Δένδιας: «Θα ήταν ευχής έργον αν η Τουρκία απομακρυνόταν από τη λογική του αναθεωρητισμού και του νεο-οθωμανισμού και επεδείκνυε ειλικρινή διάθεση να προσέλθει σε ουσιαστικό και εποικοδομητικό διάλογο για την επίλυση της μοναδικής διαφοράς μας, σχετικά με την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ…
στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας», τόνισε σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική» ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας. Ωστόσο πρόσθεσε «και στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, έτσι και για το Κυπριακό, ουδείς πρέπει να είναι αφελής ή αιθεροβάμων».
Κληθείς να σχολιάσει το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών στη γείτονα, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι η επικράτηση του Ερντογάν «δεν μας προκάλεσε έκπληξη, ήταν κάτι για το οποίο είχαμε τις ενδείξεις ότι θα συμβεί».
«Από τη δική μας πλευρά αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση της χώρας μας να συνεργαστεί με την ηγεσία που θα επιλέξει ο τουρκικός λαός, και αυτό θα πράξουμε. Εργαζόμαστε πάντα προς την κατεύθυνση βελτίωσης των διμερών σχέσεων, χωρίς αυτό να αποκλείει και το ότι προετοιμαζόμαστε για το απευκταίο ενδεχόμενο μιας έντασης».
Ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι μέχρι τώρα οι ελληνοτουρκικές διερευνητικές επαφές «οι οποίες είχαν ξεκινήσει θέλοντας να υπηρετήσουν έναν συγκεκριμένο στόχο της εποχής, δηλαδή την προσφυγή στη Χάγη μέχρι το 2004, δεν απέδωσαν όσα κανείς θα ήλπιζε».
Γι αυτό το λόγο έχει ήδη αναφέρει πως θα εισηγηθεί στον πρωθυπουργό «κάποιες τροποποιήσεις της διαδικασίας, εντός του πλαισίου των πάγιων θέσεών μας».
«Θα αποσκοπούν στην απαιτούμενη ανανέωση της συνολικής διαδικασίας, αυξάνοντας ενδεχομένως τις προοπτικές για ένα καλύτερο αποτέλεσμα στην προσπάθεια δρομολόγησης ενός επίσημου διαλόγου με την Τουρκία, βάσει του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας», επεσήμανε.
«Κανείς δεν γνωρίζει πόσο εφικτό είναι και σε ποιο χρονικό πλαίσιο θα μπορούσε να υλοποιηθεί αυτό. Αλλά, ουδείς μπορεί να αφήσει ανεκμετάλλευτο το παράθυρο που έχει ανοίξει στις σχέσεις μας με τη γείτονα. Και οφείλει να το αξιοποιήσει στο έπακρο, προκειμένου να μετατραπεί σε πόρτα ευκαιριών για μια, κατά τα μέγιστα, εποικοδομητική συμπόρευση των δύο λαών στη Αν. Μεσόγειο».
Ο υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε ότι «η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρει ρητά ότι κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να επεκτείνει το εύρος των χωρικών του υδάτων μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια. Πρόκειται για ένα δικαίωμα που είναι μονομερές, αναφαίρετο και μη διαπραγματεύσιμο. Που σημαίνει ότι επαφίεται στη χώρα μας να επιλέξει πότε, πού και πώς θα το ασκήσει, με αποκλειστικό γνώμονα την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος».
Αναφορικά με το Κυπριακό, ο κ. Δένδιας εξέφρασε την ελπίδα ότι το καλό κλίμα στις μεταξύ μας σχέσεις με την Τουρκία, που επικράτησε μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς εκεί, θα συνεχιστεί και μετά τις εκλογές, γιατί κάτι τέτοιο θα άνοιγε ενδεχομένως ένα «παράθυρο ευκαιρίας» και για το Κυπριακό.
Ωστόσο, επεσήμανε «όπως και στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, έτσι και για το Κυπριακό ουδείς πρέπει να είναι αφελής ή αιθεροβάμων» και πρόσθεσε πως οι κινήσεις που γίνονται από τουρκοκυπριακής πλευράς, ακόμα και στο χαμηλότερο επίπεδο πολιτικής, ή τα τετελεσμένα που επιχειρείται να δημιουργηθούν, δεν επιτρέπουν και πολλή αισιοδοξία.
Από την άλλη πλευρά, σημείωσε πως βλέπει «με χαρά τη νέα ηγεσία του Προέδρου και φίλου, Νίκου Χριστοδουλίδη, να προβαίνει σε ενέργειες για επαναφορά των διαπραγματεύσεων, με την πρόταση για ενεργότερη εμπλοκή της ΕΕ, διά του διορισμού πολιτικής προσωπικότητας που θα αναλάβει τα ηνία στην κατεύθυνση της άρσης του αδιεξόδου στις συνομιλίες, στο πλαίσιο πάντα των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών».
«Εμείς, βεβαίως, στεκόμαστε και θα στεκόμαστε δίπλα στην Κύπρο, αρωγοί στην προσπάθεια για αποφυγή και αποτροπή νέων τετελεσμένων. Για την ελληνική εξωτερική πολιτική το Κυπριακό αποτελεί θεμελιώδη προτεραιότητα».
Τέλος, αναφερόμενος στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο κ. Δένδιας τόνισε «την ξεκάθαρη θέση που πήρε η Ελλάδα, μαζί με τους εταίρους και συμμάχους της, να σταθεί δίπλα στην Ουκρανία και το λαό της που παλεύει για την ανεξαρτησία του και την εδαφική του ακεραιότητα».
«Με άλλα λόγια, να σταθούμε με την πλευρά του Διεθνούς Δικαίου και των αρχών και αξιών που πρεσβεύουμε και επικαλούμαστε και για εμάς τους ίδιους και, ταυτόχρονα, να ελπίζουμε ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει μια ρεαλιστικότερη προσέγγιση από τον εισβολέα».
«Σε ένα υπό διαμόρφωση νέο διεθνές περιβάλλον εμείς συνεχίζουμε την ενεργό εξωτερική πολιτική, την προσπάθεια να διευρύνουμε τις σχέσεις και συμμαχίες μας με χώρες με τις οποίες μοιραζόμαστε κοινές αρχές και αξίες -πρωτίστως, τον σεβασμό των συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας των χωρών, και της επίλυσης των όποιων διαφορών με ειρηνικά μέσα- ώστε να συμβάλουμε και εμείς από την πλευρά μας στην ενδυνάμωση και εν τέλει την επικράτησή τους, ως κοινή βάση που πρέπει να ισχύει για όλους, ανεξαιρέτως», κατέληξε.