Σύμφωνα με δημοσίευμα της ελβετικής Le Temps, ο Σάμπυ Μιωνής, το όνομα του οποίου βρέθηκε στη λίστα Λαγκάρντ (όπως την διέρρευσε ο Ερβέ Φαλτσιανί), ζητά επιστροφή των δικαστικών εξόδων που υποχρεώθηκε να καταβάλει αφ’ ότου ο πρώην τεχνικός πληροφορικής υπεξαίρεσε δεδομένα από την Τράπεζα της Γενεύης.
Παρότι, η αίτηση του Μιωνή έγινε κατά ένα μέρος αποδεκτή, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Ελβετίας δεν αποκλείει την ικανοποίηση του αιτήματός του. Όπως σημειώνει το δημοσίευμα της Le Temps, έχουν παρέλθει πάνω από 12 χρόνια από τα περιστατικά εκείνα, αλλά η υπόθεση Φαλτσιανί εξακολουθεί να απασχολεί τα Ελβετικά δικαστήρια.
Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Δικαστήριο εκδίκασε στα μέσα του Αυγούστου την προσφυγή του Ελληνοϊσραηλινού επιχειρηματία, Σάμπυ Μιωνή, το όνομα του οποίου περιλαμβανόταν στα αρχεία που υπεξαίρεσε ο τεχνικός πληροφορικής από την Τράπεζα HSBC στα τέλη της δεκαετίας τού 2000.
Μετά την αποκάλυψη ότι διατηρούσε λογαριασμούς στην Ελβετία, ο εν λόγω επιχειρηματίας έγινε στόχος μιας σειράς δημοσιευμάτων του Τύπου στην Ελλάδα, σημειώνει η Le Temps, που κρίθηκαν ιδιαιτέρως δυσμενή, και κινήθηκε εναντίον του διαδικασία από τις Ελληνικές φορολογικές Αρχές στις αρχές της δεκαετίας του 2010.
Το δημοσίευμα της ελβετικής Le Temps για τον Σάμπυ Μιωνή
Ο επιχειρηματίας χρειάστηκε να υπερασπιστεί το δίκιο του σε δύο μέτωπα, δαπανώντας έτσι σημαντικά ποσά σε αμοιβές δικηγόρων, οπότε ζήτησε από την Τράπεζα και από τον άνδρα που υπεξαίρεσε την περίφημη «λίστα Λαγκάρντ», αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές. Όπως αναφέρει το δημοσίευμα το Ανώτατο Δικαστήριο τον δικαίωσε εν μέρει και ανέπεμψε την υπόθεση σε επίπεδο Καντονίου.
«Έγινα στόχος μιας αδυσώπητης εκστρατείας δυσφήμισης, στην οποία επιδόθηκαν με ζήλο εφημερίδες και ακροδεξιοί πολιτικοί γνωστοί για τις αντισημιτικές τους θέσεις» σημείωνε ήδη από το 2017 ο Σάμπυ Μιωνής, σε δηλώσεις που παραθέτει η ελβετική εφημερίδα.
Ο Ελληνοϊσραηλινός επιχειρηματίας, κάτοικος Τελ Αβίβ, αφ’ ότου έφυγε από την Ελλάδα τριάντα και πλέον χρόνια πριν, εμφανιζόταν σε σειρά άρθρων του Ελληνικού Τύπου ως φερόμενος ένοχος για φοροδιαφυγή. Τα δημοσιεύματα ξεκίνησαν μόλις μεταβιβάστηκαν από τη Γαλλία στην Ελλάδα τραπεζικά δεδομένα που εκλάπησαν από την Τράπεζα HSBC της Γενεύης.
Οι Ελληνικές φορολογικές Αρχές με τη σειρά τους κίνησαν έρευνες κατά του Σάμπυ Μιωνή, που συνέχιζε να βεβαιώνει το 2017 ότι είχε καταβάλει τους φόρους που του αναλογούσαν.
Αποζημίωση ή όχι για τον Σάμπυ Μιωνή
Ο Ελληνικός Τύπος τον παρουσίαζε ως διαχειριστή μισού εκατομμυρίου ελβετικών φράγκων, ενώ εμφανιζόταν ως ο ευπορότερος φορολογούμενος μεταξύ των περίπου 200 λογαριασμών που ανοίχτηκαν την περίοδο 1997-2007 από Έλληνες υπηκόους στην HSBC της Γενεύης.
Όπως σημειώνει όμως το ελβετικό δημοσίευμα, στην πραγματικότητα, ο επιχειρηματίας εμφανιζόταν στα αρχεία που έκλεψε ο Ερβέ Φαλτσιανί με περισσότερες από μία ιδιότητες: αφενός ήταν μέτοχος και γενικός διευθυντής σε εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων τής οποίας οι πελάτες είχαν κεφάλαια κατατεθειμένα στην HSBC, αφετέρου ήταν οικονομικός δικαιούχος ορισμένων προσωπικών περιουσιακών στοιχείων τα οποία τηρούσε εκεί μέσω άλλων οντοτήτων.
Η αποζημίωση Σάμπυ Μιωνή από την ελληνική δικαιοσύνη
Η Le Temps παραθέτει πως ο Σάμπυ Μιωνής αποζημιώθηκε όταν προσέφυγε κατά δύο Ελληνικών εφημερίδων, ενώ το φορολογικό σκέλος της υπόθεσής του παραμένει ανοικτό, σύμφωνα με την απόφαση του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου στις 19 Αυγούστου (αριθ. 4A_52/2020).
Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε εάν ο επιχειρηματίας δύναται να αποζημιωθεί από την Τράπεζα και από τον Φαλτσιανί για τις δαπάνες δικηγόρων που προέκυψαν συνεπεία της υπεξαίρεσης των δεδομένων. Οι οποίες ξεπερνούν τα 2 εκατομμύρια Ελβετικών φράγκων, λόγω των δικαστηρίων κατά διαφόρων μέσων ενημέρωσης, με έναρξη το 2013, και λόγω της διαδικασίας που κίνησαν οι Ελληνικές φορολογικές Αρχές, συμπεριλαμβανομένων 10.000 (Ελβετικών) φράγκων για ηθική βλάβη. Ο Σάμπυ Μιωνής υπέβαλε σχετική αίτηση στο Πρωτοδικείο της Γενεύης τον Ιούνιο 2016.
Το δημοσίευμα υπενθυμίζει πως στο παρελθόν, η υπόθεση Φαλτσιανί πυροδότησε σειρά δικαστικών αποφάσεων και την καταδίκη του κυρίως υπευθύνου σε κάθειρξη 5 ετών. Ωστόσο, σημειώνεται πως κατά τη ελβετική νομολογία (απόφαση αριθ. 4A_21/2017 της 4ης Οκτωβρίου 2017), πελάτης στον οποίο επιβάλλονται κυρώσεις από τις οικείες φορολογικές Αρχές συνεπεία της εν λόγω υπεξαίρεσης δεδομένων, δεν δύναται να αποζημιωθεί για το επιβληθέν πρόστιμο διότι είναι προσωπικής φύσεως.
Την παραγραφή των αποζημιώσεων απεφάνθη πρωτόδικα το δικαστήριο
Σε πρώτο βαθμό, το δικαστήριο απεφάνθη ότι οι αιτήσεις του Σάμπυ Μιωνή από την Τράπεζα και τον πρώην υπάλληλό της είχαν παραγραφεί. Όταν εκέινος άσκησε έφεση, το Καντονικό Δικαστήριο της Γενεύης ενέκρινε την αίτηση κατά Φαλτσιανί, αλλά όχι κατά της Τράπεζας, πάλι λόγω παραγραφής.
Η παραγραφή επέρχεται είτε ένα έτος αφού ο θιγόμενος λάβει γνώση της ζημίας είτε, σε κάθε περίπτωση, δέκα έτη μετά την ημέρα τέλεσης της ζημίας ή του ζημιογόνου γεγονότος, όπως σημειώνει το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. Στην εν λόγω υπόθεση όμως, «η κατάσταση είναι εν εξελίξει», συνεχίζει το Δικαστήριο! Μπορούν δηλαδή να δημοσιευθούν κι άλλα δυσμενή άρθρα κατά του Σάμπυ Μιωνή, ενώ και η φορολογική διαδικασία στην Ελλάδα παραμένει ανοικτή. Οπότε δεν μπορεί να τρέξει η προθεσμία παραγραφής προτού παύσει να εξελίσσεται η κατάσταση.
Αντιθέτως με το Καντονικό Δικαστήριο, το Ομοσπονδιακό κρίνει ότι η προθεσμία παραγραφής δεν αρχίζει την ίδια χρονική στιγμή για τα δημοσιεύματα του Τύπου και για τη φορολογική διαδικασία. Στην πρώτη περίπτωση, ο Σάμπυ Μιωνής ήλθε σε συμβιβασμό με τα εν λόγω ΜΜΕ και δημοσιογράφους τον Σεπτέμβριο 2013. Είναι πλέον αργά για να ζητήσει αποζημίωση, αποφαίνεται το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο.
Στη δεύτερη περίπτωση, αντιθέτως, ο επιχειρηματίας δεν μπορούσε να γνωρίζει τη δυνητική ζημία κατά τη χρονική στιγμή που κινήθηκε η φορολογική διαδικασία το 2013 (οπότε και θα άρχιζε να μετρά αντίστροφα ο χρόνος έως την ημέρα παραγραφής). Καθώς δραστηριοποιείται σε πολλές χώρες και μέσω πολλών εταιρειών, ο επιχειρηματίας έχει περίπλοκο περιουσιακό προφίλ «το οποίο καθιστά ιδιαιτέρως δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να προβεί σε εκτίμηση της δυνητικής του ζημίας κατά τη χρονική στιγμή που κινήθηκαν μία ή περισσότερες διαδικασίες εναντίον του», επιχειρηματολογεί το Δικαστήριο. Δεν υπάρχει συνεπώς παραγραφή.
Η υπόθεση Σαμπύ Μιωνή αναπέμπεται στο Καντονικό Δικαστήριο
Η υπόθεση αναπέμπεται στο Καντονικό Δικαστήριο που καλείται εκ νέου να αποφασίσει εάν ο Σάμπυ Μιωνής δύναται να ζητήσει αποζημίωση από την HSBC. Όταν ερωτήθηκε από την εφημερίδα Le Temps, η Τράπεζα προτίμησε να μην σχολιάσει την απόφαση του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου.
Δικηγόρος του επιχειρηματία, ο Κριστιάν Λουσέρ, δηλώνει ότι «μετά από προσπάθειες ετών να οχυρωθεί πίσω από δικονομικά παραπετάσματα καπνού, τα οποία διέλυσε το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, η Τράπεζα καλείται επιτέλους να απαντήσει επί της ουσίας για τη ζημία που προξένησε στον πελάτη μου εξαιτίας σοβαρών παραλείψεών της, για τις οποίες ήδη τής επέβαλε κυρώσεις η Finma (Ελβετική Εποπτική Αρχή της Χρηματοπιστωτικής Αγοράς). Ο πελάτης μου έχει συνεπώς λόγο να χαίρεται. Υπενθυμίζω άλλωστε ότι η προσφυγή του, πέραν της θέλησης του να αποζημιωθεί για την οικονομική ζημία που υπέστη, έχει εξίσου ηθικό έρεισμα.»