίως οι περισσότεροι τα έχουν στο μυαλό τους ως ένδειξη κάποιας ίωσης ή γρίπης.
Τα παθολογικά ευρήματα που μπορεί να ακούσει ο γιατρός χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
α) Οι τρίζοντες ήχοι που συνήθως δείχνουν κάποιο σοβαρό κρυολόγημα.
β) Ήχοι που μοιάζουν με «σφύριγμα» και δηλώνουν στένωση των βρόγχων (μόνιμη ή παροδική). Παρατηρούνται σε ασθενείς με άσθμα οι οποίοι ενδέχεται να τους ακούνε και μόνοι τους σε κάποιες περιπτώσεις.
Οι ήχοι αυτοί περιγράφονται και ως «γατάκια» και προκαλούνται από τις εκκρίσεις βλέννας μέσα στους βρόγχους και τους πνεύμονες, που ανακινούνται με την αναπνοή ή το βήχα.
Τα ακροαστικά γενικά σχετίζονται με ιογενείς ή μικροβιακές λοιμώξεις του αναπνευστικού, βρογχίτιδες ή άσθμα.
Συμπερασματικά, η λέξη “ακροαστικά” χρησιμοποιείται πολλές φορές με διαφορετικό τρόπο. Οι ασθενείς πρέπει να ζητούν διευκρινίσεις από τον γιατρό για την σημασία και τη σοβαρότητα του ευρήματος, καθώς και για το αν χρειάζεται συγκεκριμένη αγωγή ή όχι.