TI ΘΑ ΑΠΟΓΙΝΟΥΜΕ ΧΩΡΙΣ ΤΟΥΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ;
Του Ανδρέα M. Καραγιάννη – Πολιτικού επιστήμονα- Συγγραφέα
” Και τώρα τί θα απογίνουμε χωρίς τους Βαρβάρους ; Ήταν μία κάποια λύση…”
Με το στίχο αυτό ολοκληρώνεται το έργο του Καβάφη στο οποίο περιγράφεται η ζωή μιας κοινωνίας κατά την αναμονή του ερχομού των κατακτητών βαρβάρων. Προσάρμοσαν τις συνήθειες τους, οργάνωσαν την άμυνα τους, τη σκέψη τους γύρω από τον ερχομό των βαρβάρων. Οι οποίοι δεν ήρθαν ποτέ.
Μετά τα τελευταία απίστευτα γεγονότα με την παραπομπή σε δίκη του Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ, έπειτα από αποκαλύψεις για επιτηδευμένη διόγκωση του ελλείμματος το 2009 με σκοπό την ένταξη μας στα μνημόνια, αντιλαμβάνεται και ο κάθε δύσπιστος ότι στα χρόνια του ανεκδιήγητου ΓΑΠ τελέστηκε εσχάτη προδοσία εναντίον των συμφερόντων της χώρας. Τόσα μέτρα, τόσες περικοπές τόσοι φόροι, εκρηκτική ανεργία, πείνα, χιλιάδες αυτοκτονίες, όλα εικονικά, όλα ψεύτικα, για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.
Η φιλοσοφική προσέγγιση όμως της τραγωδίας που συντελέστηκε αποδεικνύει ότι το μνημόνιο ως ΦΌΒΗΤΡΟ, ήτο κατ ουσία ένα ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΚΑΚΟ. Το πρόβλημα της Ελλάδας από το 1985 ήτανε πάντα ο κρατισμός και η πελατειακή σχέση. Οι έννοιες αυτές καλλιεργήθηκαν από τον Ανδρέα Παπανδρέου σε τέτοιο βαθμό ώστε έγιναν δεύτερη φύση του λαού. Ο φιλελευθερισμός του Μητσοτάκη 90-93 δεν μπόρεσε να βρει έδαφος εξαιτίας της παγιωμένης κυριαρχίας του κρατισμού σε κάθε Έλληνα πολίτη. Έτσι κάθε επόμενη κυβέρνηση υπήρξε δέσμια των επιλογών αυτών ανεξαρτήτως ιδεολογικού πρόσημου. Ουσιαστικά δανειζόμασταν υπέρογκα για να δίνουμε εικονικά επιδόματα, διαλύσαμε τα Ταμεία με θηριώδεις συντάξεις, κανείς δεν τόλμησε να κάνει τομές και μεταρρυθμίσεις. Ούτε αριστερός μήτε δεξιός.
Ο καβαφικός βάρβαρος λοιπόν, το Μνημόνιο, επέβαλε με έναν ιταμό αλλά δεόντως πειστικό τρόπο την ανάγκη μεταρρυθμίσεων, την περιστολή δαπανών, το συμμάζεμα, το νοικοκύρεμα του κράτους, την ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, τη μείωση της γραφειοκρατίας, το τέλος του πελατειακού κράτους.
Πράξεις προφανείς για αλλά κράτη, τις οποίες από μόνοι μας έπρεπε να είχαμε αναλάβει. Δεν μπορούσαμε όμως. Χρειαζόμασταν τους βαρβάρους, τους δυνάστες να μας το επιβάλλουν, οργανωνόμαστε πιο εύκολα κάτω από τη σκιά του φόβου. Ο φόβος των βαρβάρων μας προσάρμοσε βίαια σε μία σκληρή αλλά απαραίτητα πραγματικότητα για να μάθουμε να ζούμε με βάση τις πραγματικές μας δυνάμεις.
Προφανώς οι βάρβαροι, που το μόνο που τους ένοιαζε ήταν να κερδοσκοπούν ξεδιάντροπα εις βάρος μας, αποτέλεσαν το κατάλληλο φόβητρο για να οργανωθούμε. Η ιδανική δικαιολογία των πολιτικών να επιβάλλουν την αλλαγή που παλαιότερα ουδέποτε τόλμησαν.
Έπειτα από έξι αιματηρά χρόνια σαν να προσαρμοστηκαμε στη βάρβαρη αυτή προσαρμογή. Ο φόβος δείχνει ότι έπιασε κάπως τόπο. Μήπως είμαστε ανίκανοι λοιπόν για συλλογική αυτοοργανωση? Μήπως ο Έλληνας έχει ταλέντο να δρα κατά μονάς, αλλά σε ομάδα δεν τραβάει?
Και έπειτα ; Τι θα γίνει έπειτα ;
Τί θα απογίνουμε χωρίς τους βαρβάρους ;