Το ποσό των 3,5 δισ. ευρώ άντλησε η Αθήνα από την έκδοση του νέου 10ετούς ομολόγου αναφοράς, καθώς οι προσφορές άγγιξαν τα 21,9 δισ. ευρώ.
Το αποτέλεσμα της μεγάλης ζήτησης ήταν το επιτόκιο της έκδοσης να μειωθεί, από τα τα επίπεδα του mid swaps +175 μονάδες βάσης (ή περίπου 4,5%) που ήταν η αρχική εκτίμηση, στις 165 μονάδες βάσης επί του mid swaps, δηλαδή περίπου στο 4,4%.
«Η Ελλάδα προχώρησε σήμερα στην έκδοση 10ετούς ομολόγου, ανοίγοντας την αυλαία του δανειακού προγράμματος για το 2023. Η έκδοση ήταν επιτυχής. Ως προς τη ζήτηση, την ποιότητα των κεφαλαίων και το κόστος δανεισμού, λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβλητότητα στο διεθνές περιβάλλον», δήλωσε σήμερα ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας.
Και πρόσθεσε: Η Κυβέρνηση, και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, κινούμαστε με αποφασιστικότητα και διορατικότητα, συνεκτιμώντας τις υφιστάμενες και μελλοντικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην άσκηση νομισματικής πολιτικής.
Χτίζουμε ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα, ακολουθούμε μια συνετή δημοσιονομική πολιτική και εφαρμόζουμε μεταρρυθμίσεις, έτσι ώστε να στηρίζουμε, γενναία, για όσο χρειαστεί, νοικοκυριά και επιχειρήσεις και να ενισχύσουμε, ακόμη περισσότερο, τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Υπενθυμίζεται ότι ο ΟΔΔΗΧ ανακοίνωσε χθες την έκδοση νέους 10ετούς ομολόγου αναφοράς και έδωσε σχετική εντολή στις Barclays, Bofa Securities, Commerzbank, Goldman Sachs, JP Morgan και Societe Generale.
Πρόθεση του ΟΔΔΗΧ ήταν να εκμεταλλευτεί το θετικό κλίμα που υπάρχει το τελευταίο διάστημα στην ελληνική αγορά ομολόγων, καθώς κάποιοι οίκοι προβλέπουν την αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα ακόμα και πριν από τις εκλογές.
Συγκεκριμένα, η Societe Generale έχει εκφράσει την εκτίμηση ότι θα υπάρξει αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τη Fitch στο πρώτο review για το 2023, στις 27 Ιανουαρίου, ενώ ποντάρει και στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ακόμα και πριν από τις εκλογές και συγκεκριμένα στις 21 Απριλίου.
Η JP Morgan, από την πλευρά της, εντοπίζει τις προοπτικές αναβάθμισης της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα προς τα τέλη του 2023 ή τις αρχές του 2024. Οι εκτιμήσεις αυτές απηχούν την άποψη που επικρατεί και σε άλλα τμήματα ανάλυσης, σύμφωνα με τις οποίες οι οίκοι αξιολόγησης θα περιμένουν τις εκλογές πριν να επαναφέρουν την ελληνική αξιολόγηση στην επενδυτική βαθμίδα.
Σε κάθε περίπτωση, οι προσπάθειες για τη μείωση του ελληνικού χρέους δεν περνούν απαρατήρητες από την αγορά, με την Moody’s να επισημαίνει σε χθεσινή της ανάλυση ότι το χρέος θα πέσει στο 162,9% του ΑΕΠ για το 2023, έχοντας μειωθεί κατά 31,6 ποσοστιαίες μονάδες στο διάστημα 2021-2023. Όπως σημειώνει ο οίκος αξιολόγησης, η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις λιγοστές χώρες (μαζί με την Ιρλανδία, την Κύπρο, την Πορτογαλία και την Κροατία), που θα εμφανίσουν φέτος χρέος χαμηλότερο από το 2019. Μάλιστα, η μείωση του ελληνικού χρέους κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες από το 2019 στο 2023 θα είναι μία από τις καλύτερες επιδόσεις παγκοσμίως, έστω και εάν ξεκινά από υψηλά επίπεδα.