Toυ Μουράτ Γετκίν, Διευθυντής της Hurriyet Daily News-αγγλόφωνης έκδοσης της εφημερίδας Χουριέτ.
Συρία
Στη διάρκεια του συριακού εμφύλιου πολέμου, υπήρξαν απόπειρες και μάλιστα συμφωνίες για μια κατάπαυση του πυρός, όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που το καθεστώς του αλ-Άσαντ λέει πως θα συμμορφωθεί σε μία απ’ αυτές.
Τέτοια είναι η επιρροή που ασκεί στη Δαμασκό ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν. Αν η Ρωσία δεν είχε συγκεντρώσει τη στρατιωτική δύναμή της στη Συρία, τώρα μπορεί να μην υπήρχε καθεστώς Άσαντ, όπως η Τεχεράνη είχε προσπαθήσει να πείσει τη Μόσχα το πρώτο εξάμηνο του 2015. Και χωρίς τη ρωσική υποστήριξη, ο αλ-Άσαντ πιθανόν να μην είχε μπορέσει να ανακτήσει το Χαλέπι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, από τις δυνάμεις που μάχονται εναντίον του καθεστώτος του. Η Τούρκο-ρωσική προσέγγιση ήταν αυτή που κατέστησε δυνατή μια εκεχειρία στο Χαλέπι, που με τη σειρά της κατέστησε δυνατή την απομάκρυνση των παγιδευμένων αμάχων από την πόλη. Και χωρίς την εκεχειρία στο Χαλέπι, οι ανακοινώσεις που έγιναν την Πέμπτη δεν θα είχαν καταστεί δυνατές.
Εξακολουθεί εντούτοις να είναι πολύ εύθραυστη. Και υπάρχει ένας αριθμός οργανώσεων που δεν θα επωφεληθούν από την κατάπαυση του πυρός στη Συρία. Όμως, εφόσον η Ρωσία και η Τουρκία είχαν ανοικτά συμπαραταχθεί με τα εμπόλεμα μέρη στη Συρία, μπορεί να υπάρχει εδώ μια ευκαιρία, όπως διαβάζουμε στο onalert.gr .
[irp posts=”96985″ name=”Eλπίδα για τερματισμό του πολέμου στη Συρία – Συνεχίζεται η εκεχειρία”]
Αν κρατήσει η εκεχειρία, το συριακό καθεστώς θα συναντήσει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης στην Αστάνα, όπου τη συνάντηση θα φιλοξενήσει ο πρόεδρος του Καζακστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ υπό τις εγγυήσεις της Τουρκίας, της Ρωσίας και του Ιράν, καθώς υπάρχουν ένοπλες οργανώσεις που είναι πιστές στο Ιράν που μάχονται σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Η Τουρκία υποστηρίζει την παρουσία του ΟΗΕ στις συνομιλίες της Αστάνα ώστε η κατάπαυση του πυρός να επεκταθεί σε συνομιλίες για μια πολιτική διευθέτηση. Και, αν υπάρξει βελτίωση στην Αστάνα, η Τουρκία και η Ρωσία (ενδεχομένως και το Ιράν) θα πάνε το αποτέλεσμα στις συνομιλίες της Γενεύης για το μέλλον της Συρίας, που είναι προγραμματισμένες για τον Φεβρουάριο.
Αυτό είναι καλό. Παρ’ όλες τις ανθρώπινες τραγωδίες των πλέον πέντε τελευταίων ετών, αν υπάρχει ελπίδα για ειρήνη, αυτή θα πρέπει να υποστηριχθεί.
Όμως τα νέα από το εσωτερικό της Τουρκίας δεν είναι τόσο καλά, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διακυβέρνηση σε συνθήκες κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η οποία κηρύχθηκε μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου.
Η συγγραφέας Ασλί Ερντογάν και η γλωσσολόγος Νετσμιγέ Αλπάι εμφανίσθηκαν ενώπιον δικαστηρίου για πρώτη φορά στις 29 Δεκεμβρίου, κατά την 132η ημέρα της σύλληψής τους, επειδή συμμετείχαν στη συμβουλευτική επιτροπή της εφημερίδας Ozgur Gundem, την οποία έκλεισε η κυβέρνηση κατηγορώντας την ότι προπαγάνδιζε την τρομοκρατία για λογαριασμό του εκτός νόμου Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK). Πραγματοποιήθηκαν εκστρατείες σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο για την απελευθέρωση των δύο γυναικών.
Ίσως εξαιτίας των εκστρατειών αυτών, ο εισαγγελέας ζήτησε να απελευθερωθούν αμφότερες, με αποτέλεσμα να υπάρξει αργά το βράδυ της Πέμπτης απόφαση για την αποφυλάκισή τους.
Όμως η ημέρα άρχισε με τη σύλληψη ενός άλλου δημοσιογράφου, του Αχμέτ Σικ, εξαιτίας μηνυμάτων του για την κυβέρνηση και το τουρκικό κράτος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πριν από λίγα χρόνια, είχε συλληφθεί εξαιτίας ενός βιβλίου που είχε γράψει, αλλά το οποίο δεν έχει ακόμη εκδοθεί. Αποκάλυπτε σ’ αυτό το δίκτυο του Φετουλάχ Γκιουλέν, όταν ο Γκιουλέν υποστήριζε τις κυβερνήσεις του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), αλλά τώρα θεωρείται υπεύθυνος για την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του. Ο Σικ απελευθερώθηκε αφού πέρασε σχεδόν δύο χρόνια στη φυλακή, η υπόθεση σε βάρος του μπήκε στη συνέχεια στο αρχείο και οι εισαγγελείς και οι δικαστές που έκλεισαν τον Σικ στη φυλακή βρίσκονται τώρα οι ίδιοι στη φυλακή, έχουν απολυθεί από τη δουλειά τους ή έχουν δραπετεύσει στο εξωτερικό λόγω των φερόμενων σχέσεών τους με τον Γκιουλέν.