Η ελληνική κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού, έδρασε γρήγορα και αποφασιστικά, με σκοπό τον περιορισμό των επιπτώσεων της κρίσης.
Στο πεδίο της οικονομίας, το υπουργείο Οικονομικών σχεδίασε και υλοποιεί ένα συνεκτικό, ρεαλιστικό, ολοκληρωμένο και δυναμικό σχέδιο, το οποίο εξελίσσεται ανάλογα με τις διαφορετικές ανάγκες που δημιουργεί η κρίση, σε κάθε φάση της, τόνισε από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας.
Εάν η κυβέρνηση δεν επεδείκνυε γρήγορα αντανακλαστικά και αξιοσημείωτη μεθοδικότητα, όπως έχει αναγνωριστεί διεθνώς, οι επιπτώσεις αυτής της έκτακτης κατάστασης θα ήταν δυσμενέστερες, τόσο για την κοινωνία όσο και για την οικονομία, ανέφερε, υπενθυμίζοντας ότι το συνολικό κόστος των μέτρων που είτε εφαρμόσθηκαν είτε σχεδιάζεται να ενεργοποιηθούν για τη στήριξη της απασχόλησης και της ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων εκτιμάται στα 24 δισ. ευρώ.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, ελήφθησαν μέτρα και ενεργοποιήθηκαν εργαλεία, με στόχο την ενδυνάμωση του συστήματος δημόσιας υγείας, τη στήριξη της απασχόλησης, την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και την τόνωση της κοινωνικής συνοχής.
Όπως διευκρίνισε, κάποια από αυτά τα μέτρα περιλαμβάνονται και στο υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου, καθώς και σε τροπολογίες αυτού.
Συγκεκριμένα:
Επεκτείνεται το μέτρο της υποχρεωτικής μείωσης μισθώματος σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας, κατά 40% για τον μήνα Σεπτέμβριο.
Διαμορφώνεται πλαίσιο προαιρετικής μείωσης μισθώματος, κατά τουλάχιστον 30%, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο, με την προϋπόθεση συμφωνίας μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή.
Επεκτείνεται το μέτρο στήριξης των εκμισθωτών που δεν εισέπραξαν μισθώματα, προκειμένου να περιλαμβάνουν, εκτός από την κατ’ επιταγή νόμου μείωση, και προαιρετική μείωση μισθώματος.
Επεκτείνεται η χρονική διάρκεια και διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του Μηχανισμού ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, προκειμένου να ενταχθούν περισσότεροι εργαζόμενοι στο μέτρο.
Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου, η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, με την οποία προβλέπεται η χορήγηση έκτακτης εφάπαξ, αφορολόγητης και ακατάσχετης ενίσχυσης, με τη μορφή επιδόματος, στους πληγέντες από τη φυσική καταστροφή στην Εύβοια.
«Και όλα αυτά χρηματοδοτούνται μέσα από τη συνετή και νοικοκυρεμένη διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων της χώρας που ανέρχονται σήμερα στα 38,7 δισ. ευρώ», υπογράμμισε ο υπουργός Οικονομικών, για να συμπληρώσει ότι τα ταμειακά διαθέσιμα έχουν ενισχυθεί σημαντικά τον τελευταίο χρόνο μέσα από έξι ομολογιακές εκδόσεις, από τις οποίες αντλήθηκαν συνολικά 14 δισ. ευρώ, καθώς και δύο εκταμιεύσεις υπο-δόσεων από τη διακράτηση ομολόγων [ANFAs και SMPs], ύψους 1,5 δισ. ευρώ.
«Ταμειακά διαθέσιμα που αναμένεται να τονωθούν περαιτέρω, με την αξιοποίηση των υφιστάμενων ευρωπαϊκών χρηματοοικονομικών εργαλείων, όπως είναι το ΕΣΠΑ, που έχουμε ήδη εισπράξει 1 δισ. ευρώ, ή το πρόγραμμα SURE, από το οποίο θα εισπράξουμε 2,7 δισ. ευρώ», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια, ο κ. Σταϊκούρας έκανε έναν απολογισμό των διαρθρωτικών αλλαγών που υλοποίησε μέσα στο τελευταίο εξάμηνο το ΥΠΟΙΚ για τη στήριξη πληττόμενων επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Ειδικότερα:
Ψηφίστηκε, και υλοποιείται με επιτυχία, πρόγραμμα στήριξης δανειοληπτών που επλήγησαν από την κρίση του κορονοϊού.
Ολοκληρώθηκε η διαβούλευση ενός ολιστικού, κοινωνικά ευαίσθητου και εθνικά αναπτυξιακού πλαισίου αντιμετώπισης του υψηλού ιδιωτικού χρέους, παρέχοντας μια πραγματική «δεύτερη ευκαιρία» σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αναβαθμίστηκε και εκσυγχρονίστηκε το θεσμικό πλαίσιο για την εταιρική διακυβέρνηση και την κεφαλαιαγορά.
Θεσπίστηκε το πλαίσιο των μικρο-χρηματοδοτήσεων.
Προωθήθηκε το πρόγραμμα αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, όπου αυτό ήταν εφικτό, όπως είναι το έργο στο Ελληνικό, η Μαρίνα Αλίμου και η αξιοποίηση τριών περιφερειακών λιμένων.
Δρομολογήθηκαν σχέδια ενίσχυσης της βιωσιμότητας εταιρειών, όπως είναι η ΕΛΒΟ, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, η ΕΑΒ και η ΛΑΡΚΟ.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο κ. Σταϊκούρας επισήμανε ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε ετοιμότητα για την αντιμετώπιση των δυσμενών οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης, παραμένοντας όμως προσηλωμένη και στην υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.