ΑΛΒΑΝΙΑ: O 57χρονος είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος σε αυτή τη μικρή μεσογειακή χώρα των μόλις 2,8 εκατομμυρίων κατοίκων – Από τα κεφτεδάκια στην αυτοκρατορία καταστημάτων
Ο Σαμίρ Μάνε έφυγε από το κομμουνιστικό καθεστώς της Αλβανίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και εγκαταστάθηκε στην Αυστρία όπου έκανε την πρώτη του περιουσία. Τώρα που επέστρεψε στην Αλβανία, επιβλέπει μια αυτοκρατορία ακινήτων και λιανικής που εκτείνεται στα δυτικά Βαλκάνια και όχι μόνο.
Σύμφωνα με δημοσίευμα στο Forbes, ο 57χρονος μεγιστάνας είναι ο πρώτος -και μοναδικός- δισεκατομμυριούχος της Αλβανίας, ο πλουσιότερος άνθρωπος σε αυτή τη μικρή μεσογειακή χώρα των μόλις 2,8 εκατομμυρίων κατοίκων. Χάρη στις επενδύσεις του στη λιανική, σε ακίνητη περιουσία και τον τραπεζικό κλάδο, έχτισε μια περιουσία 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Forbes, κερδίζοντας μια θέση στη λίστα του Forbes για τους Παγκόσμιους Δισεκατομμυριούχους για το 2025. Δεν είναι κάτι που περίμενε ποτέ ως 23χρονος πρόσφυγας που διέφυγε από το κομμουνιστικό καθεστώς της Αλβανίας το 1991. «Ποτέ δεν πίστευα ότι ήταν δυνατό. Το όνειρό μου ήταν να έχω δικό μου σπίτι ή να έχω ένα αυτοκίνητο», λέει ο ίδιος.
Τώρα, ο όμιλος του, Balfin Group, δραστηριοποιείται σε 10 χώρες και έχει καταγράψει καθαρά κέρδη 120 εκατομμυρίων δολαρίων από πωλήσεις 880 εκατομμυρίων δολαρίων το 2024, αυξημένα κατά 31% και 14% από το 2023, αντίστοιχα. Περίπου το 62% των εσόδων προέρχεται από το λιανικό εμπόριο, ακολουθούν τα έσοδα από τα ακίνητα με 20%, τα τραπεζικά με 9% ενώ τα logistics και η διαχείριση περιουσιακών στοιχείων αποτελούν τα υπόλοιπα. Όλα αυτά ανήκουν στον Μάνε, ο οποίος, έχει φέρει συνεργάτες στα εμπορικά κέντρα, τις αλυσίδες λιανικής και τα έργα ανάπτυξης ακινήτων του.
Το αποτύπωμά του είναι ορατό σε όλη την πρωτεύουσα της Αλβανίας, όπου ζει από τότε που επέστρεψε στην πατρίδα του το 2005. Είναι ιδιοκτήτης της πέμπτης μεγαλύτερης τράπεζας της Αλβανίας, της Tirana Bank. Η αλυσίδα ηλεκτρονικών του ”Neptun” είναι η μεγαλύτερη στη χώρα ενώ ήταν ιδιοκτήτης και της μεγαλύτερης αλυσίδας σούπερ μάρκετ μέχρι που την πούλησε για 48 εκατομμύρια δολάρια τον Μάρτιο. Οδηγώντας στην πόλη με τη μαύρη Mercedes-Maybach SUV του, κατευθύνει τον οδηγό του προς το Rolling Hills, ένα πολυτελές συγκρότημα κατοικιών που έχτισε όπου έχει επίσης μια βίλα 33.000 τετραγωνικών.
«Αγόρασα τη γη το 2008, ήταν πολύ φθηνή εκείνη την εποχή», λέει, κοιτάζοντας μια έκταση από 153 βίλες νεοκλασικού στιλ με θέα στα γύρω βουνά του Skanderbeg. Οι αξίες της γης στην περιοχή έχουν αυξηθεί πάνω από δέκα φορές σε σχέση και ο Μάνε συνέχισε να χτίζει. Δίπλα βρίσκεται μια άλλη δημιουργία που ανήκει στον όμιλο Balfin, το Collina Verde, και ο Μάνε έχει μια ακόμα άλλη υπό κατασκευή δίπλα σε μια τεχνητή λίμνη που αναμένεται να κοστίσει 240 εκατομμύρια δολάρια και θα ολοκληρωθεί το 2028.
Από τα κεφτεδάκια στην αυτοκρατορία καταστημάτων
Η περιουσία του Μάνε δεν σταματά στα σύνορα της Αλβανίας. Διαθέτει καταστήματα λιανικής σε όλη τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο, το Μαυροβούνιο και τη Βόρεια Μακεδονία, συμπεριλαμβανομένου, του μεγαλύτερου εμπορικού κέντρου στη Βόρεια Μακεδονία, του Skopje East Gate. Πέρα από τα δυτικά Βαλκάνια, άρχισε επίσης να επενδύει σε πολυκατοικίες και γραφεία στην Αυστρία και τον Καναδά, καθώς και στη Νέα Υόρκη και το Νιου Τζέρσεϊ.
Εξηγώντας την προσέγγισή του, επισημαίνει τα μαθήματα που έμαθε διαβάζοντας βιβλία από αμερικάνικους επιχειρηματίες, όπως ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της General Electric, Jack Welch: «Ο Welch είπε ότι πρέπει να διαφοροποιηθείς. Η Αλβανία είναι μικρή, οπότε σκεφτήκαμε, γιατί δεν πάμε σε άλλες χώρες και άλλες βιομηχανίες;»
Ο Μάνε γεννήθηκε το 1967 στην πόλη Κορυτσά της νότιας Αλβανίας κατά τη διάρκεια της ηγεσίας του Ενβέρ Χότζα, του κομμουνιστή ισχυρού άνδρα της χώρας. Τα ταξίδια στο εσωτερικό ήταν πολύ περιορισμένα και ο Μάνε σπάνια έφευγε από την πόλη του μέχρι που πήγε στο πανεπιστήμιο στα Τίρανα σε ηλικία 18 ετών, όπου σπούδασε γεωλογία. «Δεν επέλεξα τη γεωλογία. Ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα που αποφάσισε τι θα σπουδάσεις», θυμάται. Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων, ο Μάνε αγόραζε κρέας για να φτιάξει κεφτεδάκια και τα πουλούσε σε φοιτητές για να βγάλουν κάποια επιπλέον μετρητά – ώσπου, έξι μήνες μετά οι Αρχές τον σταμάτησαν. Το 1991, ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, αποφάσισε να φύγει από τη χώρα για να αναζητήσει μια καλύτερη ζωή. Πήρε μια αυστριακή βίζα από ένα ταξιδιωτικό γραφείο και έκανε μια διαδρομή 36 ωρών χωρίς στάση με το λεωφορείο προς τη Βιέννη, όπου πήγε ως πρόσφυγας. (Αργότερα έμαθε ότι η βίζα που εκδόθηκε από το πρακτορείο ήταν ψεύτικη, αλλά δεν αντιμετώπισε κάποιο ζήτημα κατά τη διαδρομή). Πέρασε πάνω από έξι μήνες σε έναν προσφυγικό καταυλισμό, μελετώντας μόνος του γερμανικά, μέχρι που έγινε αρκετά καλός για να κάνει αίτηση στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης και να συνεχίσει το πτυχίο του στη γεωλογία. Το 1992, το κομμουνιστικό καθεστώς της Αλβανίας κατέρρευσε. «Η Αλβανία ανοίχτηκε λίγο και ο κόσμος ερχόταν στη Βιέννη για να αγοράσει ηλεκτρονικά. Έτσι είδα μια ευκαιρία», λέει.
Παράτησε το πανεπιστήμιο το 1993 και άρχισε να μεταφράζει για ορισμένους εξαγωγείς προτού ασχοληθεί ο ίδιος με επιχείρηση. Την ίδια χρονιά ίδρυσε μια επιχείρηση με το όνομα Alba-Trade, η οποία αγόραζε συσκευές εγγραφής βίντεο, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις και οικιακές συσκευές στην Αυστρία και τις έστελνε στην Αλβανία. Φόρτωνε μόνος του τα φορτηγά και μετά έκανε το διήμερο οδικό ταξίδι από τη Βιέννη στα Τίρανα. Μάλιστα κοιμόταν στο φορτηγό για να εξοικονομήσει χρήματα και να προστατεύει τα εμπορεύματα. Έβρισκε μια θέση στα Τίρανα, πάρκαρε το φορτηγό του και οι πελάτες εμφανίζονταν. «Τα πουλήσαμε όλα [τα αγαθά] στο φορτηγό σε τρεις ώρες», λέει. «Ωστόσο, στην Αυστρία, είδα ότι ήταν δυνατό να πουληθούν προϊόντα με τον σωστό τρόπο στα καταστήματα».
Τα βιβλία και το όραμα
Για να κατανοήσει το κομμάτι των επιχειρήσεων, ο Μάνε διάβαζε βιβλία όχι μόνο του Jack Welch αλλά και του ιδρυτή της Walmart, Sam Walton. «Ένας από αυτούς με έμαθε πώς να διευθύνω τη λιανική επιχείρηση και ο άλλος με έμαθε πώς να διευθύνω μια εταιρεία», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Άνοιξε το πρώτο κατάστημα Neptun που πωλούσε τηλεοράσεις και οικιακές συσκευές στα Τίρανα το 1996. Δύο χρόνια αργότερα επεκτάθηκε στη Βόρεια Μακεδονία και στη συνέχεια στο Κόσοβο, τη Σερβία και το Μαυροβούνιο, και έγινε ένας από τους πρώτους ξένους που εισήλθαν σε αυτές τις αγορές μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
«Είναι οραματιστής, έχει τη σωστή ιδέα τη σωστή στιγμή. Αναγνώρισε την ανάγκη για συσκευές στα δυτικά Βαλκάνια όταν δεν είχαμε πλυντήρια ρούχων», δηλώνει η Edlira Muka, Διευθύνουσα Σύμβουλος της Balfin. Η επιτυχία του Μάνε αντικατοπτρίζει επίσης την οικονομική άνθηση σε αυτές τις χώρες: «Αντιπροσωπεύει έναν από τους μεγαλύτερους ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων στην Αλβανία και είναι σημάδι της οικονομικής ανάπτυξης και της αλλαγής που έχει δει η χώρα», προσθέτει ο Martin Mata, συν-διευθύνων σύμβουλος του Albanian-American Enterprise Fund (AAEF), ενός μη κερδοσκοπικού επενδυτικού ταμείου που ιδρύθηκε το 1995.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο Μάνε είχε δημιουργήσει μια αυτοκρατορία ηλεκτρονικών ειδών στα δυτικά Βαλκάνια, με 19 καταστήματα και 50 εκατομμύρια δολάρια σε έσοδα, προμηθεύοντας τα περισσότερα από τα προϊόντα του από την Ασία. Ωστόσο, βλέποντας την επιτυχία των δυτικών εμπορικών brands και των εμπορικών κέντρων στη μετακομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη, σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να κάνει το ίδιο και στην Αλβανία. Το 2005, πήγε την οικογένειά του από τη Βιέννη στα Τίρανα για να ξεκινήσει το πρώτο εμπορικό κέντρο της χώρας στα περίχωρα της πρωτεύουσας.
Για να στηθεί το εμπορικό κέντρο, χρειαζόταν ένα σουπερ μαρκετ. Έτσι ο Μάνε ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη συναντώντας τους επικεφαλής των αλυσίδων σούπερ μάρκετ για να τους πείσει να ανοίξουν καταστήματα στην Αλβανία. «Είπαν, Κύριε Μάνε, βλέπουμε τα στοιχεία του ΑΕΠ. Κανείς δεν έρχεται.» θυμάται. (Το ΑΕΠ της Αλβανίας εκείνη την εποχή ήταν μόλις 8 δισεκατομμύρια δολάρια, σε σύγκριση με το σημερινό που είναι 24 δισεκατομμύρια δολάρια όπως μεταδίδει το Forbes). «Έτσι αποφάσισα να ανοίξω ο ίδιος μια αλυσίδα σούπερ μάρκετ. Προσέλαβα έναν Γάλλο από το Carrefour και έχτισα το πρώτο σύγχρονο σουπερ μάρκετ στην Αλβανία», σημειώνει ο Μάνε.
«Κανείς, ούτε ο πατέρας μου, δεν πίστευε ότι θα λειτουργούσε»
Ήταν μια φιλόδοξη κίνηση. Εκείνη την εποχή, περισσότερο από το 30% της οικονομίας της Αλβανίας ήταν «άτυπη», δουλεύοντας σε μη ελεγχόμενες βιομηχανίες που δεν πλήρωναν φόρους. Ο Μάνε έπρεπε να πείσει λεγεώνες καταναλωτών να μεταστραφούν στον καπιταλισμό δυτικού τύπου και να πληρώσουν για αγαθά σε ένα εμπορικό κέντρο και όχι σε αγορές της γειτονιάς.
«Κανείς, ούτε ο πατέρας μου, δεν πίστευε ότι θα λειτουργούσε», λέει ο Μάνε. «Έλεγαν γιατί κάποιος να οδηγεί δύο ώρες για να αγοράσει ντομάτες;».
Στην αρχή, ο Μάνε πάλευε να βρει επενδυτές, ήταν δύσπιστοι για τα σχέδιά του εκείνη την εποχή. «Δεν πειστήκαμε», λέει ο Aleksandër Sarapuli, συν-διευθύνων σύμβουλος του AADF.
Ο Μάνε έπεισε τελικά την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, μια αναπτυξιακή τράπεζα με έδρα το Παρίσι, να επενδύσει 15 εκατομμύρια δολάρια για το σουπερ μάρκετ του. Τον Οκτώβριο του 2005, άνοιξε το Qendra Tregtare Univers (Univers Shopping Mall στα Αγγλικά) στα Τίρανα, με ένα κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών Neptun και το πρώτο κατάστημα της αλυσίδας σουπερ μάρκετ του Euromax.
Όταν αργότερα ο Μάνε αποφάσισε να ανοίξει το ακόμη μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο, το Tirana East Gate, είχε αποδείξει ότι δούλευε η ιδέα του και είχε κερδίσει περισσότερους επενδυτές σε σχέση με πριν. «Δεν προσποιήθηκε ότι ήξερε πώς λειτουργεί ένα εμπορικό κέντρο, αλλά πήρε τεχνογνωσία, ακολούθησε το μοντέλο και άκουσε ανθρώπους που ήξεραν πώς να το κάνουν», λέει ο Mata από τον AADF.
Η πορεία είχε και ζημία
Ο Μάνε «έχτισε» πάνω σε αυτή την επιτυχία αναλαμβάνοντας έναν ολοένα μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία της Αλβανίας. Πολλές από τις επενδύσεις έχουν ολοκληρωθεί: Αγόρασε την Tirana Bank το 2019 και το 2020 και εκτιμάται ότι τώρα ότι αξίζει 155 εκατομμύρια δολάρια. Άλλα εγχειρήματα δεν ήταν τόσο επιτυχημένα. Ο Μάνε απέκτησε το οικονομικό δίκτυο ειδήσεων Scan TV με έδρα τα Τίρανα το 2022, αλλά το πούλησε ένα χρόνο αργότερα με ζημιά περίπου 2,2 εκατομμυρίων δολαρίων.
Περισσότερος πλούτος, περισσότερος έλεγχος
Ο πλούτος του έφερε επίσης περισσότερο έλεγχο. Τον Οκτώβριο, ο Ειδικός Εισαγγελέας Καταπολέμησης της Διαφθοράς της Αλβανίας (SPAK) συνέλαβε τον πρώην Πρόεδρο της Αλβανίας Ilir Meta για φερόμενες κατηγορίες διαφθοράς. Ο Μάνε —ο οποίος δεν έχει κατηγορηθεί για κανένα αδίκημα— αναφέρθηκε στα έγγραφα ότι πρόσφερε στον Meta και την τότε σύζυγό του Monika Kryemadhi, μέλος του κοινοβουλίου, μια βίλα στο συγκρότημα Rolling Hills αξίας λίγο λιγότερο από 1 εκατομμύριο δολάρια (O Meta άσκησε έφεση για τη σύλληψή του και η Kryemadhi αρνήθηκε τις κατηγορίες.)
«Εάν είσαι εξέχων επιχειρηματίας στην Αλβανία, έχεις πολύ ισχυρή σύνδεση με την πολιτική. Δεν είναι περίεργο που ο Μάνε είχε αυτή τη σχέση με τον Meta», λέει ο Afrim Krasniqi, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο των Τιράνων.
Ο Μάνε αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες, αποκαλώντας τις «αβάσιμες και αποδεδειγμένα ψευδείς από τις αλβανικές Αρχές» και λέει ότι δεν είχε ποτέ στενή προσωπική σχέση με τον Meta. «Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω ερευνηθεί, κατηγορηθεί ή διωχθεί, ούτε για αυτό το θέμα, ούτε για οποιοδήποτε άλλο», προσθέτει o ίδιος.
Στον απαιτητικό κόσμο της αλβανικής οικονομίας, ο Μάνε νιώθει περήφανος που δεν μπήκε στην πολιτική σκηνή ή δεν επωφελήθηκε από την ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων τη δεκαετία του 1990. «Δεν έχω ασχοληθεί ποτέ με την πολιτική και δεν είναι καθόλου πρόθεσή μου», λέει. «Δεν συμμετείχα ποτέ σε ιδιωτικοποιήσεις. Στις πρώην κομμουνιστικές χώρες, αν είσαι πλούσιος, ο κόσμος σε θεωρεί ολιγάρχη. Αλλά έχτισα τον πλούτο μου στην Αυστρία και επέστρεψα».
Νέα σχέδια
Ο Μάνε προσπαθεί τώρα να επεκταθεί ακόμη περισσότερο στην Ανατολική Ευρώπη. Σχεδιάζει ένα νέο franchise της Jumbo, μιας ελληνικής αλυσίδας καταστημάτων παιχνιδιών, στη Μολδαβία, όπως αναφέρει το Forbes. Παράλληλα, προσθέτει και άλλες μάρκες στην αυτοκρατορία του, υπογράφοντας συμφωνία με τη Δανική αλυσίδα καταστημάτων, Flying Tiger Copenhagen, με σχέδια να ανοίξει 50 καταστήματα τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Ωστόσο, εξακολουθεί να βλέπει δυνατότητες στη χώρα του, με τον διεθνή τουρισμό ως πιθανό παράγοντα αλλαγής του παιχνιδιού για την οικονομία της Αλβανίας. Είναι ιδιοκτήτης της Green Coast, μιας πολυτελούς δημιουργίας στην Αδριατική Θάλασσα που πρόκειται να φιλοξενήσει ξενοδοχεία από διεθνείς μάρκες όπως Accor, Grand Melia και Hyatt καθώς και 2.600 βίλες και διαμερίσματα. Η πρώτη φάση του έργου, η συνολική κατασκευή του οποίου αναμένεται να κοστίσει 900 εκατομμύρια δολάρια, άνοιξε το 2022 και ο Μάνε έχει ήδη κερδίσει σχεδόν 150 εκατομμύρια δολάρια από τις πωλήσεις ακινήτων.
«Είναι ένα καταπληκτικό έργο, θα τα πάμε πολύ, πολύ καλά εκεί», λέει ο Μάνε. Αλλά δεν είναι ο μόνος που κοιτάζει τις παρθένες μεσογειακές παραλίες της Αλβανίας, οι οποίες συναγωνίζονται αυτές της κοντινής Κροατίας —χωρίς τα πλήθη. Ο δισεκατομμυριούχος ακινήτων του Ντουμπάι, Mohamed Alabbar, αναπτύσσει ένα πολυτελές θέρετρο και μαρίνα για σούπερ γιοτ 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο βορρά, ενώ ο γαμπρός του Ντόναλντ Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ και η εταιρεία ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων Affinity Partners σχεδιάζουν μια πολυτελή ανάπτυξη 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο νησί Σαζάν στο νότο.
Για τον Μάνε, όσο περισσότερες επενδύσεις στη χώρα του, τόσο το καλύτερο. Περισσότεροι επισκέπτες από το εξωτερικό σημαίνει περισσότερους πελάτες για τα καταστήματα λιανικής του και περισσότερους πιθανούς αγοραστές των βιλών του. «Λιανικό εμπόριο, ακίνητα και τουρισμός. Αυτό είναι το μέλλον μας.»
Πηγή: skai.gr